Ταινίες είδους, θρίλερ, τρόμου, φαντασίας, μεταφυσικού, χρησιμοποιεί ο Τζόρνταν Πιλ του «Τρέξε!» και του «Εμείς», για να κάνει κοινωνικο-πολιτικό σχόλιο στα παγειωμένα της αμερικανικής συνείδησης και πρακτικής. Κι ενώ στο πρώτο μέρος τα καταφέρνει, από την αρχή, συναρπαστικά, ως ειλικρινές fanboy με ενθουσιασμό και, πλέον, πολύ μεγάλο budget, στο δεύτερο αποδεικνύεται προοδευτικά όλο και πιο πρόχειρος κι επιφανειακός.
Αυτή τη φορά, η ταινία του κυλά σε δύο χρόνους. Το 1998, στα γυρίσματα ενός σίτκομ, συμβαίνει το αδιανόητο: τρομαγμένος από έναν κρότο, ο πρωταγωνιστής χιμπατζής εξαγριώνεται κι επιτίθεται σε συνεργείο και καστ: μόνο ένα αγόρι, ο μικρός ηθοποιός Τζουπ Παρκ, γλιτώνει από την αιματοχυσία. Δυο δεκαετίες αργότερα, στην έρημο της Καλιφόρνιας, στο άδειο απέραντο τοπίο των κλασικών γουέστερν, ο λιγομίλητος Οτζεϊ (μια άναρθρη βερσιόν του strong silent type) και η παραβατική, παρλαπίπα αδελφή του, η Εμ, προσπαθούν να συντηρήσουν την οικογενειακή επιχείρηση, άλογα εκπαιδευμένα για να παίζουν σε ταινίες. Πιο επιτυχημένος στον ίδιο κλάδο ο γείτονάς τους, ο ενήλικας, πια, Τζουπ Παρκ που διατηρεί πάρκο ψυχαγωγίας με ζώα. Και οι μεν και ο δε θα δουν τη ζωή τους ν’ απειλείται από την έλευση ενός εξωγήινου πλάσματος με φονικές ορέξεις στον ουρανό – ο Ότζεϊ κι η Εμ θα συνεργαστούν με τον καλύτερο διευθυντή φωτογραφίας του κόσμου (!) για να αποσπάσουν το στιγμιότυπο που θα τους κάνει για πάντα πλούσιους.
Ο Πιλ ξεκινά την ταινία του με τρόπο υποβλητικό, χτίζοντας αγωνία, απορίες, στρώνοντας το δρόμο για ένα συναρπαστικό θρίλερ-έκπληξη: όχι παράξενο, μια και κοπιάρει, σεναριακά και σκηνοθετικά, τον «Οιωνό» του Μ. Νάιτ Σιάμαλαν κι ολόκληρη την παράδοση των «Twilight Zone» στο πιο φωτεινό τους. Συνεχίζει μεταπηδώντας στον... «Πόλεμο των Κόσμων» του Στίβεν Σπίλμπεργκ, στο πιο αμόρφωτο και κακογραμμένο, αλλά πάντα σκηνοθετικά επιδέξιο.
Το νόημα του φιλμ είναι προφανές και, γιατί όχι, αιχμηρό: στο στόχαστρο η αλαζονεία του (Αμερικανού, εν προκειμένω) ανθρώπου που θεωρεί ότι μπορεί να δαμάσει τα υπόλοιπα πλάσματα του πλανήτη και του γαλαξία και να τα κάνει, σώνει και καλά, entertainment. Μόνο που ο Πιλ αρκείται στις κινηματογραφικές και sci-fi αναφορές, αδιαφορώντας εντελώς για το σενάριό του, τη γεμάτη αντικρουόμενα στοιχεία πλοκή του, τους υποτυπώδεις διαλόγους του (δεν υπάρχει ούτε μια ενδιαφέρουσα, έστω συμμαζεμένη, ανταλλαγή λέξεων μεταξύ των ηρώων), καταλήγοντας μ' ένα εξυπνακίστικο, διδακτικό φιλμ που, τελικά, λειτουργεί μόνο αισθητικά και... αποβλακωτικά.