Με φόντο των κόσμο των αθλητικών στοιχημάτων, παρακολουθούμε την ιστορία της Μπεθ, που από στριπτιζέζ έγινε βοηθός του Ντινκ, ενός από τους μεγαλύτερους τζογαδόρους στο Βέγκας. Αποδεικνύεται φυσικό ταλέντο στα στοιχήματα, αλλά κάνει το λάθος να τον ερωτευτεί, και να μπει στο σκόπευτρο της γυναίκας του, Τούλιπ. Εγκαταλείπει το Λας Βέγκας για τη Νέα Υόρκη, αλλά οι πράξεις της την κυνηγούν, και θα αναγκαστεί να επιστρέψει στο Ντινκ και να αντιμετωπίσει τη γυναίκα του και τον κόσμο του τζόγου ξανά.

Βασισμένο στην αληθινή ιστορία της Μπεθ Ρέιμερ, μιας νεαρής γυναίκας με κολοσσιαία προσωπικότητα, ατέλειωτα αποθέματα αισιοδοξίας και πραγματικά μικροσκοπικά σόρτς, το «Lay the favorite» την ακολουθεί στο φιλόδοξο ταξίδι της από private dancer σε παράνομη μπούκερ.

Φτάνοντας στο Λας Βέγκας με φιλοδοξίες να γίνει cocktail waitress η Μπεθ, βρίσκει την αληθινή της κλίση όταν γνωρίζει τον Μπινγκ, έναν επαγγελματία τζογαδόρο που την προσλαμβάνει να δουλέψει στο γραφείο του. Οταν η έλξη μεταξύ τους σκοντάψει στην αντίδραση της απαιτητικής, «πλαστικής» γυναίκας του, η Μπεθ θα εγκαταλείψει το Βέγκας για την Νέα Υόρκη ακολουθώντας έναν νεαρό δημοσιογράφο που θα την ερωτευτεί και θα συνεχίσει την καριέρα της στον τζόγο στο πλευρό ενός παράνομου ατζέντη στοιχημάτων.

Η Ρεμπέκα Χολ να είναι απολαυστική στον τρόπο που αρνείται να υποκύψει σε οποιαδήποτε αίσθηση σοβαροφάνειας, υποδυόμενη την ηρωίδα της σαν μια υπερμεγέθη ζωντανή Μπάρμπι, αλλά με περισσότερο μυαλό απ όσο θα περίμενες, ο Μπρους Γουίλις όπως πάντα cool ακόμη και με λευκή κάλτσα ως το γόνατο και η Καθριν Ζίτα Τζόουνς τσαλακώνει απολαυστικά την εικόνα της στον ρόλο της λαϊκής γυναίκας του.

Και οι ενδιαφέρουσες παρουσίες στο καστ και οι χαριτωμένες ερμηνείες συνεχίζονται (προσθέστε τον Βινς Βον και τον Τζόσουα Τζάκσον στο μείγμα), αλλά το φιλμ δεν κατορθώνει να ανυψωθεί ποτέ από το επίπεδο μια χαριτωμένης φάρσας. Συχνά οι ατάκες είναι απολαυστικές, το χαμόγελο παραμένει σταθερά στα χείλη, όμως τα πάντα μοιάζουν αφόρητα επιφανειακά, ένα αστείο που πετυχαίνει άλλοτε περισσότερο κι άλλοτε λιγότερο και το οποίο χαζεύεις δίχως να το πολυνοιάζεσαι ως το τέλος.

Ισως γιατί το «ταξίδι αυτογνωσίας» της ηρωίδας δεν περιλαμβάνει καμιά απρόβλεπτη διαδρομή, ή ίσως γιατί όπως και η ίδια όσο και οι περιπέτειες της μοιάζουν φτιαγμένες όχι από το υλικό των αληθινών ανθρώπων, αλλά από αυτό της υπερβολής, της πλάκας, της εκκεντρικότητας, μοιάζουν να κατοικούν σε έναν κόσμο που μοιάζει περισσότερο με αυτό των καρτούν.

Αλλά ίσως πάλι φταίει, ότι δεν έχουμε πάει ποτέ στο Λας Βέγκας...