Ο Σέρχιο Κοντρέρας γεννήθηκε σε μια πλούσια οικογένεια, της οποίας η μητέρα του ήταν υπηρέτρια. Ετσι αναγκάστηκε να μεγαλώσει με τις καλύτερες συνθήκες, αλλά κρυμμένος από τον κόσμο. Βγαίνοντας έξω στην πραγματική ζωή, αποφάσισε να πάρει τα πράγματα στα χέρια του. Αρνήθηκε να κρατήσει όπλο για λογαριασμό της χούντας και έφυγε από τη Χιλή το 1973, σε ηλικία 17 ετών, λίγους μήνες μετά την πτώση του Σαλβαδόρ Αλιέντε από τον Πινοσέτ. Μετά από ένα μεγάλο ταξίδι κατέληξε στο Σέφιλντ της Αγγλίας. Το 2011 επισκέφθηκε τη Χιλή για πρώτη φορά από τότε που αποφάσισε να αυτοεξοριστεί.
O Σέρχιο Κοντρέρας γνωρίζει πως η μέχρι σήμερα ζωή του υπήρξε μυθιστορηματική όσο λίγες. Το αναφέρει μάλιστα σε μια από τις πρώτες εξομολογήσεις του στην κάμερα πως η ιστορία της ζωής του περιλαμβάνει τα πάντα: δράμα, ευτυχία, μιζέρια – όλα τα υλικά για ένα μυθιστόρημα από αυτά που θα διάβαζες συνεπαρμένος επειδή θα απέδιδες κάθε νέα απίθανη σελίδα στη φαντασία ενός συγγραφέα και δεν θα σκεφτόσουν ποτέ πως τις πιο απίθανες ιστορίες τις φτιάχνει η ίδια η ζωή.
Με κομβικό σημείο τη φυγή του από τη Χιλή στα 17 του χρόνια, μια αυτοεξορία που έκρυβε εξαρχής μέσα της και την προσωπική του ανάγκη να γνωρίσει τα όριά του, ο πρωταγωνιστής του «Un Condor» αφηγείται τη ζωή του σε δύο ή και περισσότερους χρόνους – το 2005 από το Σέφιλντ της Αγγλίας, το 2011 με την επιστροφή του στη Χιλή μετά από περίπου 40 χρόνια, πριν και μετά από μια στιγμή μέσα στο χρόνο – έτσι ώστε η πολιτική της δύναμη να πηγάζει όχι τόσο από τα γεγονότα που διαδραματίστηκαν στο πολιτικοκοινωνικό σκηνικό της Χιλής αλλά από την ακαταμάχητα ανθρώπινη πλευρά μιας μικρής «οδύσσειας» μέσα στο χώρο και το χρόνο.
Ισως γι’ αυτό και ο Γιάννης Κολόζης (τυχερός να έχει μπροστά στην καμερά του τον Σέρχιο Κοντρέρας στους πολλαπλούς «χρόνους» της αφήγησής του) διακόπτει τη συναρπαστική ιστορία της ζωής του ηρωά του για να τον αφήσει να περιηγηθεί στον τόπο που γεννήθηκε και μεγάλωσε, αναζητώντας όλες τις μικρές και μεγάλες αλλαγές που συνέβησαν σε αυτά τα 38 χρόνια. Σε αυτές τις στιγμές που κανονικά ορίζουν μια ολόκληρη ζωή, σε μια επίσκεψη στο σπίτι που γεννήθηκε, στο νεκροταφείο, στους παλιούς φίλους και στα απόκοσμα άκρα της Χιλής, μέχρι την έρημο της Ατακάμα και ακόμη παραπέρα, σε αυτό το αυτοσχέδιο road trip που τον ξαναβάζει σε τροχιά με τις μνήμες του, εκεί κρύβεται η πραγματική Ιστορία μιας «επιστροφής» που περισσότερο από την αίσθηση της νοσταλγίας αναδύει τη λυτρωτική ασφάλεια της επιβίωσης.
Μια φιγούρα από αυτές τις rock ‘n’ roll που κοιτάζουν τον κόσμο με το ανακουφιστικό βλέμμα του «όλα μπορούν να συμβούν» και ταυτόχρονα ένας άνθρωπος που έζησε κυριολεκτικά κάθε ένα λεπτό της 40χρονης αυτοεξορίας του, σίγουρος πως σε όποια μεριά του κόσμου κι αν τον ρίξεις θα επιβιώσει, ο Σέρχιο Κοντρέρας είναι με διαφορά το ίδιο το πιο δυνατό «θέμα» του «Un Condor», περισσότερο και από το ανομοιογενές τοπίο της Χιλής ή τις ανθρώπινες φιγούρες που συναντάει στη διαδρομή του. Ο Κολόζης αξιοποιεί το υλικό που έχει συγκεντρώσει για να φτιάξει στον ήρωά του ένα πορτρέτο που να αντέχει μέσα στο χρόνο και ακόμη κι όταν οι διαπιστώσεις γύρω από το «βίο και την πολιτεία» του Κοντρέρας εξαντλούνται ή επαναλαμβάνονται αχρείαστα, πάντα κάτι σοφό μοιάζει να βγαίνει από αυτό το λιτό, συχνά ανολοκλήρωτο, άλλες φορές εκβιαστικά «πολιτικό», αλλά - ακολουθώντας τη διάθεση του ήρωά του - συχνότερα αναπάντεχα και αφοπλιστικά ανθρώπινο ταξίδι μέσα σε όλα αυτά τα μέρη του κόσμου και της μνήμης που καμία φορά αξίζει να ονομάζουμε πατρίδες.