Συνέντευξη

Η Μαριάννα Κακαουνάκη δίνει σάρκα και οστά στους «αόρατους» εξόριστους του Ερντογάν

στα 10

Με αφορμή τις προβολές των «Αόρατων», η Βένα Γεωργακοπούλου μιλάει με την Μαριάννα Κακαουνάκη για μια άλλη σπαρακτική πλευρά του προσφυγικού που συμβαίνει δίπλα μας.

Η Μαριάννα Κακαουνάκη δίνει σάρκα και οστά στους «αόρατους» εξόριστους του Ερντογάν

Θυμάμαι ακριβώς που ήμουνα (στην Επίδαυρο) εκείνο το βράδυ της 15ης Ιουλίου του 2016, που ξέσπασε δήθεν ένα πραξικόπημα στην Τουρκία κατά του Ερντογάν και άρχισε να ξεδιπλώνεται μέρες, μήνες, χρόνια μετά ένα κύμα βίας, τρομοκρατίας και φυλακίσεων στη χώρα με θύματα τους πάντες: δικαστικούς, δημόσιους υπαλλήλους, δημοσιογράφους, πανεπιστημιακούς, εκπαιδευτικούς. Τότε ήταν που εμπεδώσαμε και το όνομα του ιερωμένου Φετουλάχ Γκιουλέν ,που ο Ερντογάν θεώρησε υπεύθυνο για το «πραξικόπημα» βρίσκοντας ευκαιρία να προσθέσει μερικές ακόμα εκκαθαρίσεις, στις τόσες που είχε κάνει ήδη στη χώρα του. Οι Γκιουλενιστές, αλλά και πολλοί δημοκράτες πολίτες, για να γλυτώσουν προσπάθησαν να φύγουν από την Τουρκία, κάποιοι από αυτούς έφτασαν και στη χώρα μας. Πρόσφυγες.

Ακριβώς αυτοί είναι οι «Αόρατοι» της Μαριάννας Κακαουνάκη, ενός από τα πιο σημαντικά, από κινηματογραφική αλλά και πολιτική πλευρά, ελληνικού ντοκιμαντέρ των τελευταίων χρόνων. Το πρώτο της γνωστής δημοσιογράφου της «Καθημερινής», που διαπρέπει στο χώρο της ερευνητικής δημοσιογραφίας.

μαριάννα κακαουνάκη Η Μαριάννα Κακουνάκη στο CPH: DOX της Κοπεγχάγης

Το ντοκιμαντέρ είχε από την αρχή ευρεία αποδοχή. Ξεκίνησε την πορεία του τον Απρίλιο του 2021 από το σημαντικό Διεθνές Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Κοπεγχάγης και στη συνέχεια, τον Ιούνιο επιλέχτηκε για το Διεθνές Διαγωνιστικό Τμήμα Newcomers του δικού μας, Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης. Οι περισσότεροι το είδαν on line. Θύμα κι αυτό της πανδημίας (αλλά ίσως και της δυσκολίας που έχει το είδος να βρεί πρόσβαση στις αίθουσες) να που ήρθε ο καιρός να συναντηθεί με το κοινό της Αθήνας, στον τόσο φιλόξενο «Δαναό» (θα προβληθεί στις 9 και 10 Απριλίου, στις 5μμ).

