Δύο άντρες. Και οι δύο καθηγητές γλωσσολόγοι, μελετητές του Ταλμούδ, του ιερού εβραϊκού βιβλίου, έγκριτοι καθηγητές πανεπιστημίου. Πατέρας και γιος. Ο γιος, 40άρης, αγαπητός και αποδεκτός στην ακαδημαϊκή κοινότητα, κοινωνικός και ανοιχτός με τους μαθητές του, λίγο γιάπης, λίγο νάρκισσος, γνωρίζει δόξα στη δουλειά του και την απολαμβάνει. Ο πατέρας 70χρονος πλέον, κουβαλά, σε όλες τις εκφάνσεις της καθημερινότητάς του, πίκρα. Βαθιά απογοήτευση και οργή γιατί η μεγάλη του έρευνα (στην οποία είχε αφιερώσει 30 χρόνια από τη ζωή του) που θα τον έκανε επίσημο μέλος της Ακαδημίας, θα του χάριζε το Βραβείο του Ισραήλ και την επιστημονική αιωνιότητα, ανατράπηκε από μία άλλη τυχαία ανακάλυψη που ακύρωνε τη δική του μελέτη. Μοναδική του αναγνώριση: μία υποσημείωση σε βιβλίο του μέντορα και δασκάλου του, όπου αναφέρεται το όνομά του. Ενα λάθος, ένα μπέρδεμα των δύο ανδρών που φέρουν το ίδιο επίθετο, θα τους φέρει στην απόλυτη σύγκρουση. Κι εκεί θα σταματήσει η κωμωδία.

Με την πρόφαση της ελαφρότητας, ο Τζόζεφ Σένταρ (προηγούμενη δουλειά του το επίσης υποψήφιο για Οσκαρ «Beaufort») γράφει και σκηνοθετεί μία προσεχτική -και σε στιγμές ανατρεπτική- ψυχαναλυτική ματιά στον ανδρικό εγωισμό, ένα φροϊδικό δράμα που σπάει το ταμπού του «γονιού που θέλει πάντα το καλύτερο για το παιδί του». Μέσα από το φακό του που πειραματίζεται με τους χώρους (ένα ολόκληρο τέταρτο διαδραματίζεται σε ασφυκτικά μικρό δωμάτιο), φορτίζει την ένταση με κλειστά κοντινά στα πρόσωπα, και χρησιμοποιεί την ακαδημαϊκή καθημερινότητα ως έναν ακόμα ήρωα στην ταινία (η ταγμένη ζωή των αντρών πνιγμένη στο χάος των βιβλίων) εξελίσσεται μία υπαρξιακή αποκαθήλωση.

Αποκαλύπτεται περίτρανα ότι ο άνθρωπος που δεν έχει προσέξει να μη σπαταλήσει τη ζωή του μέσα στις εμμονές του, εκείνος που νιώθει συνεχώς θύμα, εκείνος που παρηγορεί και ταυτόχρονα συνεχώς τρέφει το εγώ του, όχι δε γίνεται ποτέ καλός πατέρας. Οσο αξιόλογος επιστήμονας, όσο μορφωμένος, όσο φαινομενικά ταπεινός. Στην ουσία είναι δειλός, άξεστος, μίζερος και εγωπαθής.

Και το μεγαλύτερο δυστύχημα είναι ότι ακόμα κι όταν ο γιος συνειδητοποιήσει την τραγωδία αυτού του ανταγωνισμού, ακόμα κι όταν επιλέξει να τη σταματήσει δείχνοντας μεγαλείο και πραγματική αγάπη, τίποτα δεν εγγυάται ότι δε θα επαναλάβει κι αυτός με τη σειρά του το οικείο αυτό μοτίβο στο δικό του παιδί. Ο ίδιος ομφάλιος λώρος που προμηθεύει τροφή, αναπνοή, ζωή, μπορεί να ξεράσει κι όλα τα απωθημένα, τα κατακάθια, τη χολή της ανικανοποίητης μας ύπαρξης.

Ο διάσημος στο Ισραήλ θεατρικός ηθοποιός Σλόμο Μπαρ-Αμπα είναι εξαιρετικός στο χαρακτήρα του ζηλόφθονα πατέρα - ενός ρόλου που ξεκινάει ως ένα κλισέ περίγραμμα, αλλά σταδιακά σοβαρεύει, φουντώνει, διαστέλλεται, αποκτώντας τις μεγάλες και συνάμα τόσο μικροπρεπείς του διαστάσεις. Ο γνωστός μας από το «Walk on Water» Λίορ Ασκενάζι καταφέρνει κάτι δυσκολότερο: αρχικά ερμηνεύει το γιο ως ένας Ισραηλινός Στιβ Καρέλ, αλλά όταν γίνεται η ανατροπή του ύφους της ταινίας, αλλάζει κι αυτός αριστοτεχνικά το κωμικό του δέρμα. Αφήνει πίσω τις ευκολίες, τις μανιέρες, σκοτεινιάζει, ανακαλύπτει και αποκαλύπτεται.

Ο Τολστόι είχε κάποτε πει ότι οι οικογένειες είναι τα πιο αιματοβαμμένα πεδία μάχης. Αν διαφωνείτε, γράψτε λάθος.