27 Οκτωβρίου 2022. Είναι ένα απαλό φθινόπωρο που μοιάζει με καλοκαίρι και η οδήγηση προς την Αγία Κυριακή στο Πήλιο είναι μαγική. Ο ήλιος είναι ακόμα ζεστός, τα φυλλώματα των δέντρων όμως όπως ανεβαίνεις το βουνό και κατεβαίνεις από την άλλη πλευρά του είναι ακόμα πιο ζεστά - χάλκινα, χρυσά, κόκκινα. Η φύση μοιάζει μπερδεμένη: κυκλάμινα υπάρχουν διάσπαρτα στην κοντή χλωρίδα στις άκρες του δρόμου στο Τρικέρι, αλλά όσο κατηφορίζει κανείς στο μέρος που έχουμε δώσει ραντεβού, το μικρό ψαράδικο χωριουδάκι Κόττες, ο ουρανός γίνεται ακόμα πιο μπλε, πιο καλοκαιρινός.
Με μπερδεμένο ενθουσιασμό είμαστε κι εμείς: ο οσκαρικός Ισπανός σκηνοθέτης Φερνάντο Τρουέμπα («Τσίκο και Ρίτα», «Πυροβόλησαν τον Πιανίστα», «Το Κορίτσι των Ονείρων σου») επέλεξε την Ελλάδα για να γυρίσει την νέα του ταινία, και μάλιστα αυτό το κομμάτι του Πηλίου;
Η απάντηση κρύβεται στην Blonde, την εταιρία παραγωγής της Φένιας Κοσοβίτσα που ανέλαβε ικανά ακόμα μία διεθνή συμπαραγωγή τέτοιου μεγέθους και κύρους.
Αγία Κυριακή
Κόττες
Ελλάδα, αιώνιο καλοκαίρι - όχι μόνο στις ταινίες Κατεβαίνοντας με το αυτοκίνητο τον επαρχιακό, στενό δρόμο που στο τέλος του αποκαλύπτει τις Κόττες συναντάμε ένα παράξενο τοπίο: μικρά ταβερνάκια, κάποια κλειστά (off season), κάποια με ελάχιστο κόσμο, γραφικές ψαρόβαρκες και... νταλίκες με κινηματογραφικό εξοπλισμό, μέλη του συνεργείου που ξεφορτώνουν καλώδια, μπαλαντέζες, φώτα, γεννήτριες. Οι βοηθοί παραγωγής ανοίγουν το δρόμο ανάμεσα σε πουρνάρια και ελιές σ' ένα μονοπάτι που οδηγεί στην μικρή διπλανή παραλία που έχει στηθεί το σκηνικό της «ταβέρνας του Μαξ».
Ο Μαξ είναι ο ήρωας που ερμηνεύει ο Ματ Ντίλον ένας μοναχικός, μυστηριώδης Αμερικανός, ο οποίος έχει καταφύγει εδώ και χρόνια σ' ένα μικρό ελληνικό νησί, έχει ανοίξει μία ταβέρνα κι έχει κερδίσει την εμπιστοσύνη των κατοίκων της μικρής κοινότητας. Ενα καλοκαίρι φτάνει στην ταβέρνα για να πιάσει δουλειά μία Ισπανίδα, η Αλεξ κι αμέσως ερωτεύεται με τον νεαρό Βραζιλιάνο Τσίκο που κι αυτός εργάζεται εκεί ως σερβιτόρος. Μόνο που σεξουαλική ένταση χτίζεται και με τον Μαξ, με αποτέλεσμα να κλιμακωθεί η ένταση ανάμεσα σε αυτό το ερωτικό τρίγωνο. Καθώς οι τουρίστες φεύγουν και ο χειμώνας έρχεται, ο Τσίκο ανακαλύπτει ανησυχητικά στοιχεία για το σκοτεινό και μυστηριώδες παρελθόν του Μαξ. Τυφλωμένη από έρωτα, η Aλεξ επιλέγει να αγνοήσει τα σημάδια και η ιστορία αρχίζει σιγά σιγά να παρεκτρέπεται σε μία τρομαχτική μάχη για επιβίωση.
Σούρουπο, το σπίτι του Μαξ
Φτάνοντας στην ταβέρνα, συναντάμε ένα μικρό οικουμενικό χωριό - Ισπανοί, Κολομβιανοί, Ελληνες τρέχουν βιαστικά, διεκπεραιώνοντας δεκάδες εντολές για να στηθεί το πλάνο. Τριγύρω τους, λευκές τέντες στημένες για μακιγιάζ, καμαρίνια. Η μισή κουζίνα έχει μεταμορφωθεί σε κέντρο ελέγχου: γραφεία με ανοιγμένα λάπτοπ που τρέχουν τις δουλειές της παραγωγής. Συνεχίζοντας το μονοπάτι, μια αυτοσχέδια καντίνα που περιμένει το break για να σερβίρει. Και στο βάθος, ένα κατασκευασμένο μικρό σπιτάκι (το σπίτι του Μαξ) με ξύλινη προκυμαία, όπου δεμένη βρίσκεται η βάρκα του ήρωα. Η «Προκοπή».