Διαφέρει πολύ από τα άλλα (τόσο πολλά) ντοκιμαντέρ με θέμα τους πρόσφυγες στην Ελλάδα. Κατ΄αρχήν είναι οι ήρωες του, που δεν είναι εξαθλιωμένοι οικονομικά άνθρωποι, αλλά κυνηγημένοι αστοί και μικροαστοί από ένα στυγνό δικτάτορα, που κινδυνεύουν ακόμα και στην Ελλάδα. Επειτα, η Μαριάννα Κακαουνάκη κατακτά μια εντυπωσιακή πρόσβαση στην αθηναϊκή καθημερινότητά τους και τις ιστορίες τους, πολιτικές και ανθρώπινες. Και με χειρουργική ακρίβεια, με ένα σενάριο, που θα ζήλευε μιά φιξιόν ταινία, χτίζει το πολύπλευρο θέμα της χωρίς να βουτά στο συναίσθημα, ακόμα κι όταν ένα απίστευτο δράμα αποκαλύπτεται σιγά-σιγά και μας διαλύει. Οι Τούρκοι είναι γείτονές μας, αλλά πόσο τους ξέρουμε; Οι πολιτικοί πρόσφυγες είναι ένα μεγάλο κεφάλαιο, που καταπίνεται από τους οικονομικούς μετανάστες. Η Ευρώπη, ο κόσμος, όπως φάνηκε τώρα με την Ουκρανία, έχει ένα μεγάλο έλειμμα δημοκρατίας, πήξαμε στα αυταρχικά καθεστώτα, δισεκατομμύρια άνθρωποι σε Ευρώπη και Ασία ζούνε σε χώρες-φυλακές. Οι «Αόρατοι» μας τους θυμίζουν, μας βοηθάνε να γίνουμε λίγο πιο ευαίσθητοι. Και σε επιφυλακή.

Το ντοκιμαντέρ «Αόρατοι» θα προβληθεί το Σαββατοκύριακο 9 και 10 Απριλίου στις 17.00 στον κινηματογράφο Δαναό. Αναζητήστε εδώ περισσότερες πληροφορίες για τις προβολές.

αόρατοι

Η έξοδος της ταινίας στον «Δαναό» συμπίπτει με ένα άλλο προσφυγικό κύμα, των Ουκρανών. Νοιώθετε ότι η εισβολή των Ρώσων στην Ουκρανία και η εκεί ανθρώπινη τραγωδία «κλέβει» λίγο από την δύναμη και αναγκαιότητα της δικής σας ταινίας ,των «δικών» σας προσφύγων;

Αντιθέτως, νιώθω πως ο πόλεμος στην Ουκρανία ευαισθητοποίησε μια μερίδα κόσμου, που μετά από τόσα χρόνια προσφυγικής κρίσης είχε πάρει απόσταση από αυτές τις ιστορίες. Τα όσα συμβαίνουν εκεί, μας θύμισαν με τον πιο τραγικό τρόπο το πώς από την μια στιγμή στην άλλη η ζωή σου μπορεί να ανατραπεί και να χάσεις τα πάντα ακόμα και την ζωή σου ή τους αγαπημένους σου. Αυτό ακριβώς συνέβη και με τους «δικούς» μου πρόσφυγες. Χιλιάδες Τούρκοι κατηγορήθηκαν μέσα σε ένα βράδυ ως τρομοκράτες και αναγκάστηκαν να δραπετεύσουν, συχνά βάζοντας την ζωή τους σε κίνδυνο. Υπάρχει, βέβαια, μια τεράστια διαφορά. Πως δεν έφυγαν από μια εμπόλεμη ζώνη, αλλά από μια χώρα που θεωρητικά έχει δημοκρατία.

Πάρα πολλοί πρόσφυγες κατέφτασαν τα τελευταία χρόνια στη χώρα μας και, μάλιστα, σε αθλιότερη οικονομική και άλλη κατάσταση. Εσείς διαλέξατε ειδικά τους Τούρκους πολιτικούς φυγάδες. Σας ιντρίγκαρε και το στοιχείο Τουρκία, Γκιουλέν, Ερντογάν; Εδινε στο ντοκιμαντέρ σας μιά ακόμα πτυχή, πέραν της κλασικής ανθρωπιστικής ματιάς;

