Η ιστορία της Φραντζέσκα και του Ρόμπερτ είναι μια συνηθισμένη ιστορία.
Από αυτές που ίσως δεν θα μάθαινε και ποτέ κανείς, κι όχι μόνο επειδή φρόντισαν και οι δύο να την κρύψουν, κρατώντας την ως το δικό τους μυστικό μέχρι και το τέλος της ζωής τους.
Μια συνηθισμένη ιστορία από αυτές που σίγουρα δεν θα γίνονταν ποτέ ταινία, μια επανάληψη του γνώριμου μοτίβου της συμβιβασμένης γυναίκας που έχει αποδεχθεί την τακτοποιημένη ζωή της στην αμερικανική επαρχία μαζί με τον άνδρα της και τα παιδιά της, μέχρι τη στιγμή που στη ζωή της εμφανίζεται ο τυχοδιώκτης, ο άντρας που μαζί με τον ιδρώτα των ρούχων του κουβαλάει την περιπέτεια αλλά και την ευγένεια του έξω κόσμου.
Η συνέχεια είναι πάντα η ίδια. Η ερωτική περιπέτεια ανάμεσα στους δύο θα κρατήσει για λίγες μέρες, όσες επιτρέπει η απουσία του συζύγου, τα κουτσομπολιά της μικρής κοινότητας και κυρίως οι αναστολές μιας γυναίκας που θα έρθει αντιμέτωπη με το μεγαλύτερο δίλημμα της ζωής της, ακριβώς τη στιγμή που είχε ξεχάσει τι σημαίνει να έχεις και μια δεύτερη επιλογή. Το τέλος είναι συνηθισμένο, σχεδόν προδιαγεγραμμένο ήδη πριν την πρώτη συνάντηση. Η επιστροφή στην παλιά ζωή, μονόδρομος.
Μια ακόμη ιστορία μιας ερωτικής περιπέτειας που διαρκεί λιγότερο και από το χρόνο που θα χρειαστείς για να την αφηγηθείς.
Πώς, λοιπόν, αυτή η συνηθισμένη, ήδη ξεχασμένη από την Ιστορία του κόσμου (και ως λογοτεχνικό πόνημα από τον Ρόμπερτ Τζέιμς Γουόλερ), ιστορία γίνεται στα χέρια του Κλιντ Ιστγουντ ένα από τα πιο κοσμογονικά love stories που αφηγήθηκε ποτέ το σινεμά; Πώς η ιστορία της Φραντζέσκα και του Ρόμπερτ καταφέρνει να μοιάζει με ένα (όχι μόνο κινηματογραφικό τελικά) αρχέτυπο πάνω στον έρωτα της μέσης ηλικίας και μαζί η πιο σπαρακτική εικονογράφηση όλων των «τι θα γινόταν αν…» που δεν απαντήθηκαν ποτέ στις ζωές των ανθρώπων;
Οι απαντήσεις δεν είναι προφανείς. Βρίσκονται όμως όλες στον αριστοτεχνικό, βαθιά ευαίσθητο, ειλικρινή σε κάθε του έκφανση τρόπο με τον οποίο ο Κλιντ Ιστγουντ κινηματογραφεί τη Φραντζέσκα και το χώρο μέσα στον οποίο ζει, το «σώμα» δηλαδή μέσα στο οποίο εισβάλλει ο Ρόμπερτ, διαταράσσοντας την κοσμική τάξη ενός σύμπαντος προ πολλού παραδομένου στην ασφάλεια μιας ρουτίνας που δεν είχε αναπτύξει ποτέ άμυνες για να προστατευθεί, πόσο μάλλον να επιτεθεί.
Οι «Γέφυρες του Μάντισον» είναι σαν την Φραντζέσκα.
Είναι μια ταινία - γυναίκα που στην αρχή είναι κλεισμένη στον εαυτό της, που σιγά σιγά αφήνει τον εαυτό της ελεύθερο να εκπλαγεί, να φλερτάρει, να μιλήσει για τον εαυτό της, να ξεκαρδιστεί, να αναδιπλωθεί και γυμνή να κοιτάξει τον εαυτό της στον καθρέφτη, να κάνει σεξ με έναν ξένο στο σπίτι που μεγαλώνει τα παιδιά της, να επαναφέρει το κορίτσι που κάποτε ξεκίνησε από την Ιταλία με ένα όνειρο που κόλλησε στη σκόνη της Αϊόβα, να φωτογραφηθεί κάτω από τις πανέμορφες γέφυρες του Μάντισον. - αυτές που ξέρει ακριβώς που βρίσκονται αλλά δεν τις είχε περπατήσει ποτέ με τα μάτια ενός άντρα να την ακολουθούν σε κάθε της βήμα.
