Ενας αιώνας από την Οκτωβριανή Επανάσταση του 1917. Το μεγάλο όραμα που συνεπήρε εκατομμύρια ανθρώπους σ’ όλο τον πλανήτη, γέννησε μεγάλες ελπίδες, όνειρα, οράματα και μαζί εξεγέρσεις, πολέμους, καταστροφές, που σημάδεψαν ανεξίτηλα ολόκληρο τον εικοστό αιώνα. Έναν αιώνα που έζησε τη μεγαλύτερη ουτοπία που γέννησε ποτέ η ανθρωπότητα.
Είναι εξαντλητικός ο όγκος του υλικού που έχει συγκεντρώσει ο Φώτος Λαμπρινός μετά από έρευνα δεκαετιών και πάνω στο οποίο οικοδομείται μια πλήρης και αντικειμενική - καθώς όπως υποστηρίζει ο ίδιος ο δημιουργός της η αφήγηση αποτελείται από μια σύνθεση κείμενων ιστορικών και συγγραφέων – εξιστορηση των πρώτων χρόνων της δημιουργίας της Σοβιετικής Ενωσης, αμέσως μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση.
Η αφήγηση (με το ομολογουμένως καθαρό, αλλά επίπεδο voice-over του σκηνοθέτη) είναι γραμμική, σχεδόν σαν σε βιβλίο ιστορίας που με εύγλωττο τρόπο εξιστορεί την αλληλουχία των γεγονότων, τις πιο σημαντικές στιγμές σε κάθε ένα από τους μεγάλους σταθμούς των ετών 1917-1934, από την πτώση του τσάρου, μέχρι την επικράτηση των μπολσεβίκων, τα νέα ρεύματα στην τέχνη, την πετυχημένη οικονομική πολιτική του Λένιν, τη φρενίτιδα που επικράτησε στη χώρα για νέες ιδέες, το διαρκή πρωταγωνιστικό ρόλο των αγροτών...
Είναι σαφές ότι παρά την αντικειμενικότητά που του επιβάλλει τόσο η Ιστορία όσο και το υλικό του, ο Φώτος Λαμπρινός παραμένει συνεπαρμένος από την προοπτική που κρύβει η (Μεγάλη) Ουτοπία. Ειδικά στο κομμάτι με τις Τέχνες, ακριβώς στο μέσο του ντοκιμαντέρ, είναι έκδηλος ο ενθουσιασμός του για τη ρωσική πρωτοπορία και τις τολμηρές καινοτομίες όπως αυτές επηρέασαν το παγκόσμιο σινεμά (και όχι μόνο), αλλά και για το σοσιαλιστικό θαύμα που έστω και για μία μόνο στιγμή έμοιαζε με την πιο σπουδαία στιγμή που έζησε ποτέ η ανθρωπότητα.
Η διαρκής αίσθηση πως ό,τι βλέπεις μοιάζει με κάτι που έχεις ξαναδεί πολλές φορές μέσα στα χρόνια δεν μειώνει το γεγονός της σύνθεσης του άλλοτε σπάνιου και άλλοτε απλά ταιριαστού υλικού από τον Φώτο Λαμπρινό. Υλικό, το οποίο ωστόσο από μόνο του δεν αρκεί για να προσδώσει σε ένα τηλεοπτικών διαστάσεων ντοκιμαντέρ την κινηματογραφικότητα που θα το έκανε κάτι περισσότερο από μια απλή «ιστορία» για το πως κατέρρευσε το σοσιαλιστικό όνειρο και τις φρικαλεότητες του Στάλιν.
Περισσότερο σαν μια (εκπαιδευτική) εισαγωγή στην έννοια του «σοσιαλισμού» και στην οικοδόμηση της ΕΣΣΔ, η «Μεγάλη Ουτοπία» δεν κορυφώνεται ποτέ – σε αντίθεση με τα γεγονότα που εξιστορούνται – παρά μόνο στα τελευταία λεπτά της. Εκεί όπου ακόμη και μετά από μία συνειδητή κυριολεκτική γενοκτονία, ο κρατικός μηχανισμός θριαμβολογούσε για την επιτυχία του κρατώντας το «όνειρο» (ή μάλλον τον εφιάλτη) ζωντανό.
Ο Φώτος Λαμπρινός προσπαθεί επίμονα να μην κρίνει (ή να διακινδυνεύσει να πάρει θέση), αλλά τα γεγονότα μιλούν από μόνα τους. Και η μαρτυρία μιας γυναίκας που έζησε τη φρίκη – στη μοναδική στιγμή όπου το ντοκιμαντέρ διαθέτει «πρόζα» - δεν μπαίνει τυχαία ακριβώς λίγο πριν το φινάλε μαζί με μια αφετηρία διαλόγου γύρω από την αλήθεια και τη συγκάλυψή της από την Ιστορία, γύρω από τη δικαιοσύνη και την θέση της στο μεγάλο βιβλίο αυτού του κόσμου.
Αθελά της ίσως και σε κάθε περίπτωση χωρίς αυτό να δηλώνεται, η «Μεγάλη Ουτοπία» ολοκληρώνεται τελικά ως μια μαρτυρία (ή πιο πολύ σαν ένα ντοκουμέντο), μια επίκαιρη, οπως και να το κάνουμε και ειδικά στην Ελλάδα του σήμερα, υπενθύμιση για όσους συνεχίζουν να πιστεύουν σε σοσιαλιστικά όνειρα και απανταχού ουτοπίες.