Υπάρχει ένας ενδιαφέρων αντικατοπτρισμός στο «Lee» της Ελεν Κούρας. Μία γυναίκα, φωτογράφος (διευθύντρια φωτογραφίας για την ακρίβεια) κάνει μια ταινία για μια γυναίκα, φωτογράφο, κι αναζητά την ειρήνη σε μια ηρωίδα που βίωσε πόλεμο έξω και μέσα της.

Η Λι Μίλερ, υπαρκτή προσωπικότητα φυσικά, γεννημένη στην αλλαγή του περασμένου αιώνα, το 1907, είχε σε όλη της τη ζωή μια καθοριστική σχέση με τον φακό. Μούσα του ερασιτέχνη φωτογράφου μπαμπά της, έπειτα πετυχημένο μοντέλο - ήταν και καλλονή - ύστερα συνεργάτης μπροστά και πίσω από την κάμερα του Μαν Ρέι, ύστερα... μια τολμηρή, αμετανόητη, ενστικτώδης, άγρια πολεμική φωτορεπόρτερ που άφησε Ιστορία. Ανταποκρίτρια στον Β' Παγκόσμιο, ως και την απελευθέρωση του Μπούχενβαλντ και του Νταχάου και την ανθρώπινη φρίκη που συνάντησε εκεί, άφησε το δικό της παιδικό τραύμα να ξορκιστεί, αποτυπώνοντας τα τραύματα των ανδρών στον πόλεμο, με μια σπάνια, σχεδόν ανεπίτρεπτη τότε, ευαισθησία.

Αυτή τη φοβερή, με κάθε έννοια της λέξης, ηρωίδα επιλέγει η Κούρας για την πρώτη της σκηνοθετική δουλειά, διασκευάζοντας τη βιογραφία The Lives of Lee Miller που έγραψε ο γιος της φωτογράφου, Αντονι Πένροουζ και στέκεται αντάξια απέναντί της, έστω κι αν τόσο πιο τυπική, μετρημένη, προβλέψιμη, comme il faut. Σαν το εύρημα της συνέντευξης που δίνει η ώριμη, πια, Μίλερ σε νεαρό δημοσιογράφο κι έτσι διαρθρώνει, με την αφήγησή της, τη δομή της ζωής της και της ταινίας.

Η φωτογραφία, όπως είναι φυσικό, είναι όμορφα στιλιζαρισμένη, ίσως με μεγαλύτερη επιμέλεια απ' όση θ' ανταποκρινόταν στη βία και τον τρόμο της καθημερινότητας της Λι Μίλερ. Η Κέιτ Γουίνσλετ πιάνει το ρόλο από τα πλούσια κοντά μαλλιά κι από την τραχιά φωνή και τη μαγκιά και τον κάνει δικό της με πάθος - και μ' έναν τρόπο που μοιάζει να λέει, ας μου δώσουν φέτος το Οσκαρ, ας μη μου το δώσουν, άλλα είναι τα πράγματα που μ' ενδιαφέρουν. Είναι, όμως, η Γουίνσλετ τόσο καλή ηθοποιός που ξέρει πώς να μπολιάσει την ηρωίδα της με μια κρυφή τρωτότητα, έναν χαμηλόφωνο ηρωισμό όχι μπροστά στον πόλεμο, αλλά μπροστά στους περιορισμούς της εποχής προς το φύλο της.

Με τη Γουίνσλετ για σημαία, μια στιβαρή, έστω κι αν όχι πρωτότυπη, σκηνοθετική φωνή και περιποιημένες αισθητικές επιλογές, αυτή είναι μια mainstream ταινία για μια ρηξικέλευθη γυναίκα που θα τραβήξει το ευρύ κοινό και δεν θ' αφήσει τις αισθήσεις ανικανοποίητες.