Δεν υπάρχει κανείς που δεν θα ήθελε να δει το διάσημο μυθιστόρημα του Χένρι Τζέιμς σκηνοθετημένο από την Φλόρια Σιγκισμόντι.

Η Ιταλοκαναδή που έγινε διάσημη από τα βίντεο κλιπ της (από τον Μέριλιν Μάνσον μέχρι τον Ντέιβιντ Μπόουι και από τη Ριάνα μέχρι τον Τζάστιν Τίμπερλεϊκ) και υπέγραψε το 2010 το υποτιμημένο «Runaways» για το γκρουπ της Τζόαν Τζετ, έμοιαζε ιδανική επιλογή για μια πιο σημερινή - φεμινιστικά δυναμική - εκδοχή ενός αρχέγονου μύθου που ευτύχησε να έχει τουλάχιστον μία αριστουργηματική φιλμική εκδοχή στο «The Innocents» του Τζακ Κλέιτον από το 1961 - ειδικά όταν το πρότζεκτ υπήρξε αρχικά ένα όνειρο ζωής για τον Στίβεν Σπίλμπεργκ.

Ισως έχει σημασία ότι το «Turning» (όπως είναι ο πρωτότυπος τίτλος της ταινίας) έφτασε στα χέρια της Σιγκισμόντι αφού είχε περάσει πριν με άλλο τίτλο («Haunted») από τον Χουάν Κάρλος Φρεσναντίλο του «28 Weeks Later», αφού το φιλμ μοιάζει «κουρασμένο» ήδη από τις πρώτες του σκηνές, με την Σιγκισμόντι να προσπαθεί (εμφανώς) να δώσει σε ένα κλισέ σενάριο σαν αυτά που γυρίζονται σωρηδόν στη βιομηχανία, μια επίφαση μιας ταινίας λίγο διαφορετικής, λίγο πιο rock ’n’ roll, λίγο πιο κοντά σε ένα γοτθικό παραμύθι που δεν θα αργήσει να γίνει εφιάλτης.

Από τον αφρό της εποχής εμπνέεται και η πρώτη σκηνή της ταινίας: το νεκρό κορμί του Κερτ Κομπέιν στη διάσημη φωτογραφία που θα δούμε και στη συνέχεια μέσα στο δωμάτιο της Κέιτ, πριν αυτή αποχωρήσει από το διαμέρισμα στο οποίο συγκατοικεί με την κολλητή της για να φτάσει σε μια έπαυλη στην εξοχή του Μέιν, μαζί με μια βαλίτσα γεμάτη από τη grudge γκαρνταρόμπα της και με την ευθύνη να γίνει η νταντά ενός μικρού κοριτσιού που είδε τους γονείς του να πεθαίνουν μπροστά στα μάτια του. Το γεγονός ότι είναι πολύ ευαίσθητη απέναντι στα παιδιά που μεγαλώνουν χωρίς τους γονείς τους, συμπληρώνει τη μεγάλη εικόνα όσων χρειάζεται να γνωρίζουμε για την πρωταγωνίστρια, αφού η Κέιτ μεγάλωσε χωρίς πατέρα και η μητέρα της βρίσκεται έγκλειστη σε μια ψυχιατρική κλινική.

Τερματίζοντας από τα πρώτα βήματα της… κάμερας στην (εντυπωσιακή) έπαυλη την έννοια «καλλιτεχνική διεύθυνση», η «Γκουβερνάντα» είναι η αποθέωση της γοτθικής φαντασίωσης, τόσο σε επίπεδο σκηνικών, όσο και σε επίπεδο φωτισμών - για να μην μιλήσει κανείς με θαυμασμό για την κυρία Γκροουζ της Βρετανής Μπάρμπαρα Μάρτεν, τη με διαφορά πιο ενδιαφέρουσα φιγούρα μέσα στο σύμπαν του φιλμ.

Η Σιγκισμόντι παρασύρεται σαν υπνωτισμένη από τη φιγούρα της αλά Κόρτνεϊ Λοβ - Κέιτ (ακόμη μια ενδιαφέρουσα παρουσία της Μακένζι Ντέιβις του «San Junipero» του «Black Mirror» και του «Blade Runner 2049» και του «Εξολοθρευτής: Σκοτεινό Πεπρωμένο», ανάμεσα σε άλλα) μέσα στη φορτωμένη από έπιπλα, υφάσματα, αντικείμενα και… φαντάσματα έπαυλη που, κάπου στη διαδρομή, ξεχνάει πως το σενάριο που έχει στα χέρια της δεν έχει δεύτερο μέρος και επαφίεται μόνο στην ατμόσφαιρα και στα μυστικά που θα αποκαλυφθούν για να ελευθερώσει τον τρόμο. Πράγμα που παρεπιπτόντως (δεν είναι spoiler) δεν θα συμβεί ποτέ, αφού η «Γκουβερνάντα» μοιάζει με οτιδήποτε άλλο εκτός από μια ταινία τρόμου. Ή τελικά, με δεκάδες άλλες που βλέπουμε ετησίως τα τελευταία χρόνια.

Ούτε τα σεξουαλικά υποννοούμενα, ούτε η παραβολή για την «live fast die young» εφηβεία, ούτε οι οπτικές αναφορές στον Χίτσκοκ, ούτε το «άγριο» soundtrack, ούτε οι παρουσίες των Φιν Γούλφχαρντ του «Stranger Things» και της Μπρούκλιν Πρινς του «The Florida Project» δεν είναι στοιχεία ικανά για να ανατρέψουν το γεγονός πως η «Γκουβερνάντα» είναι μια ταινία που θα μπορούσε να φέρει το «Στρίψιμο της Βίδας» στο σήμερα, παίζοντας με τον ταλαιπωρημένο μύθο της ηρωίδας που δεν μπορεί πλέον να ξεχωρίσει όσα συμβαίνουν μέσα στο μυαλό της και όσα εκεί έξω. Φευ! Αν θέλετε οπωσδήποτε να δείτε κάτι από Χένρι Τζέιμς και είστε από τους τυχερούς που δεν έχουν δει το «The Innocents» του Τζακ Κλέιτον ή/και το «The Others» του Αλεχάντρο Αμενάμπαρ, θα προτείναμε ανεπιφύλακτα να προσπεράσετε…