Τι περισσότερο μπορεί να μάθει κανείς για τη Μαρία Κάλλας, τη μεγαλύτερη ντίβα της όπερας, έναν από τους διασημότερους και πιο αποτυπωμένους στα media ανθρώπους στη σύγχρονη ιστορία, σήμερα, σαράντα χρόνια μετά το θάνατό της; Ενα πράγμα μόνο, γοητευτικό και δυσεύρετο, τη δική της άποψη για τον εαυτό της, την απόσταση, ή την εγγύτητα, μεταξύ της «Μαρίας» και της «Κάλλας».

Κι αυτό πραγματοποιεί στο ντοκιμαντέρ του ο νεότατος Γάλλος ηθοποιός και τώρα σκηνοθέτης, σε μια ταινία που σε κάθε της λεπτό δείχνει τον κόπο, την επιμονή, το μεράκι με το οποίο φτιάχτηκε.

Διαβάστε ακόμη: Ο Τομ Βολφ μιλάει στο Flix για τη δική του Μαρία Κάλλας

Ο Βολφ πλησιάζει κοντά, πιο κοντά από ποτέ, στη γυναίκα που θεωρούνταν - και ήταν - λίγο πιο πάνω από εμάς τους υπόλοιπους, κερδίζοντας μια αίσθηση οικειότητας αλλά διατηρώντας το ευνόητο δέος απέναντι στο πρόσωπό της. Κι είναι αυτό το πρόσωπο που κυριαρχεί στην ταινία, καθώς ο Βολφ ανακάλυψε σπάνια υλικά, λίγο ιδωμένες συνεντεύξεις της Κάλλας - ανάμεσά τους, μια συναρπαστική με τον Ντέιβιντ Φροστ - τα επεξεργάστηκε ψηφιακά, επιχρωμάτισε κάποια, μεγέθυνε άλλα, ώστε η οθόνη να γεμίζει από κοντινά στις εκφράσεις του προσώπου, στη μαγεία του συναισθήματος, να ζει στο διαρκές παιχνίδι που απολάμβανε η Κάλλας με το κοινό της.

Περισσότερο κι απ' αυτό, ο Βολφ αξιοποιεί επιστολές της Κάλλας, την προσωπική αλληλογραφία της με συγγενείς και φίλους, με τη φωνή μιας ηθοποιού που όχι μόνο την έχει υποδυθεί, αλλά έχει και το σθένος να την ενσαρκώσει, τη Φανί Αρντάν. Από εκεί ξεπηδά η προσωπικότητα της γυναίκας, οι ιστορίες, οι συγκρούσεις, η θλίψη αλλά κι όλη η ικανοποίηση κι η χαρά, ενωμένες μ' ένα εξαιρετικό μοντάζ που κρατά την ταινία σε αλέγκρο ρυθμό.

Η αποτυχία του γάμου της με τον Μενεγκίν, ο εξαναγκασμός, σχεδόν, στο τραγούδι από την αυστηρή μητέρα της, τα αγαπημένα της σκυλάκια, η θύελλα που έζησε με τον Ωνάση, η φιλία με τον Παζολίνι, η αγάπη του κόσμου, η καχυποψία του Τύπου, συντίθενται όλα σε μια αφήγηση σε πρώτο πρόσωπο, ντυμένη με τις άριες, τις πιο δημοφιλείς, που έκαναν την Κάλλας αυτό που ήταν. Μια παντοδύναμη γυναίκα, με πειθαρχία στην καριέρα της, πάθος στη ζωή της και μια καλά κρυμμένη ευάλωτη πλευρά.

Το τελευταίο μέρος της ταινίας κλείνει απότομα - θα ήταν ωραίο να πιστέψει κανείς ότι συνδέεται με την αφωνία της Κάλλας, αλλά πιθανότερα το υλικό δεν ήταν εξίσου πρόσφορο. Και, φυσικά, ολόκληρο το φιλμ είναι φτιαγμένο με θαυμασμό και λατρεία - αλλά γιατί όχι, γιατί να υπάρχει μεγαλύτερη ανάγκη για απομυθοποίηση μιας γυναίκας που έζησε και πέθανε για την τέχνη της και για τους έρωτές της, παρά για κατανόηση και συμπάθεια.