Η Ναταλί έχει μια υπέροχη ζωή. Είναι νέα, όμορφη και έχει τον τέλειο γάμο. Οταν όμως, ο σύζυγός της θα πεθάνει σε ένα ατύχημα, θα δει τον κόσμο της να καταρρέει. Για τα επόμενα χρόνια, θα εστιάσει στη δουλειά της, θάβοντας κάθε ίχνος συναισθήματος μέσα της. Και τότε, ξαφνικά, χωρίς να μπορεί να εξηγήσει το γιατί, φιλάει τον πιο απίθανο άνθρωπο – τον Μάρκους, έναν συνεργάτη της. Το παράξενο ζευγάρι θα ξεκινήσει το δικό του ταξίδι στον κόσμο των συναισθημάτων... Ενα ταξίδι που θα εγείρει κάθε είδους ερωτήματα και έριδες στη δουλειά και την καθημερινότητα τους.

Ακόμη και μετά από τόσα χρόνια καριέρας, η Οντρέ Τοτού παραμένει ένα αξιοπερίεργο.

Σημαδεμένη – ερήμην της ή όχι, δεν θα μάθει ποτέ κανείς - ανεξίτηλα από την Αμελί Πουλέν, αποδεικνύει, μια δεκαετία μετά την τεράστια επιτυχία της ταινίας του Ζαν Ζενέ, πως είναι καλύτερη ηθοποιός απ’ όσο φανταζόταν και η ίδια και ταυτόχρονα φέρει, ωριμάζοντας, κάτι από τη μελαγχολία που προσδίδει ο χρόνος στις γυναίκες που αρνούνται να μεγαλώσουν.

Στα 35 της χρόνια, όμως, υπάρχουν ακόμη άνθρωποι που θέλουν να την βλέπουν να επαναλαμβάνει τον ίδιο εκείνο ρόλο της μοναχικής, αλαφροίσκιωτης έφηβης που νίκησε την πραγματικότητα μέσα από το όνειρο. Και σε αυτούς μπορεί να συμπεριλάβει κανείς σχεδόν σύσσωμους τους Γάλλους σκηνοθέτες και – δυστυχώς – και την ίδια.

Δεν αποτελεί λοιπόν έκπληξη που το ίδιο θέλησαν και οι αδερφοί Φενκινός (ο Νταβίντ στο ομώνυμο βιβλίο του οποίου βασίστηκε η ταινία και ο αδερφός του, Στεφάν), τοποθετώντας την Τοτού στο κέντρο μιας ρομαντικής κομεντί που «αμελίζει» με την ίδια επιμονή που προσπαθεί να ξεχωρίσει από το σωρό των γαλλικών ταινιών που πιστεύουν πως αντιγράφοντας το αμερικάνικο σινεμά, καταφέρνουν να μην μοιάζουν... γαλλικές.

Οπως δεν αποτελεί έκπληξη πως η Τοτού είναι κάτι περισσότερο από πρωταγωνίστρια του «Επιστροφή στον Ερωτα». Στην πραγματικότητα είναι ολόκληρη η ταινία και κάτι παραπάνω. Και, παρούσα σε κάθε σκηνή, από την πρώτη μέχρι και την τελευταία, δεν σταματάει να σε γοητεύει, την ίδια στιγμή που σε προβληματίζει, μπαινοβγαίνοντας στο ρόλο μιας ώριμης Αμελί που, εδώ οφείλει να πατάει πιο γερά στο ρεαλισμό.

Μπορεί οι ιδέες των αδερφών Φενκινός να είναι άλλοτε πρωτότυπες, άλλοτε χαριτωμένες και άλλοτε μπανάλ, μπορεί το Παρίσι να παραμένει πεισματικά όμορφο (και τουριστικό), μπορεί οι διακυμάνσεις της ηρωίδας – από την ευτυχία στη θλίψη και από εκεί στην περιέργεια και τη χαρά – να ορίζουν τον ρυθμό του φιλμ που στο δεύτερο μισό αρχίζει να επαναλαμβάνεται χωρίς λόγο.

Τίποτα, όμως, δεν θα ήταν το ίδιο, αν ως αντίβαρο στο one woman show της Τοτού δεν υπήρχε ο Βέλγος Φρανσουά Νταμιέν, ένας πραγματικά ρομαντικός και αναπάντεχος ήρωας που με αφοπλιστική γοητεία γειώνει τις ακροβασίες και τις αδικαιολόγητες αποφάσεις της συμπρωταγωνίστριας του, φέρνοντας την στα μέτρα μιας πραγματικά τραυματισμένης γυναίκας που το μόνο που θέλει είναι να ερωτευτεί.

Μαζί διατρέχουν μια ιστορία αγάπης που ξεκινάει με έμπνευση και τελειώνει ανέμπνευστα. Μαζί επιβεβαιώνουν πως ο έρωτας βρίσκεται εκεί ακριβώς που δεν τον περιμένεις, αλλά και πως δεν χρειάζεται να έρχεται σε σετ με τον φωτισμένο Πύργο του Αϊφελ. Και μαζί, στήνουν ένα τρυφερό παραμύθι που δικαιώνει τις δεύτερες ευκαιρίες, δίνοντας μισή (και λιγότερη) και στην ίδια την ταινία, απλά και μόνο επειδή εξαιτίας τους παραμένει ενδιαφέρουσα μέχρι και το τέλος.