Ο Σίξτο Ντίαζ Ροντρίγκεζ ή Χέσους Ροντρίγκεζ ξεκίνησε από τα καφέ του Ντιτρόιτ, την ίδια εποχή που ο Ντίλαν κατακτούσε τα αντίστοιχα στο Village της Νέας Υόρκης. Παρόλο που οι συγκρίσεις ήταν άμεσες, για λόγους που κανείς ακόμα δεν μπορεί να εξηγήσει, η καριέρα του Ροντρίγκεζ δεν απογειώθηκε ποτέ: έβγαλε απλά 2 δίσκους (κι ένας έμεινε μισοτελειωμένος) στα 70ς και χάθηκε. Αυτό όμως που δεν γνώριζε κανείς στην Αμερική, 30 χρόνια μετά, ήταν ότι ο μυστηριωδώς εξαφανισμένος rock n roller ήταν μεγαλύτερος κι από τον Ελβις στην Νότιο Αφρική. Μόνο που το κοινό του εκεί πίστευε ότι ο Ροντρίγκεζ αυτοκτόνησε, επί σκηνής, το 1973. Και τίποτα άλλο για αυτόν. Μία έρευνα που ξεκίνησε ανάμεσα σ' έναν νοτιοαφρικανό φανατικό θαυμαστή του κι έναν δημοσιογράφο για να μπορέσουν να ανακαλύψουν τι συνέβη στον μουσικό ήρωα της νιότης τους, τους οδήγησε πίσω στο Ντιτρόιτ και... στον ίδιον.
Γεννημένος το 1977 στη Σουηδία, αλλά με καταγωγή από την Αφρική, ο Μπεντζελούλ είχε ευρεία εμπειρία στα τηλεοπτικά μουσικά ντοκιμαντέρ - καθώς έχτισε μία ολόκληρη καριέρα στο ποπ κανάλι της χώρας του κάνοντας ακριβώς αυτό. Τον συνεπήρε η ιστορία του Sugar Man, όμως ο τρόπος που την ιχνηλάτησε ξανά από το Κέιπ Τάουν στο διαλυμένο Ντιτρόιτ αποδεικνύει ότι είναι ένας σκηνοθέτης που δε στέκεται απλά στον μουσικό ή τον αστικό μύθο. Γνωρίζει πώς να ρίξει φως γύρω του και μέσα μας για να σκεφτούμε πολλά περισσότερα και αρκετά σπουδαιότερα πράγματα.
Το πρώτο μισό του ντοκιμαντέρ είναι η αφήγηση της ιστορίας αυτού του υποτιμημένου από την ιστορία φολκ τραγουδιστή. Επιστρέφουμε στο 1969 και διάσημοι σήμερα μουσικοί παραγωγοί μας αφηγούνται πώς τον ανακάλυψαν στο Ντιτρόιτ - την πόλη που γέννησε την Μόταουν, τον Μάρβιν Γκέι, τον Στίβι Γουόντερ. Ομολογούν ακόμα και σήμερα πώς ένας μόνο μπορούσε να τον συναγωνιστεί (ή μάλλον «απλά πλησιάσει») εκείνη την εποχή και τον έλεγαν... Μπομπ Ντίλαν. Η στιχουργική του ικανότητα, οι μελωδίες του, η φωνή του, τα ίδια τα κομμάτια έπρεπε να είχαν απογειώσει τη φήμη του. Τι έφταιξε; Γιατί δεν αγόρασε κανείς τους δίσκους του;
Μέσα από πολύ σπάνιο αρχειακό υλικό, τις συνεντεύξεις των 70ς ειδικών αλλά και συναδέλφων του Ροντρίγκεζ στις... οικοδομές (γιατί η καθημερινότητά του ήταν αυτή του χαμάλη οικοδόμου) μαθαίνουμε ότι ο μεξικανικής καταγωγής μουσικός ήταν πάντα ακριβοθώρητος. Στη σκηνή γύριζε την πλάτη στο κοινό, κι όταν έβγαινε από την πόρτα των καφέ, κανείς δεν ήξερε τίποτα για τη ζωή του. Που πήγαινε; Ηταν άστεγος; Ενας φτωχός ποιητής των δρόμων; Ενα φάντασμα;
Ο Μπεντζελούλ, χωρίς να το καταλάβουμε, έχει αρχίσει να υφαίνει τον ιστό της πραγματικής του ιστορίας. Με τη γλυκόπικρη μελαγχολία των φολκ κομματιών του Ροντρίγκεζ να χορογραφούν την εικόνα και να δίνουν τον τόνο στην αφήγηση, η κοινωνική και πολιτική σπουδαιότητα του πώς το αμερικανικό όνειρο μπορεί να είναι μία μεγάλη λαμπερή φούσκα παρελαύνει σιωπηλά και θλμμένα από μπροστά μας.