Αυτό που με τράβηξε στην ιστορία αυτή ήταν πως ενώ όλοι αυτοί οι άνθρωποι είχαν χάσει τα πάντα μετά την απόπειρα του πραξικοπήματος, δεν ήθελαν καμία προβολή ή δημοσιότητα. Για ένα πολύ μεγάλο διάστημα ήταν αρνητικοί ακόμα και όταν τους πρότεινα να κάνουμε ένα ρεπορτάζ. Αυτό με ιντρίγκαρε και ταυτόχρονα με πείσμωσε. Πέρασαν κάποιοι μήνες και δέχτηκαν να κάνω κάτι για την εφημερίδα, χωρίς τα πραγματικά τους ονόματα ή στοιχεία, που μπορεί να πρόδιδαν την ταυτότητα τους. Κρατήσαμε επαφή και όσο τους ζούσα ένιωθα πως εκτυλίσσεται μπροστά μου ένα πολιτικό θρίλερ με συγκλονιστικές ανθρώπινες ιστορίες. Ημουν πεπεισμένη πλέον πως έπρεπε να κάνω κάτι μεγαλύτερο από ένα άρθρο. Και τότε άρχισα να σκέφτομαι πως ήθελα να δοκιμάσω να κάνω ένα κινηματογραφικό ντοκιμαντέρ. Δεν προσπάθησα όμως ποτέ να τους πείσω ή να τους πω πως δεν υπάρχει κανένας κίνδυνος, γιατί υπήρχε – και υπάρχει. Ήταν σημαντικό να ζυγίσουν εκείνοι το ρίσκο ,που παίρνουν για τους ιδίους αλλά και ενδεχομένως για τις οικογένειες τους πίσω στην Τουρκία. Κάποια στιγμή νομίζω πως συνειδητοποίησαν πως με το να ζουν στο σκοτάδι και να μην μιλάνε για το τι συμβαίνει, ουσιαστικά εξυπηρετούσαν την ατζέντα εκείνου, που τους είχε εκδιώξει. Οπότε, όταν ένιωσαν πως ήρθε η ώρα να αρχίσουν να γίνονται πιο «ορατοί», ήμουν τυχερή γιατί με γνώριζαν ήδη και με εμπιστευόντουσαν. Αυτό που θέλω να πω είναι πως στην πραγματικότητα εκείνοι με διάλεξαν. Δεν τους διάλεξα εγώ!

Νιώθω πως ο πόλεμος στην Ουκρανία ευαισθητοποίησε μια μερίδα κόσμου, που μετά από τόσα χρόνια προσφυγικής κρίσης είχε πάρει απόσταση από αυτές τις ιστορίες. Τα όσα συμβαίνουν εκεί, μας θύμισαν με τον πιο τραγικό τρόπο το πώς από την μια στιγμή στην άλλη η ζωή σου μπορεί να ανατραπεί και να χάσεις τα πάντα ακόμα και την ζωή σου ή τους αγαπημένους σου.»

Πως καταλήξατε αφενός στο ζευγάρι των εκπαιδευτικών με το μικρό παιδί και αφετέρου στον γιατρό; Hταν κάτι αυθόρμητο ή τα συγκεκριμένα πρόσωπα στήριζαν, έκτιζαν καλύτερα το θέμα σας, την αφήγησή σας;

Οταν ξεκινούσα να αναζητώ τα πρόσωπα ,που θα ακολουθούσα, αυτό που βασικά έψαχνα ήταν να είναι σε διαφορετικό σημείο της διαδρομής τους. Ήθελα δηλαδή ο ένας πρωταγωνιστής να έχει ήδη ζήσει κάποια χρόνια στην Ελλάδα και να έχει προσαρμοστεί, ενώ παράλληλα ήθελα να ακολουθήσω κάποιον, που μόλις έχει φτάσει στην χώρα έτσι ώστε να μπορώ να δείξω και αυτό το πολύ δύσκολο, σκληρό κομμάτι. Ο Αχμέτ, ο γιατρός, ήταν από τους πρώτους που είχα συναντήσει στην Αθήνα και είχε κάνει απίστευτες προσπάθειες ενσωμάτωσης. Παρόλο που όταν τον πρωτογνώρισα ήταν λιγομίλητος και όχι πολύ επικοινωνιακός, ένιωθα πως έπρεπε να τον ακολουθήσω. Την οικογένεια την συνάντησα με το που έφτασαν στην Αθήνα, κυνηγημένοι και με ένα βαθύ τραύμα το οποίο σιγά σιγά αποκαλύπτεται στην ταινία. Και στην δική τους περίπτωση ήμουν σίγουρη πως έπρεπε να επικεντρωθώ στην ιστορία τους. Τους το πρότεινα και ήταν οι μόνοι που δέχτηκαν αμέσως. Δεν είχαν τίποτα να φοβηθούν γιατί είχαν ήδη χάσει τα πάντα.

