O Πέτρος, αρχαιολόγος στο επάγγελμα, βιώνει την απογυμνωμένη ελληνική παράνοια στο κέντρο της Αθήνας. Από επιλογή ή από σύμπτωση έρχεται σε επαφή με ανθρώπους «διαφορετικούς»: Εναν Άραβα μετανάστη, που έρχεται στην Ελλάδα, σε μια Χώρα «απίστων», αποφασισμένος να την κατακτήσει, χωρίς κανένα ηθικό φραγμό. Μια Ελληνογαλλίδα τσελίστα, που κουβαλά την αγωνία της αλκοολικής μητέρας της. Έναν νεαρό Αλβανό πιανίστα που φέρει την κατάρα της ευφυΐας και της προσωπικής του θεότητας. Έναν Έλληνα μετανάστη, που επαναπατρίζεται, άπατρις πλέον. Έναν διευθυντή τράπεζας, που πιστεύει ότι όλα εξαγοράζονται ακόμα και η αγάπη. Εναν αστυνομικό της πεζής περιπολίας που φτιάχνει μια δική του ιστορικοπολιτική πραγματικότητα. Η επαφή του Πέτρου με αυτούς τους ανθρώπους είναι κατ' αρχήν εμπειρία τραυματική. Για κάθε μια απ' αυτές τις σχέσεις ο Πέτρος θα καταβάλει και ένα αντίτιμο. Μερικές φορές υλικό, άλλες ψυχικό. Κάποτε και τα δύο. Το κέρδος της Εμπειρίας θα καλύψει την απώλεια; Ουμανισμός και αναζήτηση της ψυχικής ισορροπίας μέσα από έναν ρεαλισμό της καθημερινότητας.

Δεν είναι τυχαίο ότι ο πρωταγωνιστής στην καινούρια ταινία του Χρήστου Βούπουρα, είναι αρχαιολόγος. Σε μια πόλη σαν την Αθήνα (μια χώρα σαν την Ελλάδα) που μοιάζει να ζει ακόμη αγκιστρωμένη σε ένα παρελθόν που δεν έχει στ΄αλήθεια αντίκρυσμα στο σήμερα ένας άντρας που κουβαλά κάτι από την σκόνη της ιστορίας μοιάζει ως ιδανικός οδηγός.

Οδηγός σε μια υπαρξιακή διαδρομή μεταξύ ενός σκονισμένου, θαμμένου παρελθόντος κι ενός παρόντος που είναι μπερδεμένο, θορυβώδες, γεμάτο «επισκέπτες» από άλλες χώρες, μπερδεμένο στην προσπαθειά του να ανακαλύψει νέους κώδικες, βουτηγμένο σε μύθους του χτες, προσπαθώντας να δώσει σχήμα σε ότι πρόκειται να ακολουθήσει.

Σε μια μητρόπολη και μια εποχή «αποκαλυπτική» όπως υπαινίσσεται ο τίτλος που αναφέρεται στην Αποκάλυψη του Ιωάννη, που όμως δεν είναι απαραίτητο να φέρει ένα τέλος, μια κρίση, την τιμωρία, αλλά ίσως μια βαθιά αλλαγή. Σαν αυτή που αρνείται να αποδεχτεί ο ήρωας του φιλμ, θεατής σχεδόν στις ζωές ανθρώπων που μοιάζουν ήδη «καινούριοι» όσο εκείνος προσπαθεί να κρατηθεί πίσω.

Το πορτρέτο του Πέτρου, θα μπορούσε να είναι το πορτρέτο της Ελλάδας, ή της Δύσης του σήμερα, ενός κόσμου που σείεται από δυνάμεις που τον μεταμορφώνουν και προσπαθεί ακόμη να βρει τον βηματισμό του. Ως μια τέτοια μεταφορά, σε επίπεδο ιδεών, η ταινία του Βούπουρα έχει αναμφίβολα ενδιαφέρον, όμως η αφηγηματική της φόρμα, υποφέρει κάτω από το βάρος τους. Η ατμόσφαιρα είναι γοητευτική, η ασπρόμαυρη φωτογραφία και η σκηνοθεσία χτίζουν μια ολοκληρωμένη ατμόσφαιρα, όμως η ιστορία μοιάζει αποσπασματική, κάποιοι χαρακτήρες μπαινοβγαίνουν στην δράση δίχως να αφήνουν ένα ικανό ίχνος και το κέντρο βάρους του φιλμ, μοιάζει εξίσου εκτός ισορροπίας με αυτό του ήρωα.

Κάπως έτσι οι «7 Θυμοί» δεν κατορθώνουν να αγγίξουν παρά σπάνια την δύναμη και την συναισθηματική ένταση που θα μπορούσαν, παραμένοντας εν τούτοις μια αισθητικά ικανοποιητική, βαθιά παρατηρητική ματιά στους παράξενους καιρούς μας και σε άχρονες υπαρξιακές ανησυχίες των ανθρώπων κάθε καιρού.

Διαβάστε εδώ τη συνέντευξη του Χρήστου Βούπουρα στο Flix