Μια μικρή πόλη, ελέγχεται οικονομικά από έναν διεφθαρμένο ιδιοκτήτη τράπεζας και τηλεοπτικού καναλιού, με αποτέλεσμα να έχει συγκεντρώσει όλο το ρευστό της και να εξαθλιώσει τους κατοίκους της. Κάποια μέρα το «αφεντικό» μετά από μηχανορραφίες της «συμμορίας» του, απολύει τον Αχιλλέα, έναν εργατικό υπάλληλο στην τράπεζα του. Ο Αχιλλέας από τη μια μέρα στην άλλη βρίσκεται στο δρόμο και αντιμέτωπος με τη σκληρή πραγματικότητα. Κάποια στιγμή συναντά στο δρόμο του έναν παράξενο άνθρωπο που του προτείνει να …αλλάξει τον κόσμο με ένα πολύ παράδοξο τρόπο. Ο Αχιλλέας δέχεται και ένα περίεργο ταξίδι ξεκινά!
Είναι σαφής η φιλοδοξία του δημιουργού του «Utopia...» να φτιάξει κάτι σαν ένα βωβό ασπρόμαυρο παραμύθι που να ακουμπά με το ένα πόδι στην εποχή μας (της κρίσης) και με το άλλο να ίπταται - μέχρι και κυριολεκτικά - της πραγματικότητας σαν να επρόκειτο για μια παραβολή που ρεμιξάρει τον Ρομπέν των Δασών με τον Αγιο Βασίλη - ή κάτι τέτοιο...
Είναι όμως περισσότερο και από προφανής η... ηχηρή, παρά την έλλειψη πρόζας, σύγκρουση του ερασιτεχνισμού με τον λαϊκισμό που ισοπεδώνει τη φιλοδοξία, αφού από τη μία βρίσκεσαι αντιμέτωπος (και ανυπεράσπιστος) με το τέρας του no budget που όχι μόνο δεν βρίσκει αντίβαρο τουλάχιστον στην ιστορία, αλλά αναπαράγει και έναν κοινωνικό προβληματισμό που απευθύνεται τουλάχιστον σε νήπια (και κανονικά ούτε σε αυτά).
Η δήθεν απεικόνιση της κρίσης γίνεται με όρους φτηνού εκβιαστικού και μαζί στημένου ρεπορτάζ, η λογική «η κακή τράπεζα - ο καλός πολίτης» μοιάζει πιο αφελής και από τις κάρτες που πέφτουν ενδιάμεσα (στο στυλ του βωβού σινεμά) και σε τεχνικό επίπεδο είναι ελάχιστα (όχι ένα από αυτά δεν είναι η εκνευριστική μουσική που παίζει συνεχώς σε όλη την ευτυχώς μικρή διάρκεια της ταινίας) όσα μπορούν να δικαιολογήσουν ότι αυτό που βλέπεις έχει γίνει για να αφορά κάποιον εκτός από όσους συμμετείχαν εν είδει κινηματογραφικού εργαστηρίου.