Ενημέρωση

Τέρενς Μάλικ: Η επιστροφή του ποιητή

στα 10

Το «Tree of Life» δεν είναι μόνο ο φετινός Χρυσός Φοίνικας. Ούτε σηματοδοτεί απλά την 5η ταινία σε διάστημα 38 χρόνων ενός από τους σπουδαιότερους δημιουργούς του σινεμά. Περισσότερο από όλα, αποδεικνύει τη λαχτάρα χιλιάδων σινεφίλ να ζήσουν, να αφουγκραστούν, να νιώσουν με όλες τις αισθήσεις αυτό που θα έπρεπε να είναι η τέχνη του σινεμά και κάπου στο δρόμο το έχουμε (ξε)χάσει...

Τέρενς Μάλικ: Η επιστροφή του ποιητή
Ο Μπραντ Πιτ και το «Δέντρο της Ζωής»

Η πρεμιέρα του «The Tree of Life», της νέας ταινίας του Τέρενς Μάλικ, στο διαγωνιστικό τμήμα του φεστιβάλ Καννών αποτέλεσε κάτι περισσότερο από γεγονός: η έκσταση με την οποία οι σινεφίλ περίμεναν το νέο πόνημα του ιδιοσυγκρασιακού καλλιτέχνη θύμιζε θρησκευτική ευλάβεια, κατανυκτική προσμονή, πίστη για το θαύμα. Εχουμε συνηθίσει να αναφερόμαστε στη «μαγεία», όταν μιλάμε για σινεμά, αλλά συνήθως αυτό έχει να κάνει με καθαρό εντυπωσιασμό, το πρώτο, μονοεπίπεδο ερέθισμα του αμφιβληστροειδούς μπροστά σε blockbuster εικόνες, εφετζίδικα τεχνολογικά κατασκευάσματα, ή εύκολο μελό συναίσθημα. Το σινεμά του Μάλικ όμως διαπερνά την έκπληξη του φωτοευαίσθητου χιτώνα μας και χτυπά κατευθείαν στην συναισθηματική μας νοημοσύνη. Ο Μάλικ δεν προσφέρει απλά μαγεία. Σε κάνει να την πιστεύεις με όλη σου τη δύναμη.

Κι αυτό γιατί μ' έναν παράδοξο τρόπο μιλάει για τη ζωή σου, την πραγματική ζωή σου, αυτή που δεν ζεις με την καθημερινότητά σου, αυτή που αγνοείς, αυτή που τρέχεις πολύ γρήγορα για να προσέξεις. Υπάρχουν στιγμές που ξαφνικά ξυπνά όλο μας το σώμα, μικρές συναισθηματικές βελόνες ζωντανεύουν νεκρά σημεία του εγκεφάλου, η καρδιά χτυπά δυνατότερα. Για λίγα δευτερόλεπτα όλα μυρίζουν πιο δυνατά, όλα γίνονται πιο κατανοητά, τα μάτια διάπλατα χωρούν τον κόσμο όλο. Εκεί στέκεται το βλέμμα του Μάλικ. Αυτό θέλει να αποτυπώσει. Τη στιγμή.

O φιλόσοφος

Διαβόητος για το πόσο αγνοεί την «ιστορία» στις ταινίες του, πόσο αφαιρετικά κινηματογραφεί τους ηθοποιούς του, ο Μάλικ καταγράφει το χώρο, το χρόνο, την εμπειρία, την αίσθηση, το βίωμα. Τον αέρα, τον ορίζοντα, το φως, το γρασίδι που μεγαλώνει.