Καθώς η Φραντζέσκα αποφασίζει να ζήσει την περιπέτεια που της προσφέρει ο Ρόμπερτ, σίγουρη πλέον πως δεν αργεί η στιγμή που η απόφαση του αν θα μείνει ή θα φύγει θα πονέσει περισσότερο από οτιδήποτε, ο Κλιντ Ιστγουντ ακουμπάει το συγκινητικό βλέμμα του σαν ένα τζαζ κομμάτι πάνω στους δυο τους, σταματώντας το χρόνο. Η ιστορία τους, αυτή η συνηθισμένη, μοιάζει πλέον με τα πιο στιβαρά χέρια που έπιασαν ποτέ τη μέση σου, με την πιο δυνατή αγκαλιά που σου έκαναν ποτέ, με την πιο ειλικρινή ερωτική εξομολόγηση που έκανε ποτέ ένας μοναχικός άνθρωπος σε έναν άλλον, τόσο ερωτευμένος εκείνη τη στιγμή που δεν θα μπορούσε ποτέ να πιστέψει πως η μοναξιά είναι πολλές φορές πιο δυνατή κι από τον μεγαλύτερο έρωτα.
Γύρω από την αδιανόητη μέσα στην πληθωρικότητα και κατανόηση για την ηρωίδα της ερμηνεία της Μέριλ Στριπ, ο Κλιντ Ιστγουντ (κι αυτός σε μια από τις πιο σπαρακτικές, υποτιμημένες ερμηνείες του) χτίζει με την άνεση ενός πραγματικά σπουδαίου σκηνοθέτη μια ωδή πάνω στη μοναξιά και τα όνειρα που δεν έγιναν πραγματικότητα (αλλά αξίζει να χαιρόμαστε που τα κάναμε). Γύρω από το «σώμα» της Φραντζέσκα, η ματιά του (φαινομενικά διαφορετική από τον μεγαλύτερο όγκο της φιλμογραφίας του αλλά τελικά το ίδιο διαπεραστική, επίμονη, ισοπεδωτικά ευγενική) θα γίνει και ο μεγεθυντικός καθρέφτης μιας Αμερικής που κατοικείται από ανθρώπους που παραιτήθηκαν - όχι μόνο γιατί διάλεξαν την ασφάλεια μιας συμβατικής ζωής αλλά και γιατί οι κοινωνίες συνεχίζουν να καταδικάζουν ό,τι δεν υπηρετεί το συντηρητικό μοντέλο της πεπατημένης που αταβιστικά ακολουθούμε όλοι.
Σε μια από τις πιο συγκλονιστικές στιγμές στην ιστορία του σινεμά, όταν μέσα στη βροχή η Φραντζέσκα με τον σύζυγό της στη θέση του οδηγού, θα πρέπει να ανοίξει την πόρτα του συνοδηγού για να ακολουθήσει τον Ρόμπερτ και να εγκαταλείψει την ως τώρα ζωή της, ο Κλιντ Ιστγουντ - θα έπρεπε να το είχατε ήδη καταλάβει - δεν σκηνοθετεί πλέον εδώ και ώρα μια συνηθισμένη ερωτική ιστορία, αλλά την πιο συναρπαστική, την πιο αληθινή, την πιο θλιμμένη, την πιο απενοχοποιημένα μελοδραματική, την πιο λυτρωτική - αυτή που μοιάζει να έρχεται από τα βάθη της ιστορίας του σινεμά, από τα μελοδράματα του ’40 μέχρι τα πιο φτηνά ρομάντζα στα περιοδικά, όταν αυτά τολμούν να είναι πιο αληθινά από κάθε επιτηδευμένη «ανανέωση» τους μέσα στις δεκαετίες.
Μια ιστορία που άξιζε τελικά όχι μόνο να καταγραφεί, να διαβαστεί, να κινηματογραφηθεί και να γίνει μια αριστουργηματική ταινία αλλά να μεταφέρεται από γενιά σε γενιά ως μια υπενθύμιση για την «βεβαιότητα που έρχεται μια φορά στη ζωή μας».