Η Λιλί είναι ένα ατίθασο κορίτσι, που ζει χωρίς αναστολές και σε πλήρη αρμονία με τη φύση. Οταν η μητέρα της πεθαίνει, η μεγαλύτερη αδελφή της πρέπει να επιλέξει: ή θα σώσει το δικό της γάμο, ή θα επιστρέψει στην πατρική στέγη για να στηρίξει την δυσπροσάρμοστη αδελφή της. Μπορεί όμως να βάλει σε τάξη τη ζωή της Λιλί;
Η Φαμπιέν Μπερτό, με τη βοήθεια της αισθησιακής φωτογραφίας της Ναταλί Ντουράντ και το τρυφερό μουσικό σκορ του Μάικλ Στίβενς, συνθέτει ένα ατίθασο, άναρχο, αιθέριο φιλμ για ένα άγριο, ασυμβίβαστο, ανένταχτο κορίτσι. Μόνο που τίποτα δεν αγγίζει τη συναισθηματική λογική του θεατή ως πραγματικά αληθινό.
Οσο και να θέλεις να αγαπήσεις το φιλμικό αυτό ερωτικό γράμμα προς τα απανταχού παιδιά των λουλουδιών, όλους τους παρεξηγημένους, απροσάρμοστους ήρωες που περιθωριοποιούμε γιατί απλώς βλέπουν τη ζωή έξω από το συμβιβασμένο κοινωνικό μας πλέγμα, κάτι στην ζαχαρωτά μποέμικη ματιά της Μπερτό μας ηχεί κατασκευασμένο.
Η Λουντιβίν Σανιέ, αμακιγιάριστη κι αγνώριστη, προσφέρει μία αφιλτράριστη ερμηνεία με πιλότο το ζωώδες ένστικτο και το ελεύθερο πνεύμα της ηρωίδας της, όσο η Νταϊάν Κρούγκερ κρατάει την γήινη κόντρα της υπεύθυνης μεγαλύτερης αδελφής. Το σενάριο, στηριγμένο στο ομότιτλο μυθιστόρημα που έχει γράψει η ίδια η σκηνοθέτης, επιχειρεί να σοκάρει όλες τις μπουρζουά αντιλήψεις μας και να παρουσιάσει μία εναλλακτική πραγματικότητα αντίληψης τόσο της φύσης, όσο και της ανθρώπινης φύσης.
Ο υπέρμετρος ρομαντισμός της Μπερτό όμως νιώθουμε ότι δεν παρουσιάζεται για να μας εμπνεύσει, όσο για να μας επιβληθεί. Κι αυτό είναι κάτι που σπάει την εμπιστοσύνη ανάμεσα στο θεατή και την ιστορία που επιχειρείς να τον βάλεις να ονειρευτεί. Κάπως έτσι η naivete της Λιλί καταντά γραφική, η περιήγηση στη ζωή της αποστασιοποιημένη, και το μήνυμα ελευθερίας που προσπαθείς να κοινωνήσεις, ένα ακόμα νεοχίπικο σλόγκαν σε κινηματογραφικό τοίχο.