Κομμάτι μιας φιλμογραφίας που ταινία με την ταινία οφείλει νομοτελειακά να αναγνωρισθεί κάποτε καθολικά ως μια από τις πιο σπάνιες περιπτώσεις κινηματογραφικής ευγένειας και βαθιάς καλλιτεχνικής συγκίνησης που γνώρισε το σύγχρονο σινεμά, η «Ευλογία» έρχεται αμέσως μετά το «Ηρεμο Πάθος» - μια ακόμη σπαρακτική μέσα στη διακριτικότητά της βιογραφία ενός ποιητή, μετά την Εμιλι Ντίκινσον, αυτή τη φορά του Ζίγκφριντ Σασούν, του διάσημου ποιητή του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου.

Παρασημοφορημένος στο Δυτικό Μέτωπο, ο Σασούν ξεκίνησε να γράφει ποιήματα για τη φρίκη του πολέμου, ταυτόχρονα σχεδόν με την απόφασή του να γίνει αντιρρησίας συνείδησης με την περίφημη διακήρυξή του, το 1917, στην οποία κατηγορούσε την Κυβέρνηση ότι συνεχίζει έναν πόλεμο που ξεκίνησε μεν ως πατριωτικός, πλέον με σκοπούς εθνικιστικούς και ιμπεριαλιστικούς. Δεν πέρασε ποτέ στρατοδικείο, αλλά εισήχθη σε ψυχιατρική κλινική όπου «φυγαδεύονταν» οι αντιρρησίες συνείδησης. Εκεί θα γνώριζε τον πρώτο έρωτά του, τον ποιητή, μαθητή του Γουίλφρεντ Οουεν, πριν ακολουθήσει η αναγνώρισή του από την υψηλή κοινωνία, κι άλλοι εραστές αλλά και η τελική του απόφαση να παντρευτεί και να κάνει οικογένεια, παραμένοντας μέχρι το τέλος της ζωής του «τραυματισμένος» από τα χρόνια στο μέτωπο και πικραμένος από την ελλιπή - κατά τον ίδιο - δημόσια αναγνώριση του έργου του.

Ο αναπόφευκτος «αυτοβιογραφικός» παραλληλισμός ανάμεσα στον Ζίγκφριντ Σασούν και τον Τέρενς Ντέιβις δεν εξαντλείται στη φύση του δημιουργού, την καταπιεσμένη σεξουαλικότητα σε χρόνια πολύ πριν την όποια «επανάσταση» (που ο Ντέιβις έχει παραδεχτεί ότι υπήρξε τόσο τραυματική που τον άφησε μόνο) και τη θαρραλέα παραδοχή περί υποτίμησης του έργου του. Ο 75χρονος Ντέιβις ξεκινάει την ιστορία λίγο πριν το τέλος, όταν ο Σασούν έχει πλέον ασπαστεί τον Καθολικισμό («γιατί είναι κάτι μόνιμο») και προσπαθεί να συμφιλιωθεί με το παρελθόν του, το γιο του, τον ίδιο του τον εαυτό. Το ταξίδι του στο χρόνο μοιάζει αποσπασματικό, σαν τους στίχους ενός ποιήματος που παρεμβάλλονται στην πραγματικότητα, σε ένα ταυτόχρονα mainstream και ποιητικό βιογραφικό φιλμ που εξερευνά το τρίπτυχο της τέχνης, του σεξ και της θρησκείας.

Δεν υπάρχει ούτε μια σκηνή στην «Ευλογία» που να μην είναι ταυτόχρονα απαραίτητη και περιττή μαζί, καθώς ο Τέρενς Ντέιβις ανοίγει την εικόνα σε μια ολόκληρη εποχή όπου η ομοφυλοφιλία βρισκόταν στο επίκεντρο των συζητήσεων λόγω της δίκης του Οσκαρ Γουάιλντ, ο πόλεμος άφηνε πίσω του πληγές που θα έμεναν ανοιχτές για πάντα και η τέχνη βρισκόταν στο μεταίχμιο μιας ταξικής κοινωνικής συμπεριφοράς και μιας λαϊκής προσευχής.

Εχοντας στο κέντρο τον Τζακ Λόουντεν και τον Πίτερ Καπάλντι (ιδανικοί ερμηνευτές της νεαρής και μεγαλύτερης ηλικίας του Σασούν αντίστοιχα), ο Ντέιβις ενδιαφέρεται για το «τραύμα» που γεννά την τέχνη, την τέχνη που θεραπεύει τα «τραύματα», τον πόλεμο στα χαρακώματα, τον πόλεμο μέσα μας, τον πόλεμο στο κέντρο του ανθρώπινου μυαλού, την απόσταση ανάμεσα στον άγνωστο σε εμάς τους ίδιους εαυτό μας και σε αυτόν που γνωρίζουν οι άλλοι. Και συγκινεί με έναν μοναδικά ελεύθερο, αθόρυβα (και ίσως πιο αποτελεσματικό) ακτιβιστικό, εμπνευσμένο, με ελλείψεις και όχι πάντα άρτια, αλλά αδιόρατα μοντέρνο κινηματογραφικό τρόπο που καταλήγει σε ένα από τα πιο σπαρακτικά φινάλε που είδαμε τελευταία στο σινεμά.

Ευλογία, όπως και να το δει κανείς.