«Ο πατέρας μου μπορεί να είναι ασυνήθιστος, αλλά είναι πάντα εκεί για μένα...»
Αν ο πατέρας σου πιστεύει ότι υπάρχει εξωγήινη ζωή και δεν ασχολείται με τίποτα άλλο (μέσα σε αυτό το «άλλο» είσαι και εσύ) παρά μόνο με το πώς θα το αποδείξει, είναι κάπως προδιαγεγραμμένο πως δεν μπορείς να είσαι ένα (πολύ) φυσιολογικό παιδί. Ή, ακόμη κι αν η μοίρα σου είναι να είσαι ένα τελείως φυσιολογικό παιδί - ακριβώς επειδή έχεις αυτόν τον πατέρα - όλοι θα σε παρεξηγούν για πάντα ως διαφορετικό, απλά και μόνο επειδή δεν ταιριάζεις στο παζλ μιας ευτυχισμένης οικογένειας.
Εντάξει, και ο Λούης (κατά το ελληνικό του) δεν είναι ακριβώς ευτυχισμένος, αλλά με το δικό του τρόπο αγαπάει τον «ουφολόγο» όνομα και πράγμα πατέρα του, νοσταλγεί τις ώρες που περνούσε με τη μητέρα του και όταν πρέπει να σταθεί δυνατός απέναντι στο bullying από τους συμμαθητές του, στην απέραντη μοναξιά του στο σπίτι ή την εισβολή των εξωγηίνων, το κάνει με περισσή τόλμη και στιλ.
Ζωγραφισμένο με αναφορές σε όλη την (προ)ιστορία του διεθνούς animation και με χαρακτήρες (ανθρώπους και εξωγήινους) που διαθέτουν... χαρακτήρες και διακριτή προσωπικότητα, το «Ο Λούης και οι Εξωγήινοι» μοιάζει να περνάει εύκολα το μέσο όρο των ευρωπαϊκών animation που προσπαθούν να αντιγράψουν τα... αμερικάνικα. Και για τουλάχιστον το πρώτο μέρος του, προϊδεάζει για όχι ακόμη ένα φιλμ κινουμένων σχεδίων που θα γεμίσει τις απογευματινές προβολές στις αίθουσες μόνο μεταγλωττισμένο και με target group παιδιά του δημοτικού και μόνο.
Δημιουργία των Γερμανών Κριστόφ και Βόλφγκανγκ Λαουενστάιν που το 1989 είχαν κερδίσει το Οσκαρ Καλύτερης Μικρού Μήκους Ταινίας Κινουμένων Σχεδίων με το «Balance», το αρχικά συναρπαστικό «Ο Λούης και οι Εξωγήινοι» χάνει ωστόσο γρήγορα τη σπιρτάδα και την γοητευτική μελαγχολία του. Επιθυμώντας πρόδηλα να περιοριστεί στην ασφαλή ζώνη όπου τα αστεία είναι κατάλληλα και το χιούμορ παιδικό, μπορεί να διατηρεί τον κεντρικό άξονα ενός παιδιού που νιώθει «εξωγήινο» και ως άλλος Ελιοτ θα προσπαθήσει να στείλει πίσω στον πλανήτη τους τους νέους του φίλους, αλλά καμία ταινία δεν μπορεί να γίνει «E.T.: Ο Εξωγήινος».
Μερικές φορές αρκεί να κοιτάξεις ψηλά για να καταλάβεις τι συμβαίνει κάτω από τα πόδια σου. Πράγμα που ισχύει γενικά αλλά και στην περίπτωση αυτής της ταινίας που το νιώθεις ότι είχε το υλικό να ταξιδέψει ακόμη και έναν υποψιασμένο θεατή, αλλά προτίμησε να μην ανεβάσει ταχύτητα προς το άγνωστο, μένοντας σε μια διαρκή τροχιά του γνώριμου και του ξαναιδωμένου.