Θα περάσουν περίπου 30 λεπτά κινηματογραφικού χρόνου μέχρι να εμφανιστεί στην οθόνη η Μάρτζ Γκούντερσον, μια από τις πιο αυθεντικές, αξέχαστες ηρωίδες που γέννησε ποτέ το μοντέρνο αμερικάνικο σινεμά. Τη συναντάμε στο κρεβάτι της μαζί με το σύζυγό της, όταν θα τους ξυπνήσει ένα τηλεφώνημα. Μια τριπλή δολοφονία καλεί την Μάρτζ στο καθήκον. Οταν θα σηκωθεί, θα ανακαλύψουμε ότι είναι έγκυος σε προχωρημένο σημείο και ότι ο σύζυγος της δεν υπάρχει περίπτωση να την αφήσει να φύγει χωρίς να έχει πάρει πριν ένα χορταστικό πρωινό. Μια τρυφερή, αναπάντεχη μέσα στην μπαναλιτέ της, οικογενειακή στιγμή κάπου στη χιονισμένη Μινεσότα, εκεί όπου για μισή ώρα πριν οι αδελφοί Κοέν έχουν απλώσει πάνω στον λευκό καμβά τον απαράμιλλο χάρτη μιας κοινωνίας που άγεται και φέρεται από το χρήμα, τον εγωισμό, την ανοησία και το έγκλημα.

Η Μάρτζ θα φάει το χορταστικό πρωινό της, θα βάλει το ζεστό πανοφώρι της και θα πάει στον τόπο του εγκλήματος μόλις που ξημερώνει. Θα αντιμετωπίσει τις δολοφονίες σαν μια ρουτίνα (ενδιαφέρεται περισσότερο για τον ζεστό καφέ που της προσφέρει ο συνάδελφος της παρά για τα πτώματα στα πόδια της) και θα ξεκινήσει για να ξετυλίξει το μίτο ενός μυστηρίου που εμπλέκει μέλη της τοπικής κοινωνίας αλλά και δύο περίεργους ξένους που διέσχισαν την περιοχή τους αφήνοντας διακριτά ίχνη. Γυρίζοντας στο τμήμα, ο άντρας της της έχει φέρει μεσημεριανό και μόνοι τους μέσα στο γραφείο της απολαμβάνουν ακόμη μια τρυφερή, αναπάντεχη μέσα στην όχι πια μπαναλιτέ της, σκηνή, καθώς γύρω τους η Αμερική αποκαλύπτει το πραγματικό, σκοτεινό, γελοίο, τόσο κακόμοιρο που καταντά συμπαθητικό πρόσωπο της.

Και αυτά είναι όλα όσα χρειάζεται να γνωρίζετε για το «Fargo», την ταινία που, χωρίς καμία υπερβολή, πολύ περισσότερο από τις πιο θρυλικές ταινίες των αδελφών Κοέν - όπως τον «Μεγάλο Λεμπόφσκι» ή το «Καμιά Πατρίδα για τους Μελλοθάνατους» (ας αφήσουμε για πάντα απέξω το «Barton Fink») - αποτυπώνει με τον πιο «μαύρο» τρόπο τη βαθύτερη ουσία του σινεμά τους που δεν είναι άλλη από την ανθρώπινη αδυναμία. Κάθε ήρωας τους, περισσότερο εδώ από πουθενά αλλού και πέρα από την Μάρτζ, ο πιο καλά γραμμένος και από την πραγματικότητα Τζέρι Λούντεγκααρντ, αλλά ακόμη και οι δύο πληρωμένοι δολοφόνοι που συναγωνίζονται σε «ανοησία» τους πραγματικούς «κακούς» της ιστορίας, αποτελεί από μόνος του την ανθρωπογεωγραφία όχι μόνο της ενδοχώρας μιας… ηπείρου που θύμιζε ανέκαθεν κάτι ανάμεσα σε film noir και μαύρη κωμωδία, αλλά και την ειδοποιό διαφορά ανάμεσα σε παράλληλες διαδρομές άλλων εμπνευστών της κατάρριψης του αμερικανικού ονείρου.

