Να θέλει άραγε ο Βιμ Βέντερς να διαμηνύσει, δια της νέας του ταινίας φιξιόν, πως θα επιθυμούσε να σκηνοθετήσει την επόμενη περιπέτεια Τζέιμς Μποντ; Διαφορετικά, πως εξηγούνται τα παρακάτω;
Ο ήρωας, Σκοτσέζος πράκτορας που παριστάνει τον μηχανικό έργων ύδρευσης, συνεννοείται για την προσεχή αντιτρομοκρατική του αποστολή στους χώρους μιας ζωγραφικής έκθεσης αλά «Skyfall». Εννοείται μυστικά, μέσω κινητού, με άλλους δύο πράκτορες που στέκονται πιο κει. Περιφερόμενοι όλοι τους, ανταλλάσσουν info και οδηγίες κάνοντας την πάπια.
Ο πράκτορας, τις λίγες μέρες που αποσύρεται σε γαλλικό παράκτιο θέρετρο πριν φύγει για την επικίνδυνη αποστολή στη Σομαλία, συνδέεται με νεαρά υδροβιολόγο, επίσης ραχατεύουσα πριν φύγει για τη δική της καταδυτική επιχείρηση στην Ισλανδία. Γνωρίζονται ενώ εκείνος κάνει τζόγκινγκ στην αμμουδιά κάθιδρος, και το φλερτ ανθίζει αμέσως με μποντικές ατάκες σύντομες και παιγνιώδεις τύπου «Νομίζω πως με παρακολουθείς» - «Ή εσύ με παρακολουθείς προκαταβολικά», ή διαλόγους με μεταφορικό βάθος και διεγερτικό μήκος, όπως στο πρώτο δείπνο, όταν εκείνη του αναλύει τη θαλάσσια διαστρωμάτωση, επιμένοντας στη σκοτεινή, μοναχική μεσοπελαγική ζώνη «του λυκόφωτος». Αμφότεροι είναι πολύ ξύπνιοι και ετοιμόλογοι, πολύ δυναμικοί και hot για να αποφύγουν τελικά την κοινή κατάκλιση.
Τον πράκτορα υποδύεται ο Τζέιμς ΜακΑβόι, τον οποίο φήμες ήθελαν κάποτε ως υποψήφιο 007, αλλά εκείνος είπε πως δε θα του ταίριαζε ο ρόλος, και πως θα προτιμούσε να παίξει τον κακό του Τζέιμς Μποντ.
Αλλες πρόσφατες φήμες θέλουν την Αλίσια Βικάντερ, την υδροβιολόγο της ιστορίας μας, ως το νέο κορίτσι του Μποντ στο προσεχές «Shatterhand» του Ντάνι Μπόιλ. Δεν έχουν επιβεβαιωθεί, ούτε και διαψευσθεί, πάντως μέχρι το χειμώνα που ξεκινούν τα γυρίσματα του φιλμ θα έχουμε να λέμε.
Πράγματι, και η πρόζα και η πόζα στο «Βαθύ Γαλάζιο» επαρκεί για να συνδέσει το φιλμ με τον διασημότερο κατασκοπευτικό μύθο. Ωστόσο, πρόκειται στην ουσία για μια ιστορία παθιασμένου έρωτα που κινδυνεύει να χαθεί μέσα στο σκοτάδι. Του κελιού που έριξαν οι Τζιχαντιστές τον Τζέιμς Μόουρ (όνομα τυχαίο; δε νομίζουμε…) και, του βυθού που εξερευνά η Ντανιέλ μέσα σ’ ένα υποβρύχιο. Απλά, είναι ένας έρωτας που περνά από όλα τα γνώριμα κλισέ του εν λόγω μύθου πριν βυθιστεί στο απειλητικό έρεβος.
Ενώ ο Τζέιμς ταπεινώνεται και σαπίζει στην τρύπα και η Ντανιέλ παραμένει στον ζόφο του Ατλαντικού περιμένοντας μάταια νέα του, η γνωριμία και η σχέση τους ξετυλίγεται σε φλασμπάκ. Δίχως τίποτα να πείθει πως όντως είχαν κάθε καλό λόγο να ερωτευθούν πέρα ίσως από τη σωστή χημεία των γοητευτικών πρωταγωνιστών. Και κάνα δυο αποτελεσματικούς σε ατμόσφαιρα φωτισμούς από τον Μπενουά Ντεμπί.
Υπό το βάρος του ιστορικού παρελθόντος του, ο κάποτε πανίσχυρος Βιμ αποδείχνεται ανίκανος ακόμη και ένα απλό ρομάντζο να αφηγηθεί. Νιώθει θαρρείς υποχρεωμένος και να παλινδρομεί με το μοντάζ, και να εμφαίνει με τις λέξεις, και να παίζει με τα σύμβολα. Αφελώς και προφανώς. Έρωτας και χωρισμός, Άρλεκιν και Τζέιμς Μποντ, περιβάλλον και πολιτική. Και βάλε το euromixer να δουλεύει.
Να’ ναι η αποδεδειγμένα κακή εδώ και πάνω από μια 20ετία σχέση του 72χρονου δημιουργού με τη φιξιόν; Ναν’ τα γεράματα; Μήπως η πένα του Ερικ Ντίγκναμ, του σεναριογράφου του ανεκδιήγητου «The Last Face»; Τι να φταίει που τίποτα εδώ δεν πάει μπροστά; Μπας και δε μετρήσανε το κύμα; Και τον άνεμο σωστά;