Απόφοιτος της Φιλοσοφικής Σχολής του Χάρβαρντ, είναι βαθιά επηρεασμένος από τους δασκάλους του για τον τρόπο που παρατηρεί κινηματογραφικά τη ζωή. Ο σκεπτικισμός των Καντ, Χάιντεγκερ Βιτγκενστάιν για το ότι ο κόσμος μπορεί να μην είναι αυτό που βλέπουμε, αλλά κάτι που οι άνθρωποι ούτε συνειδητοποιούμε ούτε μοιραζόμαστε, μοιάζει να τον εμπνέει, να καθοδηγεί την κάμερά του, να παίρνει το τιμόνι στην αφήγηση των ταινιών του. Σήμα κατατεθέν η αγάπη του να κινηματογραφεί τον ορίζοντα: μία γραμμή που βλέπεις, αλλά στην ουσία δεν υπάρχει. Ορίζοντες κυριαρχούν στην μέση των πλάνων του, χωρίς να συμμετέχουν στην «πλοκή», σε νεκρό χρόνο. Ορίζοντες για να θυμίζουν το διαχωρισμό ανάμεσα στο γήινο και στο κοσμικό σύμπαν, σε όσα καταλαβαίνουμε και σε όσα μας ξεπερνούν.

Ολόκληρο το αμερικανικό σινεμά έχει χτιστεί πάνω στο αμερικανικό όνειρο: το όνειρο της φυγής, του ταξιδιού, του προορισμού της Γη της Επαγγελίας. Ο Μάλικ έρχεται να το γκρεμίσει. Ακολουθώντας τα χνάρια του φιλοσόφου Τζόρτζιο Αγκάμπεν, αντιμετωπίζει τους ήρωές του ως «ανθρώπους που ονειρεύονται το γλέντι, αναπολούν το γλέντι, αλλά δεν έχουν τα εργαλεία να ζήσουν το γλέντι όταν αυτό συμβαίνει». Και για αυτό η κάμερά του καταγράφει το πριν, το μετά αλλά όχι τη δράση. Ταυτόχρονα, για αυτό ο φακός του αγνοεί αυτό που η πλοκή απαιτεί, και εστιάζει σ' αυτό που πραγματικά συμβαίνει – τον αέρα, το φως, το γρασίδι που μεγαλώνει.

Η μαρτυρία του Εμάνουελ «Τσίβο» Λουμπέσκι, του διευθυντή φωτογραφίας στο «The Tree of Life» είναι ενδεικτική: «Ο Μάλικ δεν κάνει σινεμά με τους υπάρχοντες κανόνες. Δημιουργεί τους δικούς του. Και μετά, στο γύρισμα, τους σπάει και αυτούς». Ο Λουμπέσκι ομολογεί ότι η εμπειρία του «The Tree of Life» δεν συγκρίνεται με τίποτα άλλο στη ζωή του: «Η φωτογραφία λειτουργεί σε μία ταινία για να αποτυπώσει ξεκάθαρα την εικόνα. Σ' αυτή την ταινία έμαθα πώς να αποτυπώνω το συναίσθημα. Από τη συνεργασία μου με την NASA για τα πλάνα του σύμπαντος, μέχρι την εμπειρία να... μην κινηματογραφούμε τους ηθοποιούς όταν γύριζαν τη σκηνή τους, αλλά μία αντανάκλαση, τον αγέρα, το σκελετό του απέναντι παράθυρου, όλα ήταν πρωτόγνωρα για μένα. Νομίζω ότι ο Σον Πεν παρατηρούσε τον Τέρενς στο σετ μ' ένα ύφος σαν να μην πίστευε αυτό που έβλεπε. Σαν να μην ήξερε αν θα έπρεπε, ως σκηνοθέτης, να το μιμηθεί στην επόμενη δουλειά του ή να το διαγράψει ως παράδειγμα προς αποφυγή. Ο Μπραντ Πιτ πρέπει να κατάλαβε την ταινία, μετά από δύο εβδομάδες γύρισμα...»

Ηθοποιός του, το φως...