Κι αυτό που συνέβη στην Νότιο Αφρική με τον Ροντρίγκεζ είναι απλά η πραγματική ουσία της τέχνης. Πώς ο σπόρος των τραγουδιών του ταξίδεψε με τον αέρα, σα γύρη που μπολιάζει τα φυτά που την έχουν ανάγκη, και φύτρωσε ένα μουσικό, πολιτικό και κοινωνικό κίνημα στην καρδιά του Απαρτχαϊντ. Με τους δίσκους του να καταστρέφονται από τους λογοκριτές, χιλιάδες φαν να τους αγοράζουν παράνομα, γενιές να μεγαλώνουν με τους στίχους του, την αφρικανική αλτερνατίβα των 90ς μουσικών να παραδέχονται ότι αυτός ήταν η έμπνευσή τους.
Ναι, ο Μπεντζελούλ συνθέτει ένα ντοκιμαντέρ-μηχανή αναζήτησης για το τι συνέβη σ' ένα μουσικό. Το κατασκευάζει με μπόλικο σασπένς και τον ψυχαγωγικό ενθουσιασμό των δύο θαυμαστών-ερευνητών του. Μόνο που όταν αναζητάς κάτι, πολλές φορές βρίσκεις κάτι άλλο. Ισως σημαντικότερο.
Και δεν εννοούμε ότι, προς σοκ και δέος έκπληξής τους, οι νοτιοαφρικανοί ανακάλυψαν το 1998 ότι ο Ροντρίγκεζ ζει ακόμα στο ίδιο σπίτι στο Ντιτρόιτ. Αυτή η αφηγηματική γραμμή συνεχίζεται ως ένα αλά Σταχτοπούτα παραμύθι από τον Μπεντζελούλ. Αυτό όμως που κρύβεται από κάτω, που σου σπαράζει την καρδιά περισσότερο κι από τη φωνή του Ροντρίγκεζ στα ηχεία να σου τραγουδάει «έχασα τη δουλειά μου δύο εβδομάδες πριν τα Χριστούγεννα», είναι τα πλάνα του Μπεντζελούλ στο χρεωκοποημένο Ντιτρόιτ και το σκαμμένο πρόσωπο του Ροντρίγκεζ. Η αβάσταχτη αξιοπρέπεια των κοριτσιών του που αφηγούνται ότι μεγάλωσαν σε 28 διαφορετικά χαμόσπιτα, αλλά από έναν πατέρα που όταν δε δούλευε («σε δουλειές που κανείς άλλος δεν ήθελε να κάνει») τις πήγαινε σε μουσεία, βιβλιοθήκες και δισκάδικα. Πάρα πολύ ωραία η παραμυθένια αναζήτηση για τον Sugar Man. Τι θα συμβεί όμως όταν η άμαξα γίνει ξανά κολοκύθα;
Το οσκαρικό ντοκιμαντέρ του Μπεντζελούλ δεν είναι σπουδαίο γιατί ανακαλύπτουμε έναν σπουδαίο μουσικό. Αλλά για όσα μας αναγκάζει να κοιτάξουμε κατάματα. Οχι, δεν πετυχαίνουν όλοι οι άνθρωποι σ' αυτή τη ζωή. Δεν γίνονται όλοι διάσημοι, δεν αποκτούν εκατομμύρια, ούτε εκατομμύρια θαυμαστές στα πέρατα της γης έχουν τη δισκογραφία τους. Τα ραδιόφωνα δεν τους παίζουν καθημερινά. Εμείς δεν τους γνωρίζουμε.
Ομως η πραγματική επιτυχία ίσως να μην μετριέται έτσι όπως μας έμαθαν. Ετσι όπως μας έπεισαν. Ο Χέσους (πόσο ειρωνικό!) Ροντρίγκεζ, 71 ετών σήμερα, συνεχίζει ακόμα να περπατάει χαμογελαστά και στωικά σαν ακριβοθώρητο φάντασμα τους δρόμους του Ντιτρόιτ. Ομως έχει αγγίξει τις καρδιές κι αλλάξει τις ζωές των ανθρώπων που άκουσαν προσεχτικά τι σιγοτραγουδούσε. Ποιος από εμάς θα μπορέσει να πει κάτι τέτοιο πριν κλείσει τα μάτια του σ' αυτή τη ζωή;