Είναι εντυπωσιακή η πρόσβαση που έχετε στην καθημερινότητά τους, κυρίως στο ζευγάρι. Σαν να παρακολουθούμε σχεδόν μια ταινία μυθοπλασίας με σασπένς και κορυφώσεις. Γίνεστε και γινόμαστε μάρτυρες μιας πολύ προσωπικής πορείας. Πως τα καταφέρατε;

Νομίζω με το να είμαστε συνεχώς μαζί τους- με τον Απόστολο Νικολαΐδη ως διευθυντή φωτογραφίας- αλλά και μόνη μου με μια κάμερα, ήμουν καθημερινά στα σπίτια τους και νομίζω κάποια στιγμή απλά ξέχασαν πως ήμασταν στον χώρο τους. Οσο για το σασπένς και τις κορυφώσεις, σε ένα βαθμό είναι θέμα σεναρίου - το πώς παρουσιάζεις τα γεγονότα, με ποιά σειρά κτλ- αλλά βασικά νομίζω πως αυτή είναι η μαγεία του ντοκιμαντέρ και μιας αληθινής ιστορίας τόσο συγκλονιστικής όσο αυτή.

αόρατοι

Εξαιρετικό ενδιαφέρον προσδίδει στη δουλειά σας μια άλλη, μεγάλη διαφορά ανάμεσα στους δυό βασικούς πρωταγωνιστές σας, το ζευγάρι και τον γιατρό. Οι πρώτοι λαχταράνε και επιδιώκουν με παράνομους, φυσικά, τρόπους να φύγουν από Ελλάδα για μια χώρα που θα τους εξασφαλίζει καλύτερη ζωή. Ο γιατρός, αντίθετα, κτίζει με μανία ένα ελληνικό μέλλον για τον ίδιο και τη γυναίκα του, ενώ παράλληλα στηρίζει και την κοινότητα των Τούρκων προσφύγων!!!! Την κυνηγήσατε αυτή την αντίθεση ή προέκυψε και σοφά την εκμεταλλευτήκατε;

Αντιλήφθηκα αυτή την παράλληλη πορεία ενώ είχαμε ξεκινήσει τα γυρίσματα και μου φάνηκε πολύ ενδιαφέρουσα. Κυρίως το πως αυτές οι δυο διαφορετικές αποφάσεις είχαν καθοριστεί από τα τραύματα, που κουβαλάει ο καθένας, τις απώλειες που είχαν βιώσει, βασικά τα όσα έζησαν τα τελευταία χρόνια. Ετσι αυτή η παράλληλη διαφορετική διαδρομή των δυο ιστοριών έγινε η ραχοκοκαλιά της ταινίας.

Χειρίζεστε το μεγάλο δράμα του ζευγαριού των εκπαιδευτικών με αξιοθαύμαστη ηρεμία, χωρίς στιλιστικές υπογραμμίσεις και συνθήματα –που ,δυστυχώς, «πουλάνε». Και οι ιδιοι είναι απολύτως αξιοπρεπείς και αυστηροί στην τραγωδία τους. Πώς καταλήξατε σ’ αυτή τη γραμμή; Και γιατί, αν και υπάρχουν συνεχείς, ανεπαίσθητες νύξεις, μόνο προς το τέλος της ταινίας μαθαίνουμε το αδιανόητο, που έχε συμβεί στο ζευγάρι;

