Αποφασισμένοι να εμποδίσουν την Αναμπελ από το να προκαλέσει τον όλεθρο, οι δαιμονολόγοι Εντ και Λορέν Γουόρεν κλειδώνουν τη δαιμονική κούκλα στο δωμάτιο με τα καταραμένα αντικείμενα, την τοποθετούν «με ασφάλεια» σε μία προθήκη και ζητούν την ευλογία ενός ιερέα. Ομως, έναν χρόνο αργότερα, μία δαιμονική νύχτα τρόμου παραμονεύει όταν η 10χρονη κόρη τους, Τζούντι, και οι φίλες της επισκέπτονται το δωμάτιο, ξυπνάνε την Αναμπελ και όλα τα κακά πνεύματα που κατοικούν εκεί.

Οχι πως μας φαίνεται περίεργο ή δεν το περιμέναμε, αλλά, όπως ακριβώς συμβαίνει εξάλλου και με τα jump scares στις τελευταίες ταινίες του σύμπαντος του «Conjuring», η επιστροφή της Αναμπελ ήταν τέλεια προγραμματισμένη σε ένα καλοκαίρι όπου οι κινηματογράφοι έχουν γεμίσει από ταινίες με πρωταγωνίστριες... κούκλες, σατανικές (όπως στην προκειμένη περίπτωση αλλά και στο επερχόμενο reboot του «Child’s Play») ή μη («Toy Story 4»).

Κάπου ανάμεσα, η Αναμπελ προσπαθεί και δεν δυσκολεύεται και πολύ να βρει τη δική της περίοπτη θέση σε μια κρυστάλλινη βιτρίνα στο σπίτι των Γουόρεν, των δαιμονολόγων που έχουμε γνωρίσει από τις προηγούμενες ταινίες «Conjuring». Ενα σπίτι που από μόνο του αποτελεί ίσως το καλύτερο σκηνικό για να παίξει η δαιμονισμένη αυτή κούκλα με ανυποψίαστους εφήβους, και να εξαπολύσει σε αυτούς κάθε λογής σατανικά αντικείμενα, το καθένα από τα οποία θα μπορούσε να έχει τη δική του ταινία στο σύμπαν αυτό. Εξάλλου τα τρία πιο σημαντικά πράγματα σε μια ταινία τρόμου είναι τα location, location, location. Οσο όμως κι αν σαν ιδέα μοιάζει τέλεια οργανωμένη, η ταινία ποτέ δεν φαίνεται να την εκμεταλλεύεται στο έπακρο και καταλήγει να αναλώνεται σε ένα ακόμη προβλέψιμο σενάριο και σε μια αρκετά τεμπέλικη εκτέλεσή του.

Ο Γκάρι Ντόμπερμαν, βετεράνος σεναριογράφος στο σύμπαν του Τζέιμς Γουάν (πατέρα όλων των «Insidious», «Conjuring» και των spin-offs τους) - με την «Καλόγρια» να αποτελεί την πιο πρόσφατη προσθήκη - κάνει εδώ το σκηνοθετικό του ντεμπούτο και προσπαθεί να δημιουργήσει ένα κάποιο αίσθημα οικειότητας βάζοντας τη φράση «comes home» στον τίτλο και το ζεύγος Γουόρεν από την αρχή στο παιχνίδι. Μόνο που εδώ η παρουσία των Βέρα Φαρμίγκα και Πάτρικ Γουίλσον ποτέ δεν αξιοποιείται σε κάτι περισσότερο από μια ατμοσφαιρική εισαγωγή, η οποία απογοητεύει όσους περιμένουν μια κάποια σύνδεση με το επερχόμενο «Conjuring 3», δείχνοντας γρήγορα τα δόντια ενός καλοστημένου μαρκετίστικου τρικ.

Και πώς να αρχίσεις να παίρνεις σοβαρά μια ταινία όταν το σενάριό της (το οποίο υπογράφει ο Ντόμπερμαν μαζί με τον Γουάν), επικεντρώνεται στις ηλίθιες αποφάσεις που παίρνουν οι χαρακτήρες του δικαιολογώντας τις κάτω από ακόμα πιο ηλίθιες και μερικές φορές αχρείαστες προφάσεις; Ναι, το σύμπαν των ταινιών του «Conjuring» φαίνεται να διακατέχεται από ένα είδος παρωδίας και αυτοσαρκασμού, αλλά όσο κι αν κάτι τέτοιο μοιάζει εδώ αναγκαίο, καταλήγει βεβιασμένο και όχι και τόσο πετυχημένο, με τα κλισέ φυσικά να κάνουν πάρτι, μαζί με τους δαίμονες που στοιχειώνουν τους διαδρόμους του σπιτιού.

Για ένα franchise που έχει χτίσει το όνομά του γύρω από τον τρόμο και τις ανατριχίλες που προσφέρει, με κάθε του νέα ταινία αυτά μοιάζουν να λιγοστεύουν ολοένα και περισσότερο. Και το «Annabelle Comes Home» δεν φαίνεται να αποτελεί εξαίρεση, μιας και για ένα μεγάλο μέρος της ταινίας δεν γίνεται σχεδόν τίποτα και όταν, επιτέλους, πάει κάτι να γίνει, κυρίως προς το φινάλε, όλα μοιάζουν να είναι τόσο καλά προγραμματισμένα, με μόνο πραγματικά τρομαχτικό πράγμα τα φώτα που σβήνουν στην αίθουσα λίγο πριν ξεκινήσει η προβολή. Τουλάχιστον, η δυναμική μεταξύ των τριών πρωταγωνιστριών είναι αρκετά καλή για να σου κρατήσει το όποιο ενδιαφέρον και να προχωρήσει, με το ζόρι, το σενάριο παραπέρα και η ατμόσφαιρα και η εικονογραφία του γοτθικού τρόμου παραμένει αξεπέραστη. Δεν βαριέσαι, κάτι είναι κι αυτό.

Το μόνο που ευχόμαστε είναι πως καθώς η Αναμπελ μπαίνει για (τελευταία;) φορά στο γυάλινο κλουβί της, μαζί με αυτή να περιοριστεί και το Κακό που φαίνεται να ακολουθεί το συγκεκριμένο είδος τα τελευταία χρόνια. Αλλά μάλλον θα χρειαστούν κάτι περισσότερο από προσευχές και εξορκισμούς για να γίνει πραγματικότητα κάτι τέτοιο.