To μόνο σίγουρο είναι πως ο Deadpool δεν είναι και ο πιο συμβατικός υπερήρωας εκεί έξω. Αυτό κατάφερε εξάλλου να το αποδείξει με την πρώτη του ταινία, η οποία με τον γεμάτο αυτοσαρκαστικό της τόνο, όχι μόνο στέφθηκε με επιτυχία, αλλά κατάφερε να αφήσει το δικό της (αθυρόστομο) αποτύπωμα στο κινηματογραφικό σύμπαν της Marvel.
Με την ίδια φόρα και τον ίδιο σκανταλιάρικο τόνο, ο ήρωας που κάποιοι αγαπούν και κάποιοι άλλοι απλά αγαπούν να μισούν, ο Deadpool, επιστρέφει για να ισοπεδώσει όσα ελάχιστα άφησε όρθια από την προηγούμενη φορά. Αυτή την φορά ο σκηνοθέτης του «Atomic Blond», Ντέιβιντ Λιτς, αναλαμβάνει τα ηνία από τον Τιμ Μίλερ, και αν η προηγούμενή του ταινία αποτελεί μια κάποια ένδειξη, τότε καταλαβαίνεις ακριβώς το τι πρόκειται να ακολουθήσει. Ο Λιτς, αυτή την φορά, μειώνει την κωμωδία, χωρίς όμως να την εξαλείφει, αυξάνει την δράση και την βία, χωρίς να την υπερφορτώνει και προσθέτει και το δράμα, χωρίς να γίνεται... μελό.
Ετσι ο Deadpool ανακαλύπτει την δική του (διαστροφική) οικογένεια και την σημασία της, και μαζί της μοιάζει να βρίσκει την ισορροπία που του έλειπε στην πρώτη ταινία και χρειάζονταν στην δεύτερη. Οχι ότι έτσι παίρνει τον εαυτό της στα σοβαρά. Από τους τίτλους αρχής, σαφής αναφορά σε αυτούς του Τζέιμς Μποντ, παρέα με την δυναμική μπαλάντα της Σελίν Ντιόν «Ashes», η επιστροφή του Deadpool παραμένει γεμάτη από easter eggs, μέτα-αναφορές στην ποπ κουλτούρα κι όχι μόνο, ενώ συνεχίζει να σπάει τον τέταρτο τοίχο με κάθε πρώτη ευκαιρία. Ακόμα και τα cameo, αν και όχι ιδιαίτερα πολλά αυτή την φορά, αφήνουν τον δικό τους στίγμα στην ταινία. Ειδικά αυτό του «Καπνού», το οποίο είναι τόσο γρήγορο που αν κλείσετε τα μάτια σας το έχετε χάσει, αποτελεί ίσως ένα από τα καλύτερα που έχουμε δει τον τελευταίο καιρό.
Πέρα από τα όποια ατακαδόρικά του αστεία, μέσα σε αυτόν τον κόσμο που τελικά μοιάζει σαν ένα μεγάλο ανέκδοτο, αυτή την φορά υπάρχουν και δόσεις σοβαρότητας και δράματος, όσο «σοβαρές» (με πολλά εισαγωγικά) μπορούν να γίνουν τέτοιες στιγμές σε μια ταινία με ήρωα τον Deadpool. Εμβόλιμες στις κατάλληλες στιγμές και τις κατάλληλες δόσεις, - προς Θεού - μην βασιστείτε πάνω τους για να νιώσετε κάτι παραπάνω για τους αγαπημένους σας χαρακτήρες.
Και μιας και μιλάμε για τους χαρακτήρες, ο Ράιαν Ρέινολντς παραμένει η ψυχή του φιλμ, με την αστείρευτη γοητεία του, την γεμάτη ενέργεια και τον αυτοσαρκασμό του, αλλά και το διαπεραστικό του χιούμορ. Είναι ένας από τους καλύτερούς του ρόλους, με τον ίδιο να μην παύει λεπτό να το διασκεδάζει, και όλο να βγαίνει προς τα έξω. Οι υπόλοιποι χαρακτήρες, ακόμα και οι νέες προσθήκες με τον Τζος Μπρόλιν στον ρόλο του Cable και της Μπριάνα Χίλντεμπραντ στον ρόλο της απίστευτα τυχερής Domino, είναι απλά διεκπεραιωτικοί - άντε με τον Μπρόλιν να καταφέρνει να κάνει τον χαρακτήρα του ελαφρώς λιγότερο… χάρτινο.
Εν ολίγοις, και τη δεύτερη φορά ο Deadpool αποδεικνύεται ο (αντί)ήρωας που χρειάζεται κάθε κινηματογραφικό σύμπαν υπερηρώων, ακόμα κι αυτό της Marvel, για να βρει την ισορροπία του. Και εδώ φαίνεται ακόμα πιο πολύ.