Το σινεμά είναι μια κοινωνική εμπειρία - αυτό το αξίωμα παίρνει άλλο νόημα όταν η κοινωνία μέσα στην οποία βλέπεις μια ταινία είναι έγκλειστη, υποχρεωμένη να βλέπει κάθε μέρα πάνω-κάτω τις ίδιες εικόνες.
Ηταν μια πρωτοβουλία της Filmcenter Trianon να κάνει την πρεμιέρα του πολωνικού «Corpus Christi» του Γιαν Κομάσα, στη χώρα μας, όχι σε μια... αμπιγιέ κινηματογραφική αίθουσα, αλλά στο 2ο Σχολείο Δεύτερης Ευκαιρίας Κορυδαλλού «Γεώργιος Ζουγανέλλης», στις Δικαστικές Φυλακές Κορυδαλλού - και το Flix είχε το προνόμιο να βρεθεί εκεί.
Για όποιον δεν έχει περάσει το κατώφλι φυλακών, αυτή είναι μια γειωτική εμπειρία, μια επίσκεψη που σε φέρνει αντιμέτωπο με τα στερεότυπα στη σκέψη σου. Η πρώτη εικόνα, πρωί-πρωί, είναι η είσοδος ασφαλείας - το να παραδώσεις το κινητό σου σημαίνει, σήμερα, ότι χάνεις την αίσθηση του χρόνου. Η προειδοποίηση ότι ανιχνεύονται οι ναρκωτικές ουσίες που φέρεις, ή που έχεις καταναλώσει, δίνει μια άλλη διάσταση στον έλεγχο. Οι γονείς που έρχονται στο επισκεπτήριο με μεγάλες τσάντες γεμάτες τάπερ είναι μια καθημερινότητα ασυνήθιστη και βαριά.
Περνώντας σειρά από σιδερένιες διπλές πόρτες με κάγκελα, σ' ένα περιβάλλον που θυμίζει περισσότερο δημόσιο σχολείο... μεγαλύτερης ασφαλείας, οι εκκλησιαστικές εικόνες ξεπηδούν από κάθε πλευρά: στους τοίχους, στο desktop των υπαλλήλων, στις ζωγραφιές των κρατουμένων. Η διαδρομή οδηγεί σε μια μικρή, εξαντρίκ όαση. Μια αυλή καταπράσινη, με μια μεγάλη μακέτα εκκλησίας στο κέντρο, με κεραμιδωτό γκαζίμπο από το οποίο ξεφυτρώνει ένα πλατύ δέντρο. Κότες καλοθρεμμένες, ένα παγόνι που βολτάρει και λουλούδια, τριαντάφυλλα κι άλλα χρωματιστά. «Οι κότες είναι των υπαλλήλων,» μας εξηγούν, «τα λουλούδια ήταν παραμελημένα, ευτυχώς ήρθε ο κύριος Λάκης Γαβαλάς και τα φρόντισε κι ομόρφυνε ο κήπος.»
Ο διάδρομος έξω από την αίθουσα όπου θα γίνει η προβολή είναι γεμάτος πίνακες από τα εργαστήρια των κρατουμένων κι ένα τραπέζι πινγκ-πονγκ. Καμιά πενηνταριά άντρες στέκονται ολόγυρα και περιμένουν ν' αρχίσουμε. «Ξέρεις πόσο συχνά βλέπω εγώ ταινίες στο μυαλό μου;» Οι θεατές της μέρας ανήκουν στο ΣΔΕ, το Σχολείο Δεύτερης Ευκαιρίας, που δίνει στους κρατούμενους απολυτήριο Γυμνασίου. «Να πείτε ότι θα μπορούσε να δίνει και Λυκείου σε κάποιους που το θέλουν, αλλά δεν έρχονται καθηγητές να διδάξουν.» Η φυλακή έχει και φοιτητές, που σπουδάζουν εξ' αποστάσεως, ή και παρακολουθούν μαθήματα με βραχιολάκι.
Η αίθουσα γεμίζει, γεμίζουν κι οι επιπλέον καρέκλες που φέρνουν οι εργαζόμενοι για να χωρέσουμε όλοι. Το κοινό είναι ανάμεικτο: διάφορες εθνικότητες, διάφορες ποινές, δεν ρωτάς, όπως δεν ρωτάς τον διπλανό σου στο σινεμά. Η προβολή ξεκινά και οι άνδρες παρακολουθούν προσηλωμένοι, τόσο που δεν γίνεται καν το προγραμματισμένο διάλειμμα. Πιγούνι στο χέρι, μάτια στην εικόνα, λιγότεροι ψίθυροι απ' ό,τι σε μια αίθουσα σινεμά, καθώς ξετυλίγεται το «Corpus Christi», η ιστορία του Ντάνιελ, του 20χρονου αποφυλακισμένου που θέλει να γίνει ιερέας, αλλά το ποινικό μητρώο του δεν του το επιτρέπει.
Την προβολή ακολουθεί συζήτηση, οι κρατούμενοι μιλούν με όλη την γκάμα εντυπώσεων, από την πυγμή ως το χιούμορ. Τι τους έκανε εντύπωση; Πώς ένας άνθρωπος, αν αλλάξει εσωτερικά, μπορεί ν' αλλάξει την κοινότητα όπου ζει. Οτι... είδαν την ταινία πρώτοι, πριν απ' όλους τους άλλους Ελληνες θεατές που μπορούν να τη δουν από το ίδιο βράδυ και μετά. Οτι οι κοινωνικοί κανόνες κουβαλούν μαζί τους την υποκρισία. Οτι το δύσκολο είναι η συγχώρεση, το εύκολο είναι η κρίση, η κριτική, έξω αλλά και μέσα από τη φυλακή. Και κάτι ακόμα, «αφού ο ήρωας εξέτισε την ποινή του, πέρασε την τιμωρία του, γιατί όταν βγει έξω δεν μπορεί να γίνει παπάς, γιατί δεν του δίνουν τη δεύτερη ευκαιρία του;» Ναι, αυτή είναι η μοναδική συζήτηση που αξίζει να γίνει.
Οταν τελειώνουν οι κουβέντες, όταν λήγει η ώρα του σχολείου, σ' ένα στιγμιαίο κλείσιμο των ματιών, ο χώρος κι ο διάδρομος έχει αδειάσει απόλυτα, οι κρατούμενοι έχουν φύγει, για να συνεχίσουν τη ρουτίνα της φυλακής, σαν το κινηματογραφικό διάλειμμα κι η ανθρώπινη συναναστροφή να ήταν κι αυτά ταινία. Κι εμείς φεύγουμε, περνώντας ξανά τις πόρτες, προς τα έξω αυτή τη φορά. Ο καθένας με τις σκέψεις και τις εντυπώσεις του, μιας δύναμης ανάλογης με τις φορές που έχει περάσει την είσοδο.
Με την υπόσχεση ενός νέου ραντεβού, ευχαριστούμε τη Filmcenter Trianon, τους υπαλλήλους της φυλακής που μας φιλοξένησαν και την Ελένη Λιντζαροπούλου που μας καθοδήγησε. Και τους κρατούμενους που μας έκαναν παρέα.