Η Μπελ, η μικρή της αδελφή και ο αδελφός της που βρίσκεται σε κωματώδη κατάσταση, μετακομίζουν με τη μητέρα τους, Τζόαν, σε ένα νέο και παράξενο σπίτι στο Aμιτιβιλ, προκειμένου να εξοικονομήσουν χρήματα και να καταφέρουν να ανταπεξέλθουν στην κοστοβόρα θεραπεία υγείας του νεαρού Τζέιμς. Κάποια περίεργα φαινόμενα, όμως, –συμπεριλαμβανομένης και της ανεξήγητης, θαυματουργής ίασης του νεαρού αδελφού– δεν θ’ αργήσουν να κάνουν την εμφάνισή τους στο σπίτι της οικογένειας, με αποτέλεσμα η Μπελ να υποψιαστεί πλέον ότι η μητέρα τους απέκρυψε την πλήρη ανατριχιαστική αλήθεια για το μυστηριώδες σπίτι… Oταν πλέον συνειδητοποιήσουν όλοι ότι το σπίτι στο οποίο μετακόμισαν είναι το ξακουστό στοιχειωμένο σπίτι του Άμιτιβιλ, ίσως να είναι αργά. Υπάρχει άραγε τρόπος να βγει κανείς από την κόλαση;
Το πιο τρομαχτικό πράγμα που υπάρχει στο «Amityville: Το Ξύπνημα», τη νέα ταινία στην σειρά ταινιών τρόμου με θέμα το στοιχειωμένο σπίτι και τις πραγματικές δολοφονίες που έγιναν σε αυτό μια νύχτα το 1974, δεν είναι ούτε οι δαίμονες, ούτε οι σκιές που κυκλοφορούν την νύχτα στα δωμάτια του σπιτιού, ούτε η ναρκοληπτική ερμηνεία της Τζένιφερ Τζέισον Λι. Αυτό που προκαλεί τρόμο είναι τα αμέτρητα προβλήματα στην παραγωγή και τα ακόμη περισσότερα καινούργια γυρίσματα τα οποία έκαναν την ταινία να αναβάλλει συνεχώς την κυκλοφορία της στις αίθουσες από το 2012.
Και, φυσικά, τα ονόματα των Χάρβεϊ και Μπομπ Γουάινστιν στην παραγωγή της δεν βοήθησαν καθόλου όταν η ταινία κυκλοφόρησε επιτέλους στις αμερικάνικες αίθουσες τον Οκτώβριο του 2017.
Ολα αυτά φαίνονται έχουν αφήσει το στίγμα τους καθώς η ταινία του Φρανκ Καλφούν προσπαθεί, μάταια να ορθοποδήσει. Από την αρχή μέχρι το, κακόγουστο, φινάλε, η ταινία μοιάζει σαν μια σειρά σαν συρραφή από ιστορίες από τα αμέτρητα σενάρια που γράφτηκαν (και πετάχτηκαν στα σκουπίδια) κατά την διάρκεια της παραγωγής της. Η πλοκή φαίνεται σαν να μην ξέρει που πηγαίνει, δεν έχει καμία συνοχή, με διάφορα στοιχεία να μπαίνουν στην μια σκηνή, να καταρρίπτονται λίγο αργότερα ή να μην αναφέρονται ποτέ ξανά.
Ο Καλφούν προσπαθεί να το παίξει έξυπνα, δημιουργώντας το δικό του περίεργο μέτα-σύμπαν (κλείνοντας το μάτι στους φανς) όπου οι προηγούμενες ταινίες είναι απλά… ταινίες και το μόνο πραγματικό είναι οι δολοφονίες του ’74, θέλοντας έτσι να δώσει μια δόση πρωτοτυπίας σε ένα άκρως προβλέψιμο σενάριο. Το περίεργο είναι όμως ότι τίποτα από αυτό ποτέ δεν παίρνει σάρκα και οστά έτσι ώστε να γίνει κάτι παραπάνω από ένα κλισέ του είδους. Κι όχι μόνο αυτό, αλλά καταφέρνει να βρει τον τρόπο να χώσει ενδιάμεσα κι ένα οικογενειακό δράμα, μια σχεδόν οιδιπόδεια σχέση μάνας και γιου (συν μια κόρη εγκλωβισμένη σε έναν κύκλο αυτομαστιγώματος και μεμψιμοιρίας) όπου δεν συνεισφέρουν τίποτα στο ήδη επιβαρυμένο σενάριο.
Το «Amityville: Το Ξύπνημα» (υποτίθεται πως) είναι μια ταινία τρόμου. Αλλά ακόμα κι εκεί ο Καλφούν αποτυγχάνει να δώσει τις σωστές δόσεις ανατριχίλας, παρά τα αργόσυρτα πλάνα, το κατακόκκινο «σατανικό» δωμάτιο στο υπόγειο, το σχεδόν σκελετωμένο σώμα του Κάμερον Μόναγκαν ξαπλωμένο στο ιατρικό κρεβάτι και τους μισοφωτισμένους διαδρόμους που κάνουν τα παράθυρα του σπιτιού (trademark του franchise) να μοιάζουν σαν μάτια κάποιας διαβολικής οντότητας.
Με την σειρά να απαριθμεί 18(!) ταινίες ήδη, το «Amityville: Το Ξύπνημα» δεν είναι η ταινία εκείνη που θα καταφέρει να δώσει τα ουρλιαχτά που περιμένουν οι οπαδοί του είδους, όσο χαμληλά κι αν έχουν ρίξει τις προσδοκίες τους. Κι αν, όπως ακούγεται στην ταινία, το κακό ξυπνάει κάθε 40 χρόνια, εμείς ευχόμαστε σε άλλα 40 (και ακόμη περισσότερα) χρόνια μέχρι την επόμενη δόση από τον στοιχειωμένο σπίτι του Αμιτιβιλ.