Ο Υπουργός Μεταφορών, Μπερτράν Σαν-Ζαν, ξύπνησε τη νύχτα από τον επικεφαλής του επιτελείου του. Ενα λεωφορείο έχει ανατραπεί, οι νεκροί είναι πολλοί, κυρίως παιδιά. Ο Υπουργός αναγκάζεται αν πάει εκεί, να παραστεί και να μιλήσει στα media. Ετσι αρχίζει η οδύσσεια ενός πολιτικού σε έναν όλο και πιο περίπλοκο, δυσλειτουργικό και εχθρικό κόσμο.
Ο Πιερ Σελέρ δημιουργεί τις συνθήκες για ένα έντονο πολιτικό θρίλερ, με μια ατμόσφαιρα που συνδυάζει το βορειοευρωπαϊκό δράμα με την ηδονοβλεπτική πρόθεση του Κιούμπρικ, χωρίς όμως να συμβεί η παραμικρή σύγκρουση, κανένα έγκλημα, παρά το έγκλημα της απραγίας.
Το παράξενο με τον «Υπουργό» είναι ότι, με το προηγούμενο του «Κατακτητή», ο θεατής νομίζει ότι θα δει μια ταινία για τη ζωή, ή την άνοδο και την πτώση, ή την οικεία διαφθορά ενός καρεκλοκένταυρου πολιτικού. Μόνο που ο Σελέρ, ο σκηνοθέτης του φεστιβαλικού hit «Βερσαλίες» κάνει την έκπληξη και παρουσιάζει ένα ιδιόμορφο σκοτεινό θρίλερ, χωρίς όμως κάποιο σημείο όπου να εντοπίζεται η αγωνία, εκτός από την καταστροφή της ευρωπαϊκής διακυβέρνησης και του πολιτικού κύρους. Και η διαφθορά στην ταινία είναι καθαρά ευρωπαϊκή, γιατί η αρρώστεια της πηγάζει από πολύ βαθειά, δεν περιορίζεται σε σκάνδαλα και καταχρήσεις, αλλά πατά γερά στην απομυθοποίηση του δημόσιου αξιώματος από τους Ευρωπαίους πολίτες.
Η ταινία ακολουθεί τη ρουτίνα του Υπουργού Μεταφορών και των παρατρεχάμενών του - ο Ολιβιέ Γκουρμέ, με τις εναλλαγές από την παγωμένη έκφραση στη συναισθηματική έκρηξη, μέχρι και την υστερία, είναι όπως πάντα συγκονιστικός - στην πορεία τους να διαχειριστούν ένα τραγικό δυστύχημα. Η ιδέα που διατρέχει κάθε σκηνή, στο στακάτο μοντάζ, είναι πως οι αληθινές τραγωδίες ζωών που αναδιαμορφώνονται ή καταστρέφονται κάθε στιγμή που περνά, δεν είναι παρά bullets στο ημερήσιο πρόγραμμα των πολιτικών που σα μαριονέτες σε fast forward ανακατεύουν τα χαρτιά της μοίρας.
Μια σειρά από άντρες που είναι νάρκισσοι της εξουσίας, τρέφονται από την άσκησή της, προσποιούμενοι τους ηγέτες ή τις δυναμικές φιγούρες, κάνοντας μια τρύπα στο νερό. Αυτή η κρουστή ατμόσφαιρα χωρίς κανένα υπόβαθρο ή αποτέλεσμα, πείθει με τον πιο παράξενο, ιδιόμορφο τρόπο ότι υπάρχει κάτι σάπιο, ολότελα σαθρό στην πολιτική σκηνή της Ευρώπης.
Αν κάτι, η πυκνότητα και η ένταση της ταινίας, γεμάτη υποσχέσεις ανατροπών και εσωτερικών εκρήξεων κάθε στιγμή, δεν οδηγεί παρά σ’ ένα υπόκωφο, άδειο φινάλε. Οπως, άλλωστε, και μια σωστή… προεκλογική εκστρατεία. Μπορεί αυτή η επιλογή ν’ αφήνει στον θεατή το αίσθημα του ανεκπλήρωτου, ιδεολογικά όμως συμβαδίζει απόλυτα με το νόημα της ταινίας.