Στη μεταπολεμική Πολωνία, ο πρωτοποριακός ζωγράφος Βλάντισλαβ Στρεμίνσκι δουλεύει ως καθηγητής στην Εθνική Σχολή Καλών Τεχνών. Ένας μεγάλος καλλιτέχνης και συν-δημιουργός της θεωρίας του Unism, ο Στρεμίνσκι έγινε διάσημος πριν από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Οι μαθητές του ακόμα τον αντιμετωπίζουν σαν τον “Μεσσία της μοντέρνας ζωγραφικής”, αλλά οι αρχές του πανεπιστημίου και το Υπουργείο Πολιτισμού έχουν διαφορετική άποψη. Ο Στρεμίνσκι δεν διαπραγματεύεται τη τέχνη του και αρνείται να συμμορφωθεί στους κανονισμούς του κόμματος. Σταδιακά αποβάλλεται από το πανεπιστήμιο και την ένωση των καλλιτεχνών. Αλλά οι μαθητές του εξακολουθούν να τον στηρίζουν και να τον επισκέπτονται για ιδιωτικά μαθήματα.

Η τελευταία ταινία του Αντρέι Βάιντα, ξεφυλλίζει μερικές ακόμη σελίδες από την ιστορία της χώρας του, μιλώντας την ίδια στιγμή για τον θρίαμβο ενός ξεχωριστού ανθρώπου απέναντι στα προσωπικά, κοινωνικά, ή ιστορικά εμπόδια, μα και την ίδια στιγμή καταδεικνύει την ανένδοτη, σκληρή στάση του Σταλινικού καθεστώτος απέναντι στην καλλιτεχνική δημιουργία και τις προσωπικές ελευθερίες.

Είναι λογικό, ο Βάιντα να βλέπει αναλογίες ανάμεσα στον ήρωα της ταινίας του έναν καλλιτέχνη όπως εκείνος και στην δική του ζωή και τέχνη και ακριβώς γι αυτό φροντίζει να κάνει σαφή τον τρόπο με τον οποίο το κομμουνιστικό καθεστώς στέρησε από τον Στρεμίνσκι όχι μόνο το δικαίωμα στην δημιουργία μα τελικά και αυτό σε μια ελέυθερη ζωή.

Η μεγαλύτερη νίκη του εντούτοις, είναι το πως η ιστορία κατέγραψε τον Βλάντισλαβ Στρεμίνσκι ως έναν από τους μεγάλους της σύγχρονης τέχνης, ακόμη κι αν βλέποντας την ταινία είναι συχνά δύσκολο να κρατήσεις την πληροφορία αυτή στο κέντρο του μυαλού σου.

Ομως το φιλμ του Βάιντα ακόμη κι αν αφηγείται μια αληθινά συγκλονιστική ιστορία, δεν κατορθώνει να αγγίξει την συναισθηματική ένταση ή την πολιτική αιχμή που υπόσχεται, αφού ο 90χρονος σκηνοθέτης μπορεί να είναι ακόμη τελειομανής στην σύνθεση της τέχνης του, μα μοιάζει να έχει χάσει την φλόγα που κάποτε φώτιζε τις ταινίες του. Βλέποντας το «Afterimage» αντιλαμβάνεσαι τις προθέσεις, εκτιμάς την τεχνική την αφοσίωση όλης της ομάδας των ανθρώπων που ένας σκηνοθέτης σαν τον Βάιντα μπορεί να εμπνεύσει, όμως το φιλμ μοιάζει υπερβολικά κλασσικό και στεγνό έργο, ελαφρώς αταίριαστο να εξερευνήσει την προσωπικότητα και την πάλη ενός απόλυτα μοντέρνου και ανατρεπτικού δημιουργού.

Κι αν οι συνέπειες της αντίστασής του στην σταλινική μηχανή καταπίεσης είναι ξεκάθαρες και σαφείς, ο ίδιος μοιάζει σχεδόν μονοδιάστατος αφού υπάρχει μόνο μέσω τις απόλυτης αφοσίωσής του στην τέχνη του, καθώς το σενάριο αφήνει τους χαρακτήρες που θα μπορούσαν να σχηματίσουν μια πιο ολοκληρωμένη εικόνα (την κόρη, την αποξενωμένη άρρωστη γυναίκα του, την φοιτήτριά του) στο περιθώριο της ιστορίας, αλλά και δεν δίνει την ευκαιρία στην τέχνη του Στρεμίνσκι την ευκαιρία να λάμψει στην οθόνη.

Κάπως έτσι το «Afterimage» παραμένει μια αξιοπρεπής και καλοφτιαγμένη μα όχι ακριβώς γεμάτη έμπνευση ταινία, που δεν μοιάζει μεν παράταιρη στην καριέρα του Βάιντα, αλλά που δεν συγκρίνεται με όσες τον καθόρισαν ως έναν από τους πιο σημαντικούς ευρωπαίους δημιουργούς.