Ο Νικ Φλιν έχει μεγαλώσει με την single mother πικραμένη μητέρα του, προσμένοντας μάταια τον απογοητευτικό, απατεώνα, συγγραφέα πατέρα του να εμφανιστεί. Εκείνος, κατάδικος, loser, εκκεντρικός και φαντασιόπληκτος δεν το κάνει ποτέ. Ο Νικ τον αγαπά και τον μισεί, πάνω από όλα όμως ακολουθεί τα χνάρια του και γίνεται και ο ίδιος συγγραφέας. Τον συναντάμε μεγαλωμένο πια, ορφανό (η μητέρα αυτοκτόνησε), να περιφέρεται στην πόλη και τη ζωή του άσκοπα. Οταν η νέα του φίλη του προτείνει να εργαστεί σε άσυλο αστέγων, ο Νικ βρίσκει ένα ενδιαφέρον στον σπαταλημένο χρόνο του. Μόνο που περνώντας Αλλη Μία Νύχτα πίσω από τον γκισέ της υποδοχής των πραγματικά αόρατων ανθρώπων αυτής της ζωής, ο Νικ θα δει τον πατέρα του να ζητά στέγη, τροφή και μία δεύτερη ευκαιρία. Είναι πολύ αργά;

Ο Πολ Γουάιτς μεταφέρει στην μεγάλη οθόνη το αυτοβιογραφικό βιβλίο του Νικ Φλιν - ένα δύσκολο, ωμό μυθιστόρημα που σκάβει βαθιά τη σχέση πατέρα-γιου, παιδικών τραυμάτων και ενήλικων συνεπειών, σχιζοφρένειας και κατάχρησης, αγάπης και μίσους. Η πατρική φιγούρα για ένα αγόρι - τόσο σημαντική στο μεγάλωμά του, που εμπνέει ακόμα και με την απουσία της. Η σκιά του γονιού που παραμένει να σε στοιχειώνει, ακόμα κι όταν δεν βρίσκεται στη ζωή σου. Η συμφιλίωση, η εξιλέωση, η αποδοχή που είναι απαραίτητη πρώτα από όλα για σένα και τα δικά σου βήματα μπροστά. Κι όλα αυτά σε μία «suck city» που τίποτα δεν είναι ωραιοποιημένο - αντιθέτως. Ολα ζέχνουν αποτυχία, ήττα, αμαρτία.

Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι οι προθέσεις του Γουάιτς είναι ειλικρινείς. Ο σκηνοθέτης του «About a Boy», έχει μία καλλιτεχνική επιδεξιότητα στο να αποτυπώνει τις προβληματικές σχέσεις πατέρων-αγοριών και μία προφανή αναγκαιότητα να ασχολείται με οικογενειακά τραύματα και τη δυναμική τους. Μόνο που εδώ, αν και υπάρχουν στοιχεία να θαυμάσει κανείς, το σενάριο τον προδίδει. Ο τόνος της ταινίας σε αφήνει αδιάφορο, η αφήγησή της είναι τόσο άνιση και αδέξια που δεν σε βάζει ποτέ κάτω από την επιδερμίδα των χαρακτήρων. Και είναι πολύ περίεργο σε μία τέτοια εθιστική ιστορία, εσύ να παρακολουθείς απλά διεξοδικά την εξέλιξή της.

Οσο ο πατέρας βυθίζεται στο αυτοκαταστροφικό του vertigo - ένας άντρας στο ναδίρ της ζωής («το άσυλο αστέγων είναι μία στάση πριν το νεκροτομείο»), προφανώς ανέκαθεν σχιζοφρενής, να ισχυρίζεται ότι είναι συγγραφέας της τάξεως του Μαρκ Τουέιν, ο Γουάιτς παραμελεί το ψυχογράφημα του γιου. Ο Νικ (ερμηνευμένος με εξαιρετική εγκράτεια από τον Πολ Ντάνο) αντιδρά μόνο, δε δρα ποτέ. Δεν έχουμε στιγμές που να μας δείχνουν την δική του σύνθετη, ενήλικη ματιά. Ο Ντάνο μοιάζει να είναι στο mute, κυριολεκτικά και συμβολικά, όσο ο Ντε Νίρο κλέβει την παράσταση.

Γιατί την κλέβει. Αν για κάτι αξίζει κανείς να δει αυτή την ταινία είναι για την επιστροφή του θρυλικού ηθοποιού στο κινηματογραφικό του ταξί. Ο φαντασιόπληκτος συγγραφέας ήρωας, λίγο πριν την απόλυση και έξωσή του που τον βρίσκει στην πόρτα του άσυλου, είναι ταξιτζής στους δρόμους της Νέας Υόρκης. Ενας μεσήλικας παρατηρητής των κακόφημων δρόμων της - εξίσου χαμένος με τους κατοίκους του περιθωρίου. Κι ο Ντε Νίρο δεν χάνει την ευκαιρία να μας κλείσει το μάτι σ' αυτό το ρόλο. Μετά από πάρα πολλά χρόνια βουτά σε μία ερμηνεία με το κεφάλι - πιάνει τον ήρωά του από τα σωθικά, τον εκθέτει, τον ξετινάζει, τον αγαπά.