Στη βόρειο-κεντρική Καταλονία, λίγο μετά τον Ισπανικό Εμφύλιο, ο 11χρονος Αντρέου (που η οικογένεια του βρίσκεται στην πλευρά των ηττημένων), μεγαλώνει σε ένα αγρόκτημα ενός μικρού χωριού. Η χώρα έχει ήδη χωριστεί σε νικητές και ηττημένους και κανείς δεν έχει δικαίωμα να ανήκει “ενδιάμεσα”. Ο Αντρέου άθελα του θα γίνει αυτόπτης μάρτυρας δύο φόνων στο δάσος, ενός πατέρα και του γιού του. Η αστυνομία θεωρεί ως μοναδικό ύποπτο τον άνεργο πατέρα του, τον κόκκινο επαναστάτη Φαριόλ. Ο Αντρέου για να τον σώσει, θα βαλθεί ν’ ανακαλύψει τον πραγματικό ένοχο. Σύντομα ο Φαριόλ θα βρεθεί στη φυλακή όσο η σύζυγος του θα προσπαθεί να τα βγάλει πέρα εργαζόμενη σ’ ένα από τα υφαντουργεία της περιοχής. Το χωριό όμως ζει στη σκιά ενός φόνου από το παρελθόν και θα χρειαστεί να αποκαλυφθεί ο πραγματικός ένοχος για να μπορέσει ο Αντρέου να λύσει το μυστήριο.
Το φιλμ του Αγουστί Βιλαγιόνγκα ξεκινά κόβοντάς σου την ανάσα, με μια σκηνή αριστοτεχνικής έντασης και ανησυχητικού μεγαλείου. Μια σκοτεινή φιγούρα σκοτώνει τον οδηγό μιας άμαξας στο δάσος κι οδηγεί το κάρο του (μέσα στο οποίο ανάμεσα σε κλουβιά με πουλιά κρύβεται ο γιος του) στην άκρη ενός γκρεμού, έχοντας δέσει τα μάτια του αλόγου με ένα πανί. Ενα χτυπημα στο μέτωπο του ζώου με ένα σφυρί κι άλογο, άμαξα, κλουβιά και το παιδί ανάμεσά τους τσακίζονται στα βράχια. Είναι σαν νιώθεις το χτύπημα στο δικό σου σώμα.
Θα μπορούσε να πει κανείς πως μετά από μια τέτοια αρχή, δεν υπάρχει άλλος δρόμος εκτός από την κατηφόρα, όμως το «Μαύρο Ψωμί» κατορθώνει συχνά να σταθεί στο ύψος εκείνης της σκηνής, ακολουθώντας το επώδυνο ταξίδι του νεαρού του ήρωα προς την συνειδητοποιήση μιας αλήθειας που θα ήταν καλύτερο να μην ξέρει και μιας ωρίμανσης που θα στεγνώσει κάθε σταγόνα καλού μέσα του.
Τοποθετημένο σε υπέροχα απόκοσμα τοπία, συνθέτοντας εικόνες που από την μια ξεχειλίζουν λυρισμό κι από την άλλη ωμή βία, το φιλμ του Βιγιαρόνγκα μοιάζει να εξερευνά τόσο την τοπογραφία της χώρας και τις συνθήκες της εποχής όσο κυρίως την ψυχολογική γεωγραφία του νεαρού του ήρωα και των γύρω του.
Αξιοθαύμαστο από πολλές απόψεις, από τον τρόπο που χτίζει τον φασματικό του κόσμο και την εικονογραφία του, μέχρι τις ερμηνείες των μικρών πρωταγωνιστών του, το «Μαύρο Ψωμί» υποφέρει την ίδια στιγμή από ένα υπερβολικά στριμωγμένο γεγονότα και χαρακτήρες σενάριο που κάνει τις θεματικές του να ασφυκτιούν δίχως τον απαραίτητο χώρο να αναπτυχθούν και να αναπνεύσουν.
Μια μεγαλύτερη αφαίρεση και ένας μετριασμός του συχνά υπερβολικά μελοδραματικού τόνου του, θα έδιναν στο φιλμ όλη την δύναμη και την υπαινικτική γοητεία που κατά στιγμές αγγίζει και θα το τοποθετούσαν ανάμεσα στα σπουδαία φιλμ του Ισπανικού σινεμά.
' frameborder='0' allowfullscreen>