Η σχέση του Μάλικ με τους ηθοποιούς του ήταν πάντα επεισοδιακή: ο Εντριεν Μπρόντι έφυγε από τα γυρίσματα της «Λεπτής Κόκκινης Γραμμής» το 1998 πιστεύοντας ότι ήταν ο βασικός πρωταγωνιστής, για να ανακαλύψει ότι τα δέντρα είχαν περισσότερο φιλμικό χρόνο από τα πέντε λεπτά που του επέτρεψε ο σκηνοθέτης του μετά το κόψιμο στο μοντάζ. Ξακουστοί οι καυγάδες με τον Ρίτσαρντ Γκιρ (στα πλατώ του «Μέρες Ευτυχίας» του 1978), ανέκδοτο η αφήγηση του Μάρτιν Σιν για την μοναδική καθοδήγηση που είχε στο «Badlands» το 1973: «Σκέψου το όπλο ως μαγικό ραβδί». Κι όμως, κοιτάξτε τις ερμηνείες που τελικά κατέθεσαν. Ο Μάλικ μπορεί να μην τους αναλύει τη συναισθηματική φόρτιση ή το αδιέξοδο των ηρώων τους, μπορεί να τους μιλάει ποιητικά, προσφέροντάς τους λυρικές, αφαιρετικές κατευθύνσεις, όμως καταλήγει να κινηματογραφεί γυμνά την αλήθεια τους. Ο Σιν ήταν πιο αποκαλυπτικός στο «Badlands» από την εμβληματική του ερμηνεία στο «Αποκάλυψη Τώρα», ο Γκιρ από σταρ έγινε ηθοποιός, ο Κόλιν Φάρελ (στο «Νέο Κόσμο» του 2006) έμαθε να σιωπά, και τα πέντε λεπτά του Εντριαν Μπρόντι ήταν τα καλύτερα της καριέρας του.

Μ' αυτή την άποψη συμφωνεί και η ηθοποιός Φιόνα Σο, που σε συνέντευξή της στο «Empire» δήλωσε ότι δεν έχει ιδέα αν στο final cut έχει διασωθεί η ερμηνεία της για παραπάνω από δύο δευτερόλεπτα, αλλά ελπίζει ότι σ' αυτά τα δύο δευτερόλεπτα που τον εξυπηρετούσαν, θα έχει βγάλει τον καλύτερο εαυτό της. Η γνωριμία τους ήταν εξ' αρχής επεισοδιακή. «Με πήρε τηλέφωνο και μου είπε ''Είμαι ο Τέρενς Μάλικ, γυρίζω μία ταινία και αναρωτιόμουν αν θα σ' ενδιέφερε να με βοηθήσεις. Θα ήθελα να γράψεις εσύ το ρόλο σου''. Κι όταν πήγα στο πρώτο γύρισμα με αποτελείωσε: ''Που θα ήθελες να γυρίσεις τις σκηνές σου;'' Δεν έχω ποτέ ξαναζήσει μία τόσο καθολικά δημιουργική εμπειρία.»

Η εκκεντρική προσέγγιση του Μάλικ στο γύρισμα, ο τρόπος που πιστεύει ότι η ταινία έχει τη δική της ζωή και τις δικές της επιταγές, πρέπει να έβρισκε αντίπαλο δέος μόνο στα σετ του Κιούμπρικ. Τελειομανία, εμμονή, παραγωγοί που τραβούσαν τα μαλλιά τους. Ενας σκηνοθέτης στην ηγεσία της ταινίας του, που ξέρει τι θέλει και ακολουθεί τις δικές του προτεραιότητες – ακόμα κι αν αυτές είναι να γυρίζει όλη την ταινία («Μέρες ευτυχίας»), πλάνο πλάνο, μόνο στα 25 λεπτά πριν δύσει ο ήλιος καθημερινά, ώστε να έχει ακριβώς το φως που επιθυμεί, ακόμα κι αν αυτό τον κάνει να υπερβεί εξωφρενικά το πρόγραμμα και τον προϋπολογισμό.