Οι ήρωες των αδελφών Κοέν είναι λες βγαλμένοι από κόμικ. Καρικατούρες με εξωτερικά χαρακτηριστικά που τους κάνουν αξέχαστους. Ομως, εκεί που για παράδειγμα ο Κουέντιν Ταραντίνο θα τους άφηνε σχήματα και «θύματα» της ίδιας της κοινωνίας για την οποία ευθύνονται οι ίδιοι, οι αδελφοί Κοέν δίνουν στο «Fargo» διαστάσεις ανθρώπινες σε χάρτινους χαρακτήρες, απαντώντας οριστικά στο ερώτημα του «γιατί» που είναι πάντα και παντού η ανθρώπινη αδυναμία, αυτό το κάτι που κάνει τους ανθρώπους «μεγάλους» ή «μικρούς», πολλές φορές με αντιφατικά συμπεράσματα απ' όσα προφανή θα περίμενε κανείς.

Παίζοντας (και διασκεδάζοντας αφόρητα) με την ισοπέδωση όλων των στερεοτύπων, και από την πλευρά των κακών και από τη πλευρά του νόμου, οι αδελφοί Κοέν (τη σκηνοθεσία υπογράφει ο Τζόελ, αλλά αυτό δεν άφησε ποτέ αμέτοχο ευθυνών τον Ιθαν), «αδειάζουν» μια ολόκληρη χώρα από την περήφανη περιβολή της για να αποκαλύψουν πως πίσω από κάθε σαθρή ευημερία κρύβεται ένα εν δυνάμει έγκλημα ή και ένα θαύμα.

Οπου έγκλημα, μια κοινωνία «ισχυρών» που θα τσιγκουνευτούν τα λύτρα ακόμη κι όταν αφορά την κόρη τους, μια κοινωνία μικρόνοων εκμεταλλευτών και μικροαπατεώνων που πιστεύουν ότι θα τη βγάζουν για πάντα καθαρή, μια κοινωνία από νυχτερινούς επισκέπτες που πέρα από τον κυνισμό δολοφονούν και δολοφονούνται - όλοι ίσως με την ελπίδα πως το χιόνι θα καλύπτει για πάντα το αίμα που μοιάζει να έχει ποτίσει προαιώνια την φαινομενική ευτυχία τους και πως, ίσως για μια φορά, να σταθούν τυχεροί και να πιάσουν τη καλή.

Οπου θαύμα, η Μάρτζ, alter ego των ίδιων των Κοέν, γυναικείος χαρακτήρας που κλείνει για πάντα τη συζήτηση γύρω από το αν γράφονται σπουδαίοι γυναικείοι ρόλοι στο αμερικάνικο σινεμά για γυναίκες στα 40 τους χρόνια και μια ερμηνεία (που πέρα και πάνω από το Οσκαρ που κέρδισε - φυσικά - στη χρονιά της η Φράνσις ΜακΝτόρμαντ) που είναι από μόνη της όλα όσα μπορεί να πει κανείς για το genre των αδελφών Κοέν. Εχοντας θητεύσει όχι μόνο σε φιλμικό αλλά και πραγματικό χρόνο δίπλα στο σύζυγό της Τζόελ Κοέν, η Φράνσις Μακ Ντόρμαντ είναι η ίδια η μαύρη κωμωδία, η κυνική αστυνομικός που δεν συγκινείται από τα ανθρώπινα πτώματα (αλλά περισσότερο από ένα καλομαγειρεμένο φρικασέ), η outsider που ποτέ δεν θα υποψιαζόσουν καν ότι είναι μια πανέξυπνη γυναίκα που όχι μόνο θα ξεσκεπάσει τους ενόχους, αλλά θα το κάνει έχοντας πριν σκανάρει με εξονυχιστικό τρόπο όλην την επιφάνεια μιας «τραγικωμωδίας» που διαδραματίζεται έξω από την πόρτα του σπιτιού της.

Οχι αθώα (φυσικά), πιο ανθρώπινη και πολύπλοκη από κάθε μέλλουσα μητέρα, η Μάρτζ είναι το «Fargo». Αυτή η μικρή πόλη στη μέση του πουθενά μέσα στην οποία γεννιούνται τα μικρά και μεγάλα εγκλήματα της καθημερινότητας. Ανθρώπινα, βλακώδη, αληθινά μέσα στην λεπτή ειρωνία της αναπαραγωγής τους από το επαρχιακό αστυνομικό ρεπορτάζ. Σχεδόν μεγαλειώδη ακόμη και πριν από τη λύση τους, εγκλήματα παγιδευμένα μέσα σε σκηνές καθημερινότητας σαν αυτή που τόσο τρυφερά (κι όμως τόσο «μαύρα») κλείνει την ταινία.