H δωδεκάχρονη Τζελσομίνα είναι η αρχηγός στις μικρότερες αδελφές της, αυτή είναι που πρέπει να υπακούν σε ότι αποφασίσει. Η Τζελσομίνα έχει ένα σχεδόν μαγικό ταλέντο με τις μέλισσες που αποτελούν το βασικό εισόδημα της οικογένειάς της. Μπορεί να βρίσκει άγρια μελίσσια και να τα μεταφέρει στις κυψέλες του πατέρα της, μοιάζει να επικοινωνεί με τα μικροσκοπικά, εργατικά έντομα. Ο πατέρας της, ξένος στην Ιταλία, θα ήθελε ίσως ένα αγόρι για διάδοχό του. Kάποιον που θα τον βοηθούσε να αναπτύξει το εργοστάσιο του μελιού της οικογενείας του στα πρότυπα που έχει θέσει η Ευρωπαϊκή Ενωση, προκειμένου να συνεχίσει να λειτουργεί. Η Τζελσομίνα από την άλλη, έχει άλλες φιλοδοξίες: να πείσει την οικογένειά της να συμμετάσχει σε ένα reality show που αναζητά την πιο ενδιαφέρουσα παραδοσιακή οικογένεια της χώρας. Μεγάλο Βραβείο της Επιτροπής, 67ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου των Καννών.
H Αλίτσε Ρορβάχερ είναι 34 ετών, αδελφή της διάσημης Ιταλίδας ηθοποιού Αλμπα Ρορβάχερ και ήδη ένα από τα ονόματα που είχαμε σημειώσει να προσέχουμε μετά την πρώτη μεγάλου της μήκους «Corpo Celeste», ένα διαφορετικό φιλμ ενηλικίωσης με φόντο την επαρχιακή Ιταλία που ξεκίνησε επίσης από τις Κάννες και το Δεκαπενθήμερο των Σκηνοθετών για να κάνει μια εντυπωσιακή διαδρομή στα φεστιβάλ του κόσμου.
Το καινούριο της φιλμ με τίτλο «Τα Θαύματα» διαδραματίζεται σε ένα ανάλογο περιβάλλον. Σε μια οικογένεια στην Τοσκάνη στην οποία η δωδεκάχρονη Τζελσομίνα παίζει έναν ηγετικό ρόλο. Αυτή είναι η αρχηγός στις μικρότερες αδελφές της, αυτή είναι που πρέπει να υπακούν σε ότι αποφασίσει. Η Τζελσομίνα επίσης, έχει ένα σχεδόν μαγικό ταλέντο με τις μέλισσες που αποτελούν το βασικό εισόδημα της οικογένειάς της. Μπορεί να βρίσκει άγρια μελίσσια και να τα μεταφέρει στις κυψέλες του πατέρα της, μοιάζει να επικοινωνεί με τα μικροσκοπικά, εργατικά έντομα.
Ο πατέρας της, ξένος στην Ιταλία, θα ήθελε ίσως ένα αγόρι για διάδοχό του, αλλά προς το παρόν έχει πιο σημαντικά προβλήματα, αφού πρέπει να φέρει το εργοστάσιο του μελιού της οικογενείας του στα πρότυπα που έχει θέσει η Ευρωπαϊκή Ενωση, προκειμένου να συνεχίσει να λειτουργεί. Η Τζελσομίνα από την άλλη, έχει άλλες φιλοδοξίες: Να πείσει την οικογένειά της να συμμετάσχει σε ένα reality show που γυρίζεται από την ιταλική τηλεόραση στην περιοχή και το οποίο αναζητά την πιο ενδιαφέρουσα παραδοσιακή οικογένεια της χώρας.
Θα μπορούσες να επαινέσεις την Αλίτσε Ρορβάχερ για πολλά πράγματα.
Για τον τραχύ και όμως αφοπλιστικά γοητευτικό τρόπο με τον οποίο καταγράφει τη ζωή μιας αγροτικής οικογένειας, αφήνοντας ελάχιστα περιθώρια στον θεατή να μην αισθανθεί σαν να βρίσκεται εκεί την οσμή της γης, την επαφή με τα ζώα, την ελευθερία του να ζεις δύσκολα μεν, αλλά απαλλαγμένος από οτιδήποτε συνδέει τον άνθρωπο με το αστικό περιβάλλον, σε μια σχεδόν πρωτόγονη αίσθηση της απαρχής της ύπαρξης που αναδεικνύεται από την υπέροχη φωτογραφία της Ελέν Λουβάρ (διευθύντρια φωτογραφίας και στο «Xenia» του Πάνου Χ. Κούτρα).
Για τη σεναριακή ανατροπή πάνω στην οποία χτίζεται η ιστορία της, με ένα δωδεκάχρονο κορίτσι να φτάνει στην ενηλικίωση χωρίς να γευτεί την παιδική ηλικία, έχοντας αναλάβει χωρίς τη θέλησή της και επιπλέον με την απόλυτη συγκατάθεση των ανίκανων να αναλάβουν τις ευθύνες τους γονιών της, το ρόλο του ηγέτη μιας πολυμελούς οικογένειας,
Για τις ερμηνείες όλων των επαγγελματιών και ερασιτεχνών ηθοποιών της, αλλά κυρίως για αυτή της μικρής Μαρία Αλεξάντρα Λούνγκου που κουβαλάει στο βλέμμα της όλη την αγωνία ενός κοριτσιού που θέλει με οποιονδήποτε τρόπο να διαφυλάξει τη ζωή την οποία έμαθε να ζει, διεκδικώντας με το πείσμα ενός παιδιού και το δικαίωμα στο όνειρο.
Περισσότερο όμως και από όλα τα παραπάνω οφείλεις να επαινέσεις την Ρορβάχερ για τον τρόπο με τον οποίο αφηγείται στην πραγματικότητα ένα παραμύθι (με όλους τους κανόνες που αυτό επιβάλλει - από τα παιδιά που βρίσκονται στο έλεος των μεγάλων μέχρι το happy end - εδώ και με έξτρα μακρινή αναφορά στη «Σταχτοπούτα»), με τη μορφή μιας απόλυτα ρεαλιστικής ταινίας που φλερτάρει ταυτόχρονα με το ντοκιμαντέρ και με το μαγικό ρεαλισμό.
Ακόμη κι αν οι σκηνές του ριάλιτι (με έξτρα αναφορά στην ιταλική κουλτούρα την παρουσία της Μόνικα Μπελούτσι) μοιάζουν περισσότερο αδύναμες παρά λειτουργικές (καθώς η Ρορβάχερ προσπαθεί να σατιρίσει όχι με απόλυτη επιτυχία το «όνειρο» για εύκολα χρήματα και το φολκλόρ ως αξιοθέατο), η γήινη ανθρωπιά που αναδύει απ' άκρη σ' άκρη η ιστορία της, η δικαίωση ενός ολόκληρου αλλιώτικου από την κοινωνική νόρμα κόσμου και η δυνατή εικονογραφία της πάνω σε μια διαφορετική ενηλικίωση (μικρών και μεγάλων) κάνουν το φιλμ της ένα μικρό θαύμα.