Ισως για αυτό παίρνει τόσο το χρόνο του ανάμεσα στις ταινίες. Η ιδέα, ο σχεδιασμός, το γύρισμα για αυτόν έχουν άλλους ρυθμούς που δεν συμβαδίζουν με την αγοραστική ταχύτητα του Χόλιγουντ και του σινεμά ως προϊόντος με ημερομηνία λήξης. Ο Μάλικ απαιτεί να νιώθουμε το σινεμά του, γιατί πρώτος αυτός ως σκηνοθέτης-ποιητής το προσεγγίζει με τεντωμένη την ευαισθησία του.

Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι η αγορά καταλαβαίνει την ποίηση, όσο τα νούμερα. Ή τουλάχιστον δεν την επιβραβεύει. Μετά από 20 χρόνια, η μεγάλη του επιστροφή με την ελεγειακή ωδή του για τον πόλεμο και την καταστροφή («Λεπτή Κόκκινη Γραμμή»), μπορεί να συγκλόνισε κριτικούς, μπορεί να προτάθηκε για 7 Οσκαρ, αλλά τελικά επισκιάστηκε από τον καταιγιστικό νεοτερισμό του Σπίλμπεργκ («Η Διάσωση του Στρατιώτη Ράιαν»). Κι όμως η δική του εκδοχή στέκεται ακόμα ως την πιο ώριμη ματιά στον παραλογισμό του πολέμου – και δεν έχουμε δει ποτέ την 6ωρη version που αποτελεί το πραγματικό director's cut.

Τhe Tree of Life: Η επιστροφή του ποιητή

Με το που ανέβηκε το trailer στο διαδίκτυο ξεκίνησαν οι θεωρίες. Πλάνα από το σύμπαν, εικόνες δεινοσαύρων, και στο επίκεντρο ένα αγόρι που μεγάλωσε στα 50ς, και τώρα ως άντρας με την μορφή του Σον Πεν αφηγείται την ιστορία του πατέρα του (Μπραντ Πιτ) και της οικογένειάς του. Θα είναι μία μικρή ιστορία ενός παιδιού, μια μεγάλη ιστορία για μια χώρα, μία επική ιστορία για τη ζωή; Το πορτρέτο μιας διαλυμένης οικογένειας, ή το πορτρέτο μιας χαμένης Αμερικής; Μία ταινία για τη βαριά σκιά ενός δέντρου (μιας υπάρχουσας, αιωνόβιας βελανιδιάς στο Τέξας), ή το βάρος των οικογενειακών δεσμών, του δέντρου της ζωής;

Θεωρίες θέλουν τον Μάλικ να είχε την ιδέα στις αρχές της δεκαετίας του '80, κι ότι αυτό το πρότζεκτ θα ακολουθούσε τις «Μέρες Ευτυχίας». Ο τότε τίτλος του ήταν «Q» και ο σκηνοθέτης εγκατέλειψε τις προσπάθειες να πείσει την Paramount να πιστέψει στο σενάριο με τους ελάχιστους διαλόγους γύρω στο 1983 – όταν όμως είχε ήδη περάσει δύο σχεδόν χρόνια να κινηματογραφεί μέδουσες στους ωκεανούς και παγόβουνα να λιώνουν στον Αρκτικό Κύκλο.

Τριάντα σχεδόν χρόνια μετά (2009), ακούμε ότι γυρίζει το «Tree of Life» αλλά περνάνε πάλι δύο σεζόν που όχι απλά η ταινία δεν κυκλοφορεί, αλλά δεν έχουμε δει ούτε εικόνα. Μέχρι λίγους μήνες πριν που το Internet παίρνει φωτιά. Η αφαιρετική ομορφιά των πλάνων υπερισχύουν της κατανόησης της ιστορίας. Δεν ξέραμε ακόμα τι θα δούμε.

Η ζωή, ο θάνατος, ο γαλαξίας, ο ωκεανός, η ζούγκλα, ο άνθρωπος, οι δεινόσαυροι.

Ποιο είναι το θέμα του Μάλικ; Ολα τα παραπάνω; Τίποτα από όλα αυτά;

Εχει πραγματικά σημασία;

Tags: Cannes 2011