Βρισκόμαστε στο 1971. Στη Βόρειο Ιρλανδία ο εμφύλιος πόλεμος ανάμεσα στους Προτεστάντες και τους Καθολικούς έχει μετατρέψει το Μπέλφαστ σε εμπόλεμη ζώνη, ενώ παραστρατιωτικές ομάδες και των δύο πλευρών, συμμορίες, μυστικοί πράκτορες και η εμπλοκή της μαμάς Αγγλίας κάνουν την κατάσταση να θυμίζει ένα ναρκοπέδιο εν εξελίξει. Εκεί θα βρεθεί μόνος του και τραυματισμένος μετά από μια συμπλοκή του Βρετανικού στρατού με τους πολίτες του Μπέλφαστ, ξεχασμένος από την ομάδα του, ένας νεαρός Αγγλος στρατιώτης για να περάσει μια εφιαλτική νύχτα που κανείς δεν μπορεί να γνωρίζει αν το τέλος της θα τον βρει ζωντανό.

Θα μπορούσες να επαινέσεις τον πρωτοεμφανιζόμενο στη μεγάλου μήκους, γαλλικής καταγωγής Βρετανό Γιαν Ντεμάνζ για τον τρόπο με τον οποίο αναπαριστά μια ολόκληρη - τραυματική - εποχή για τη Μ. Βρετανία και μόνο για την αριστουργηματική σκηνή της συμπλοκής των Αγγλων στρατιωτών με τους οργισμένους κατοίκους στους δρόμους του Μπέλφαστ, γυρισμένη με τον τρόπο που θα έκανε ο Πολ Γκρίνγκρας αν μέσα του κρυβόταν και μια ισχυρή δόση από το νεαρό επαναστατικό πνεύμα ενός Κεν Λόουτς.

Ο Ντεμανζ όμως δεν είναι ένας σκηνοθέτης που αρκείται σε επαίνους ή μόνο μια σκηνή ανθολογίας. Τα 100 συγκλονιστικά λεπτά τα οποία διαρκεί το «'71» σε αναγκάζουν να τον θαυμάσεις περισσότερες από μια φορές, καθώς ολοκληρώνει με ακρίβεια, απαράμιλλο ρυθμό και τεταμένη αφήγηση ένα υποβλητικό θρίλερ και αντιπολεμικό έπος για κάθε εποχή, κάθε πόλεμο (εμφύλιο και μη), κάθε μικρή και μεγάλη στιγμή της ιστορίας αυτού του κόσμου που παραδόθηκε σε ένα παραλογισμό συμφερόντων και αλόγιστης βίας με θύματα ανθρώπινες ζωές.

Χαμένο, όπως και ο ήρωας του, την περισσότερη ώρα σε ένα no man's land που θα μπορούσε εκτός από το Μπέλφαστ να είναι το Αφγανιστάν, το Ιράκ και κάθε άλλη πόλη που βρίσκεται σε εμπόλεμη ζώνη, το «'71» κυριαρχείται από τις ωμές ερμηνείες των υπέροχων Βρετανών ηθοποιών του, την αυθεντική αναπαράσταση της εποχής, τη μελαγχολική ρετρό φωτογραφία (ψηφιακή στα νυχτερινά πλάνα και με 16mm φιλμ στα ημερήσια), τις σοκαριστικές σκηνές που καθώς διαδέχονται η μία την άλλη κάνουν τον εφιάλτη να ζωντανεύει μπροστά στα ανυποψιάστα μάτια του θεατή και μια διαρκή αίσθηση πως αυτή η νύχτα θα τελειώσει με απώλειες ακόμη και για όσους μείνουν ζωντανοί.

Εκεί όπου δύσκολα το σινεμά φαντασίας θα συναντούσε το ντοκιμαντέρ, το «'71» μοιάζει να έχει γεννηθεί μέσα από τη μεγάλη παράδοση των b-movies και την απέραντη λατρεία στον Τζον Κάρπεντερ, ποτισμένη με τη βρετανική κουλτούρα ενός σινεμά που λοξοδρομεί όπως και ο ήρωάς του προκειμένου να επιβιώσει ανάμεσα στα είδη, την άρτια τεχνική, την ακαριαία επίδραση που προκαλεί στο θεατή και να μεταμορφωθεί τελικά σε κάτι νέο, ένα «ιστορικό» κινηματογραφικό roller coaster που μπορεί ήδη να βρει θέση στα δυστοπικά αριστουργήματα του παγκόσμιου σινεμά.

Με οδηγό τον 23χρονο Τζακ Ο' Κόνελ (θυμηθείτε τον και από τις «Γροθιές στους Τοίχους» του Ντέιβιντ Μακένζι) στο ρόλο του πρωταγωνιστή και με το μεγαλύτερο κομμάτι της ταινίας να διαδραματίζεται από τη δική του οπτική γωνία, ο Ντεμάνζ υπογράφει ένα εκρηκτικό ντεμπούτο - ένα από αυτά που συγκαταλέγονται ήδη στα καλύτερα των τελευταίων χρόνων, ισορροπώντας αξιοθαύμαστα ανάμεσα σε μια ταινία δράσης, ένα βίντεο game και ένα υπαρξιακό δράμα μεγατόνων, μια κινηματογραφική εμπειρία από αυτές που κανείς δεν θα περίμενε ότι θα διαδραματιζόταν μια νύχτα κάπου στο Μπέλφαστ εκείνη την ημέρα του 1971.

Διαβάστε εδώ τη συνέντευξη του Γιαν Ντεμάνζ στο Flix.