Η ταινία του Γιάν Γκοζλάν - η καλύτερη του μέχρι σήμερα και αυτή που τον τοποθετεί σε περίοπτη θέση στο σύγχρονο (γαλλικό) σινεμά - μοιάζει με την εμμονική έρευνα του ήρωα της: ξεκινάει από μερικές λεπτομέρειες που διαβρώνουν κάθε σιγουριά γύρω από το φαίνεσθαι και το είναι των πραγμάτων, ανοίγεται σε ένα ολόκληρο σύμπαν από μηχανισμούς που ξεκινούν από το ιδιωτικό και φτάνουν στο κοινωνικό και ολοκληρώνεται ως ένα υπαρξιακό ταξίδι γύρω από την αναζήτησή της αλήθειας.

Με τη φόρμα αλλά κυρίως το πνεύμα της δεκαετίας του ’70 να διαπερνά τη ραχοκοκκαλιά του, το «Μαύρο Κουτί» έρχεται σαν μακρινός απόγονος της «Συνομιλίας» του Φράνσις Φορντ Κόπολα και του «Blow Out» του Μπράιαν Ντε Πάλμα (αναφορές που παραδέχεται και ο ίδιος ο δημιουργός του) για να επιβεβαιώσει πως μέσα στο σινεμασκόπ του χωράει όχι μόνο ένας διακριτός σινεφίλ φόρος τιμής, αλλά κυρίως μια αλληγορία που ξεπερνά το θρίλερ μυστηρίου χωρίς να θυσιάζει την κινηματογραφική απόλαυση.

Στο κέντρο της βρίσκεται ο Ματιέ, ένας ειδικός αναλυτής μαύρων κουτιών που θα αναζητήσει τα αίτια συντριβής ενός νέου αεροσκάφους στις Γαλλικές Άλπεις. Η μέθοδος του είναι σχεδόν χειρουργική, αφού περισσότερο ίσως και από την ευθύνη απέναντι στα θύματα, ο Ματιέ προτάσσει σε κάθε νέα υπόθεση που αναλαμβάνει την επαγγελματική ακεραιότητα. Γι’ αυτόν, κάθε νέα αναζήτησή της αλήθειας είναι ένα ακόμη κομμάτι σε μια μεγαλύτερη εικόνα ενός κόσμου μέσα στον οποίο ακόμη και ο πιο ανεπαίσθητος ήχος συντελεί στην οικοδόμηση μιας συμφωνίας βασισμένης στην τάξη και την ασφάλεια.

Οταν οι Αρχές θα κλείσουν γρήγορα την υπόθεση, καθώς σε μια πρώτη έρευνα δεν προκύπτει κάτι συγκεκριμένο, ο Ματιέ δεν θα σταματήσει. Θα συνεχίσει κόντρα στις εντολές των ανωτέρων του, σίγουρος πως η αλήθεια καλύπτεται σκόπιμα, διακινδυνεύοντας όχι μόνο τη δική του καριέρα, αλλά και την καριέρα της συντρόφου του - μιας φιλόδοξης νεαρής μάνατζερ σε αεροπορική εταιρία - και μαζί την ίδια του τη ζωή. Μόνος του, θα φτάσει μέχρι το τέλος του νήματος για να βρεθεί τελικά αντιμέτωπος με μια πλήρη αναθεώρηση κάθε σταθεράς που είχε μέχρι εκείνη τη στιγμή στη ζωή του.

Αριστο στην απεικόνιση ενός άγνωστου στους πολλούς κόσμου - αυτό της αεροναυπηγικής, το θρίλερ του Γιάν Γκοζλάν πατάει γερά τα πόδια του στη Γη και με κλασική, στέρεη αφήγηση με ανατροπές, ξεναγεί τον θεατή στα άδυτα του backstage των αεροπορικών εταιριών και ενός όχι και τόσο ευοίωνου μέλλοντος για όσους εργάζονται σε αυτές. Δεν μένει σε αυτό, ούτε καταναλώνει όλη του την ενέργεια στην κινηματογραφική απόλαυση που προσφέρει το έτσι κι αλλιώς καλογραμμένο (και, φυσικά, με όλες τις υπερβολές και ευκολίες) του σενάριο.

Μένοντας κολλημένος πάνω στον ήρωα του σε όλη τη διάρκεια της ταινίας, ο Γκοζλάν μετατρέπει το «Μαύρο Κουτί» σε ένα υπαρξιακό φιλμ που διαπερνά την κοινωνική του κριτική για να αποκαλύψει το ταξίδι ενός άνδρα που, κόντρα στην εποχή του και σε όσα επιβάλλει η συνθηκολόγηση με το οικονομικό συμφέρον ενός ολόκληρου δικτύου «επιχειρήσεων», παραμένει ή τουλάχιστον προσπαθεί να παραμείνει ακέραιος.

Γίνεται έτσι ένας ήρωας ενός νεο-νουάρ ή ακόμη και ενός νέο-γουέστερν που παρασύρει το θεατή μέσα στους αχανείς χώρους των αεροδρομίων στους οποίους εκτυλίσσεται, για να τον οδηγήσει σε μια έξοδο κινδύνου. Καθώς περνάει η ώρα και η αλήθεια μοιάζει πλέον παραχαραγμένη από κάθε πιθανή πλευρά, η παράνοια επιβάλλεται στη λογική και ο κλοιός γύρω από τον Ματιέ μετατρέπεται σε μια επικίνδυνη αποστολή. Την φέρνει εις πέρας πρωτίστως ο Πιερ Νινέ, στη δεύτερη συνεργασία του εδώ με τον Γιάν Γκοζλάν (μετά τον «Συγγραφέα» σε ένα ρόλο με το ίδιο όνομα!), στο μεταίχμιο ανάμεσα σε έναν ήσυχο και ετοιμοπόλεμο άνδρα και ο Γκοζλάν που σκηνοθετεί με πειθαρχία ένα καλοδουλεμένο φιλμ από αυτά που δεν γυρίζονται πλέον τόσο συχνά όσο παλιότερα.