Ο Μάσιμο κι ο Πάολο είναι αδέλφια. Ο πρώτος είναι ένας διακεκριμένος και πλούσιος μεγαλοδικηγόρος, ο δεύτερος ένας ιδεαλιστής παιδίατρος. Δεν ταιριάζουν, δεν αγαπιούνται ιδιαίτερα, αλλά διατηρούν την τακτική επαφή τους – ένα μηνιαίο δείπνο μετά συζύγων – γιατί αυτό απαιτούν οι τύποι. Οταν, ωστόσο, υποψιαστούν ότι τα δικά τους παιδιά, η κόρη του ενός κι ο γιος του άλλου, είναι υπεύθυνα για μια μοιραία κι ανεξήγητη επίθεση σ’ έναν άστεγο, η κάθε οικογένεια θα προφυλάξει τα συμφέροντα των φυντανιών, ξεχνώντας να υπολογίσει δεσμούς αίματος, ηθικές αρχές και βασικές ανθρώπινες αξίες.
Ο Ιταλός Ιβάνο Ντε Ματέο διασκευάζει το μυθιστόρημα «Το Δείπνο» του Χέρμαν Κοχ (μετά την αντίστοιχη ολλανδική διασκευή του 2013 που διατήρησε και τον τίτλο του), σ’ ένα φιλμ που έκανε την πρεμιέρα του στους Ορίζοντες του Φεστιβάλ Βενετίας. Στιβαρό, αναλυτικό και συγκροτημένο, το φιλμ έχει το βασικό πλεονέκτημα της τετράδας των πρωταγωνιστών που υποδύονται τους γονείς, μια επιλογή από τα πιο πολυδιάστατα, επιβλητικά, ατμοσφαιρικά ταλέντα του σημερινού ιταλικού σινεμά. Το κύρος του Αλεσάντρο Γκάσμαν, η ευελιξία του Λουίτζι Λο Κάσιο, η διαπεραστικότητα της (μεγαλωμένης στην Τσεχοσλοβακία, τότε) Μπάρμπορα Μπομπουλόβα, η αφοπλιστική ομορφιά της Τζιοβάνα Μετσοτζιόρνο κάνουν το δικό τους παιχνίδι στην οθόνη, ενισχύοντας τους ρόλους τους με τη δική τους υπέροχη παρουσία.
Επιλέγοντας το ύφος του κοινωνικού θρίλερ, ο Ντε Ματέο χτίζει μια ταινία απόλυτα επίκαιρη, εμπλέκοντας τη σύγχρονη υπόσταση (ή μη) της οικογένειας, την υπερβολική ανοχή στη νεότερη γενιά, τη γενικευμένη αδιαφορία προς όλα και όλους, κυρίως προς τη βία.
Μέσα στην επιθυμία της να εκθέσει την κατάσταση και να δώσει ερεθίσματα με τον «σωστό» τρόπο, το φιλμ γίνεται κατά στιγμές ελαφρώς διδακτικό, ακουμπά για ξεκούραση στα ταξικά στερεότυπα και διατηρεί ένα τέλος αρκετά ανοιχτό, ώστε να μην αναγκαστεί να πάρει την ευθύνη μιας γνώμης. Εχει όμως ήδη πει αρκετά, για να διαμορφώσει ο θεατής τη δική του.