Γαλλία, 1950: Από το Καρτιέ Λατέν μέχρι το Σαν Τροπέ και τη Νέα Υόρκη, μια νεαρή Παριζιάνα γίνεται το είδωλο μιας ολόκληρης γενιάς. Το 1954, η 19χρονη Φρανσουάζ Σαγκάν εκτοξεύτηκε στο λογοτεχνικό στερέωμα με το πρώτο της μυθιστόρημα, το «Bonjour Tristesse». Επιδεικτική, σκανδαλώδης και υποτιμημένη, η Σαγκάν έζησε μια ζωή στα απόλυτα άκρα… Κέρδιζε και έχανε ολόκληρες περιουσίες στη ρουλέτα, αγόραζε και κατέστρεφε πανάκριβα σπορ αυτοκίνητα, έπινε, χόρευε και ξενυχτούσε σε πάρτι μέχρι πρωίας, αφήνοντας μια σειρά εραστών στο πέρασμά της.

Ιδανικοί στο να κατασκευάζουν είδωλα, οι Γάλλοι είναι ακόμη καλύτεροι στο να τα πουλάνε. Η Φρανσουά Σαγκάν, συγγραφέας με ορμή, μυθιστορηματική ζωή κι όλα τα γνωρίσματα μιας αληθινής ποπ σταρ (sex, drugs, φήμη και... γραφομηχανή), μοιάζει εξαιρετική επιλογή για ένα ακόμη biopic με λαϊκό έρεισμα και καλλιτεχνικές αξιώσεις.

Μόνο που το φιλμ της Ντιάν Κουρίς, ακόμη κι αν έχει στο οπλοστάσιό του μια εξαιρετική Σιλβί Τεστoύντ και προφανώς ένα μπάτζετ ικανό να αναπαραστήσει σε κάθε του λεπτομέρεια τη la vie της boheme ηρωίδας του στα '50ς και τα '60ς, μοιάζει να επιμένει περισσότερο στην εικόνα και την επιφάνεια, δίχως να κατορθώνει να κοιτάξει έστω και λίγο πιο βαθιά.

Ακόμη κι αν μετράς τους εραστές, τα ποτήρια της σαμπάνιας, τις γραμμές τις κοκαΐνης και ακολουθείς κατά γράμμα την πορεία της Φρανσουάζ Σαγκάν από την αστική της καταγωγή, στην ελευθεριότητα της συγγραφικής της ζωής, από τον κλειστό κύκλο της οικογένειας στην παγκόσμια αναγνωρισιμότητα κι από την μέθη της νιότης στην μελαγχολία των γηρατειών, ελάχιστα προφταίνεις να αντιληφθείς ποιο υπήρξε το καύσιμο που την κινούσε, ποια ήταν η φωτιά που την έκαιγε.

Γιατί ακόμη κι αν η Κουρίς δεν διστάζει να δείξει τις πιο άσχημες πλευρές του ειδώλου και προσπαθεί να αποφύγει την αγιογραφία, είναι σαφές ότι είναι τόσο γοητευμένη από την φιγούρα και την ζωή της Σαγκάν, που μένει να την παρακολουθεί με το θαυμαστικό βλέμμα ενός φαν.

Και δυστυχώς, απασχολημένη με το να καταγράφει την ταραχώδη πορεία της, δεν μας βοηθά να κατανοήσουμε ούτε τους λόγους που την έκαναν τόσο σπουδαία, ή αν προτιμάτε τόσο δημοφιλή στο κοινό της εποχής, ούτε τις αιτίες, τους φόβους, την κρυμμένη πλευρά, το βουβό κύμα που έκανε την επιφάνεια της ζωής της να είναι τόσο γεμάτη σκαμπανεβάσματα.

Το φιλμ της Κουρίς τελικά, μοιάζει με ένα από εκείνα τα βιβλία της παραλίας, που σε προκαλούν να γυρίσεις την επόμενη σελίδα, που δεν μπορείς να αφήσεις στην πετσέτα για να βουτήξεις στη θάλασσα. Μόνο που συχνά, αυτά τα συναρπαστικά page-turners, είναι εκείνα, για τα οποία λυπάσαι λιγότερο που ξέχασες πίσω, φεύγοντας μαυρισμένος, από το καλοκαιρινό νοικιασμένο σου δωμάτιο.