Καταρχήν νομίζω πως ήταν καθοριστικό το ότι το ίδιο το ζευγάρι διαχειριζόταν αυτό που τους είχε συμβεί με αυτή την αξιοπρέπεια και αυστηρότητα που περιγράφετε. Με μια ψυχραιμία, η οποία βέβαια κατάλαβα αργότερα πως ήταν ουσιαστικά ένας αμυντικός μηχανισμός επιβίωσης. Ολο αυτό όμως που είχα νιώσει κοντά τους, τον βουβό πόνο, ήθελα με κάποιο τρόπο να βγει και στην ταινία. Ο θεατής ανακαλύπτει σιγά σιγά το τι ακριβώς τους συνέβη, σαν να παρακολουθείς μια ταινία. Αυτό βέβαια εξυπηρετεί και κάτι ακόμα που ήθελα: όταν πλέον φτάσεις στο σημείο που καταλαβαίνεις τι τους έχει συμβεί, νομίζω ότι αντιλαμβάνεσαι διαφορετικά τις αποφάσεις τους, νιώθεις διαφορετικά τον πόνο τους.

Ακόμα και εάν δεν ξέρεις απολύτως τίποτα για την Τουρκία, το καταλαβαίνεις, γιατί έχει συμβεί εκατομμύρια φορές στην ιστορία: ένας δικτάτορας παραβιάζει ανθρώπινα δικαιώματα και νόμους και αναγκάζει ένα τμήμα του πληθυσμού της χώρας του σε εξορία. Είναι τόσο απλό.»

Ξέρετε πού βρίσκεται σήμερα το ζευγάρι των εκπαιδευτικών; Μαθαίνουμε στο τέλος ότι τα κατάφεραν με το παιδάκι τους και ξέφυγαν από Ελλάδα. Τους ξανασυναντήσατε ποτέ; Είναι καλύτερα; Και ο γιατρός μας, τι κάνει; Ασκει το επάγγελμά του στην Ελλάδα, όπως ονειρευόταν;

Ο γιατρός βρίσκεται ακόμα στην Αθήνα, ετοιμάζεται να δώσει εξετάσεις για την αναγνώριση του πτυχίου του. Οσο για την οικογένεια, ζουν σε μια ευρωπαϊκή χώρα, έχουν πάρει άσυλο, έχουν το σπίτι τους, προσπαθούν να χτίσουν μια νέα ζωή. Την περασμένη εβδομάδα κατάφεραν να ταξιδέψουν και να παρευρεθούν στην προβολή της ταινίας στο 7ο Ελληνικό Φεστιβάλ Βερολίνου. Ήταν μια πραγματικά συγκινητική στιγμή για εκείνους, αλλά και για εμένα. Παρότι είχαν δει την ταινία, δεν την είχαν δει ποτέ με κόσμο και εγώ δεν την είχα δει ποτέ μαζί τους. Και ενώ όλα αυτά τα χρόνια είχα μπει μέσα στις ζωές τους και σίγουρα με είχαν επηρεάσει βαθιά, συνειδητοποίησα πως είχα κρατήσει μια απόσταση από την ιστορία τους για να μπορέσω να την πω με ψυχραιμία. Στο Βερολίνο, λοιπόν, έγινε κάτι μαγικό. Παρότι έχω δει την ταινία αμέτρητες φορές, ήταν σαν την έβλεπα για πρώτη φορά. Εκλαψα για την οικογένεια, αλλά και για όλους τους ανθρώπους που έχω συναντήσει αυτά τα τρία χρόνια.

