Στα χέρια οποιουδήποτε άλλου, ένα ντοκιμαντέρ για τους καρκινοπαθείς θεράποντες ιατρούς ενός νοσοκομείου καρκινοπαθών, θα ήταν μια ενδιαφέρουσα καταγραφή μιας ιδιότυπης κοινότητας ανθρώπων που αλλάζουν ρόλους γνωρίζοντας και από τις δύο πλευρές της μια σκληρή καθημερινότητα με πρωταγωνιστή το θάνατο.
Ο Σταύρος Ψυλλάκης, όμως, ένας από τους σημαντικότερους σύγχρονους ντοκιμαντερίστες αυτής της χώρας και βραβευμένος το 2009 με το Βραβείο Ντοκιμαντέρ της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου με το «Αλλος Δρόμος Δεν Υπήρχε», μπήκε μέσα στο νοσοκομείο ΜΕΤΑΞΑ με μια εντελώς άλλη διάθεση.
Η αφετηρία του Ψυλλάκη είναι αυτή η αφανής κοινότητα των ειδικευμένων στη θεραπεία του καρκίνου γιατρών που σε διαφορετικά χρονικά στάδια προσβλήθηκαν από τον καρκίνο, περνώντας στην άλλη όχθη του ποταμού. Οσοι βρίσκονται εκεί για να συνεχίσουν το έργο τους, μοιάζουν έτοιμοι πλέον μετά από μια μεγάλη περιπέτεια να διηγηθούν την εμπειρία.
Η διαδρομή του, όμως, είναι διαφορετική από μια καταγραφή που θα αναλωνόταν στο παράδοξο αυτής της εναλλαγής ιδιοτήτων, στα καλώς και τα κακώς κείμενα μιας νοσοκομειακής καθημερινότητας ή σε μια ενημερωτική ανάλυση γύρω από τον καρκίνο και την πρόληψή του.
Κι αυτό γιατί ο Σταύρος Ψυλλάκης κάνει τελικά ένα ντοκιμαντέρ για τη νίκη της ζωής πάνω στο θάνατο, όχι φυσικά ακυρώνοντας την κατάφωρα άδικη νομοτέλεια της φύσης, αλλά παρατηρώντας το άλλο μεγάλο «θαύμα» που συχνά παραβλέπουμε και λέγεται απλά «άνθρωπος».
Βάζοντας στο κέντρο της καταγραφής του αυτούς τους αφανείς ήρωες μια αποτρόπαιας καθημερινότητας, ο Ψυλλάκης βρίσκεται εκεί για να κάνει κάτι τόσο απλό όσο το να τους «ακούσει», καθώς αυτοί εξιστορούν όλα όσα τους έκαναν να εκτιμήσουν τη ζωή φτάνοντας τόσο κοντά στο θάνατο, σε μια κοσμοθεωρία που θα μπορούσε να είναι ένας ασφαλής τρόπος για την κατάκτηση της όποιας ευτυχίας, ακόμη και χωρίς την απειλή μιας θανάσιμης αρρώστιας.
Αθελα τους (ή και όχι και τόσο), όλοι όσοι μιλούν στο ντοκιμαντέρ καταφέρνουν κάτι ακόμη σημαντικότερο από το να απομονώσουν τα πράγματα που έχουν πραγματικά σημασία στη ζωή ενός ανθρώπου, πέρα από υλικές απολαύσεις και εφήμερα κυνηγητά επιτυχίας και καταξίωσης. Προφέρουν επαναλαμβανόμενα τη λέξη «καρκίνος» και «θάνατος» με όλη τη δυναμική σημασία των λέξεων, αλλά απαλλάσσοντας τις από τη δαιμονοποίηση και τις προκαταλήψεις με τις οποίες έχουν χρωματίσει τον συνδυασμό τους οι σύγχρονες κοινωνίες εδώ και δεκαετίες.
Ισως γιατί όταν ζεις κάτι είναι πιο εύκολο όχι μόνο να ανακαλύψεις την πραγματική του σημασία, αλλά και να βρεις την ουσία που κρύβεται πίσω από αυτό. Πράγμα που ο Ψυλλάκης γνωρίζει καλά, χτίζοντας την αφήγησή του πάνω σε άλλοτε επώδυνες, άλλοτε ανάλαφρες, άλλοτε μελοδραματικές, συχνά επαναλαμβανόμενες, αλλά πάντα αφοπλιστικές και συγκινητικές εξομολογήσεις (χωρίς να ανοίγεται σε κανέναν περαιτέρω διάλογο) που όλες μαζί μοιάζουν αταίριαστες με το σκηνικό ενός νοσοκομείου όπως το έχουμε συνηθίσει, σαν να ανήκουν πρωταρχικά σε έναν φανταστικό χωροχρόνο όπου αποτελείται μόνο από συσσωρευμένη σοφία και θέληση για τη ζωή – ικανές και οι δύο θεραπείες προς πάσα νόσο.
Σε ένα ντοκιμαντέρ που δεν προφασίζεται ότι αλλάζει τους κανόνες του παιχνιδιού της φύσης, της μοίρας ή του ίδιου του σινεμά τεκμηρίωσης, αλλά που μοιάζει με μια ωδή πάνω στα «απαραίτητα», κρατώντας τις διαστάσεις του μικρές, λιτές και αυστηρά προορισμένες στο να μεταφέρει όσα μπορεί να διαφεύγουν σε όλους όσους δεν χρειάστηκε ποτέ να σταματήσουν το χρόνο για να τον... ακούσουν.