Δεν ήταν δα και τόσο δύσκολο να αντιληφθεί κανείς τι ταινία θα ήταν το «Book Club».
Και δεν εννοεί κανείς την τόσο... εύκολη ιδέα τεσσάρων γυναικών που αφυπνίζονται σεξουαλικά επειδή διαβάζουν το «Fifty Shades of Grey». Αλλωστε, όπως αναφέρει και η Τζέιν Φόντα, η πιο «Σαμάνθα» από τις τέσσερις του κλαμπ, «100 εκατομμύρια άνθρωποι» δεν μπορεί να κάνουν λάθος και, εντάξει, ας δεχθούμε πως μια ομοσπονδιακή δικαστής είναι κι αυτή μια απλή γυναίκα που χρειάζεται λίγη φτηνή λογοτεχνία για να δει το φως το αληθινό.
Το πραγματικά «φτηνό» στην περίπτωση της ταινίας του πρωτοεμφανιζόμενου Μπιλ Χόλντερμαν είναι ότι μοιάζει ακριβώς ίδια με τις περισσότερες κωμωδίες στις οποίες αναλώνεται τα τελευταία χρόνια τόσο η Ντάιαν Κίτον (βλ. από το «Something's Gotta Give» μέχρι το «Because I Said So») όσο και η Τζέιν Φόντα (βλ. από το «Monster-in-Law» μέχρι το «Georgia Rule») στην απέλπιδα προσπάθειά τους να ανατρέψουν την εικόνα της 70+ μητέρας/γυναίκας.
Ο,τι δηλαδή προσπαθούν να κάνουν και στο «Book Club», μια παραλλαγή πάνω στο μοτίβο του «Sex and the City», με τέσσερις φίλες που ζουν στη Σάντα Μόνικα και θα αφήσουν στην άκρη τα προσχήματα, θα θυσιάσουν τίτλους για τίτλους βιβλιοφαγίας προκειμένου να παραδοθούν στη γοητεία του κύριου Γκρέι και θα ξαναδούν την (ερωτική) ζωή τους από την αρχή.
Η Βίβιαν (Τζέιν Φόντα) είναι η πιο «άτακτη» απ' όλες, με ενεργή σεξουαλική ζωή, αλλά με αλλεργία στη δέσμευση, μέχρι που θα συναντήσει τον Αρθουρ, τον μεγάλο της έρωτα πριν από τέσσερις δεκαετίες. Η Νταιάν (Ντάιαν Κίτον) έχει χάσει τον σύζυγό της εδώ και ένα χρόνο και οι δυο της κόρες, που τη θεωρούν γριά, θέλουν να την αναγκάσουν να μετακομίσει μαζί τους στην Αριζόνα. Η Σάρον (Κάντις Μπέργκεν) είναι μια ομοσπονδιακή δικαστής που έχει 18 χρόνια να κάνει σεξ. Και η Κάρολ (Μέρι Στινμπέργκεν) νομίζει πως τώρα που ο σύζυγός της πήρε σύνταξη θα ζήσουν μια ζωή γεμάτη συγκινήσεις.
Χωρίς καμία υπερβολή, θα ήταν προτιμότερο για τον κύριο Χόλντερμαν να αφήσει τις τέσσερις υπέροχες πρωταγωνίστριές του να πίνουν κρασί, καθισμένες γύρω από ένα τραπέζι και να μιλούν για τις σχέσεις, το σεξ, τους άντρες, τον έρωτα, τη ζωή. Να αυτοσχεδιάζουν πάνω σε όλα όσα μεταφέρουν η κάθε μια ξεχωριστά και όλες μαζί, σε μια ιστορία του ίδιου του Χόλιγουντ που εδώ μοιάζει να ξεχνιέται ηθελημένα προκειμένου τέσσερις bigger than life γυναίκες να αποκτήσουν χαρακτηριστικά της - εντάξει, high class, λευκής και Καλιφορνέζας - «γυναίκας της διπλανής πόρτας».
Αναλώνοντας το ταλέντο τους σε σλάπστικ χοντράδες, σεξουαλικά υπονοούμενα που συνηθίζεις να λες και να ακούς στο γυμνάσιο, αστεία γραμμένα στο πόδι και βαρύ μέικ - απ, αυτό που νιώθεις βλέποντας το «Book Club», εκτός από το γεγονός ότι ανυπομονείς να τελειώσει, είναι ότι κάτι πάει πολύ στραβά. Οχι μόνο γιατί δεν είναι καθόλου πιστευτό πως γυναίκες που έζησαν το sexual liberation και τα ξέφρενα '70s βάζουν κρυφά χάπια βιάγκρα στον σύζυγό τους, αλλά κυρίως γιατί αυτή δεν είναι μια ταινία που αξίζει σε καμία γυναίκα αυτής ή οποιασδήποτε άλλης ηλικίας.
«100 εκατομμύρια άνθρωποι δεν μπορεί να κάνουν λάθος». Συμφωνούμε, αλλά αυτό δεν κάνει το «Fifty Shades of Grey» καλή λογοτεχνία, όπως και η παρουσία τεσσάρων υπέροχων γυναικών δεν είναι ικανή να σώσει μια ταινία που τον μόνο οργασμό που προκαλεί (για να αναφερθούμε και στο ζητούμενο της υπόθεσης) είναι αυτόν των απανωτών ανόητων κλισέ που το κάθε book club που σέβεται τον εαυτό του δεν θα άφηνε... ασχολίαστο.