αόρατοιΗ πρωταγωνίστρια οικογένεια της ταινίας - στην προβολή της ταινίας στο Φεστιβάλ Ελληνικού Κινηματογράφου στο Βερολίνο

Όταν γυρίζατε το ντοκιμαντέρ, υπήρχαν, λέτε στην ταινία, χίλιες οικογένειες Τούρκων προσφύγων στην Αθήνα. Ξέρετε πώς είναι η κατάσταση σήμερα και πώς εξελίσσεται το μεγάλο πρόβλημα υπερβολικής καθυστέρησης της εξέτασης των αιτήσεών τους γιά άσυλο;

Οταν κάναμε τα γυρίσματα, οι προσφυγικές ροές ειδικά από Τουρκία ήταν τεράστιες και οι χρόνοι αναμονής για την έκδοση του ασύλου -τουλάχιστον για τους Τούρκους- ήταν κοντά στα 6 χρόνια. Εκτοτε, είμαστε θεωρητικά αναγκασμένοι ως χώρα να ακολουθούμε τις ευρωπαϊκές οδηγίες και να ολοκληρώνεται η διαδικασία άσυλου σε λιγότερο από ένα έτος. Αυτό που μου μεταφέρουν, όμως, οι δικηγόροι που ασχολούνται με αυτές τις υποθέσεις είναι πως επειδή δεν υπάρχει η δυνατότητα να διεκπεραιώνονται σε αυτό το χρονικό πλαίσιο, τους αφήνουν χωρίς καταγραφή για μήνες. Το αποτέλεσμα βέβαια είναι αυτοί οι άνθρωποι να είναι τελείως στον αέρα. Αόρατοι.

Την έχει δει την ταινία η τουρκική κοινότητα της Αθήνας; Θα 'ρθουν άραγε κάποιοι στον Δαναό;

Οι περισσότεροι είχαν προλάβει να την δουν διαδικτυακά στα πλαίσια του περσινού Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ της Θεσσαλονίκης, αλλά μου λένε πως θα έρθουν και στον Δαναό. Η στήριξη και η αγάπη που δείχνουν στο ντοκιμαντέρ είναι τρομερά σημαντική για εμένα, γιατί η ταινία είναι η δική τους ιστορία .

Ξαναβλέποντας την ταινία, ένιωσα θυμό που ο Ερντογαν αυτές τις μέρες ποζάρει ως ειρηνοποιός, η Δύση «κρέμεται» ελαφρώς από πάνω του, ενώ είναι ο άνθρωπος που έχει βυθίσει τη χώρα του σε καταστολή και έχει οδηγήσει δεκάδες χιλιάδες Τούρκους στην προσφυγιά και εκατοντάδες χιλιάδες στις φυλάκες. Πως το σχολιάζετε;

Και εγώ το ίδιο νιώθω. Υπάρχει μια απίστευτη υποκρισία στην στάση αυτή, ειδικά όταν γνωρίζεις το τι συμβαίνει μέσα στην χώρα του. Οι μαζικές διώξεις δεν είναι κάτι που συνέβη τους πρώτους μήνες μετά την απόπειρα πραξικοπήματος, όταν υπήρχε πολιτική αναταραχή. Συμβαίνει ακόμα και σήμερα – έξι χρόνια μετά. Στην ταινία, πάντως, παρότι ήταν συνειδητή η απόφαση μου να μην μπούμε καθόλου στο πολιτικό κομμάτι – κανείς για παράδειγμα δεν μιλάει εναντίον του Ερντογάν - θεωρώ πως είναι μια κατεξοχήν πολιτική ταινία. Και πιστεύω πως ο θεατής φεύγει με μια ξεκάθαρη εικόνα τού τι ακριβώς συμβαίνει στην Τουρκία. Ακόμα και εάν δεν ξέρεις απολύτως τίποτα για την χώρα αυτή, το καταλαβαίνεις, γιατί έχει συμβεί εκατομμύρια φορές στην ιστορία: ένας δικτάτορας παραβιάζει ανθρώπινα δικαιώματα και νόμους και αναγκάζει ένα τμήμα του πληθυσμού της χώρας του σε εξορία. Είναι τόσο απλό.

Το ντοκιμαντέρ «Αόρατοι» θα προβληθεί το Σαββατοκύριακο 9 και 10 Απριλίου στις 17.00 στον κινηματογράφο Δαναό. Αναζητήστε εδώ περισσότερες πληροφορίες για τις προβολές.

αόρατοι