Στην προκυμαία συναντάμε τον Φερνάντο Τρουέμπα με τον Ματ Ντίλον. Συζητούν τη σκηνή που θα γυρίσουν. Ο Ντίλον (και μας έκανε μεγάλη εντύπωση) είναι αναλυτικός, επιμελής, μελετά τα λόγια του, ή τις αντιδράσεις του με τους συμπρωταγωνιστές του μέχρι την τελευταία στιγμή. Βαδίζει πάνω κάτω, έχει αυτή τη δημιουργική αγωνία των ανθρώπων που παίρνουν τη δουλειά τους πολύ σοβαρά. Ο Τρουέμπα αποπνέει μία ιδιαίτερη γαλήνη - ατάραχα ψιθυρίζει συμβουλές, δεν σηκώνει ποτέ μα ποτέ τον τόνο της φωνής του. Αποπνέει την αυτοπεποίθηση του ανθρώπου που ξέρει ακριβώς τι θέλει και σε εμπνέει να το κάνεις. Συνδετικός κρίκος ανάμεσα σε όλους, η Α΄ Βοηθός Σκηνοθέτη Αννα Νικολάου - η ήρεμη δύναμη, η γυναίκα problem-solver του σετ.
Ο Φερνάντο Τρουέμπα με την Α΄ Βοηθό Σκηνοθέτη Αννα Νικολάου και τον ηθοποιό Πολύδωρο Βογιατζή
Ολοι μοιάζουν να τον αγαπάνε πολύ. Ολοι θέλουν να τον εξυπηρετήσουν. Κάτι που θα μας το επιβεβαιώσουν κι όλοι όσοι μιλήσαμε: η Αϊντα Φολκ που ερμηνεύει την «Αλεξ», ο Χουάν Πάμπλο Ουρέγκο («Τσίκο»), ο Πολύδωρος Βογιατζής και η Κίκα Γεωργίου (δύο από τους Ελληνες ηθοποιούς του καστ) και φυσικά κι ο ίδιος ο Ματ Ντίλον.
Μείναμε δυο μέρες στην Αγία Κυριακή, στο Τρικέρι και τις Κόττες, παρακολουθήσαμε γυρίσματα, μοιραστήκαμε φαγητό (ο Ματ Ντίλον καθόταν μαζί μας με το διαιτητικό γιαούρτι του και μιλούσε με ενθουσιασμό για μουσική και σινεμά) και κουβεντιάσαμε με τους συντελεστές για αυτή τη «Στοιχειωμένη Καρδιά» που την ερχόμενη εβδομάδα κάνει πρεμιέρα και στις ελληνικές αίθουσες.
Διαβάστε όλα όσα μας είπαν.
ΦΕΡΝΑΝΤΟ ΤΡΟΥΕΜΠΑ - ΣΚΗΝΟΘΕΤΗΣ
Δεν με καλύπτει ο όρος «thriller». Προτιμώ το «existential mystery» Από μικρός ήμουν φαν των μυθιστορημάτων της Πατρίτσια Χάισμιθ, όπως και λάτρευα τις ταινίες του Χίτσκοκ. Και οι δύο είχαν το μαγικό άγγιγμα: δημιουργούσαν μία πυκνή, γοητευτική ατμόσφαιρα μυστηρίου στην επιδερμίδα τους, όμως οι ιστορίες τους στην ουσία ήταν μελέτες, ψυχογραφήματα, αποκάλυπταν πολλά περισσότερα για την ανθρώπινη φύση. Αυτό ήθελα να κάνω κι εγώ. Να προβάλω ως «τυράκι» την ρομαντική ιστορία και μετέπειτα την σκοτεινή της εξέλιξη, αλλά να επιτρέψω στο κοινό να σκάψει βαθύτερα. Να ανακαλύψει το ψυχογράφημα ενός ανθρώπου που δεν μπορεί να ξεφύγει από το παρελθόν του, δεν μπορεί να ξεφύγει από τον εαυτό του, ακόμα κι αν απομονωθεί σε ένα μικρό μέρος στην άκρη του κόσμου. Για αυτό δεν με καλύπτει ο όρος «thriller». Προτιμώ το «romantic existential mystery». Είναι μία ερωτική ιστορία αγωνίας σε 3 μέρη - ξεκινάμε καλοκαίρι όπου όλα είναι χαρούμενα γεμάτα φως, ο κόσμος χορεύει, κολυμπάει, τρώει ερωτεύεται. Περνάμε στο φθινόπωρο όπου όλα συννεφιάζουν, κυριολεκτικά αλλά και στις σχέσεις του ερωτικού τριγώνου που έχει σχηματιστεί. Για να καταλήξουμε χειμώνα, όπου πέφτει ένα τρομακτικό σκοτάδι, καθώς οι δαίμονες, τα μυστικά και τα ψέματα ξεθάβονται…
Η επιλογή της Ελλάδας Αυτό που συνέβη ήταν κάτι το πρωτόγνωρο. Γράφοντας το σενάριο είχα την εικόνα του μέρους που ήθελα στο μυαλό μου. Το είχα φανταστεί. Ψάχναμε που θα γυρίζαμε την ταινία, όταν ήρθε η πρόταση να έρθουμε στην Ελλάδα. Αγαπώ πολύ την Ελλάδα, είχα έρθει στο παρελθόν αλλά όχι σε αυτή την περιοχή του Πηλίου. Μού έστειλαν φωτογραφίες από την Αγία Κυριακή, το Τρίκερι, τις Κόττες και ξαφνικά είπα «Αυτό είναι! Αυτό είναι το μέρος που είχα φανταστεί». Εχει κάτι το μαγικό το Πήλιο. Ενα πανέμορφο, γαλήνιο τοπίο που όμως δεσπόζει πάνω του όλο το βάρος του βουνού, η σκιά της μυθολογίας του. Αυτό ήταν ιδανικό και για τη «σκιά» της ταινίας. Ερωτεύτηκα τη χώρα σας από την αρχή. Με τη γυναίκα μου το αποφασίσαμε: θα επιστρέφουμε συχνά.
Ελληνικό συνεργείο, ελληνική συμπαραγωγή, οι Έλληνες ηθοποιοί «ένα μεγάλο οικουμενικό χωριό» Δηλώνω κατενθουσιασμένος. Παρόλο που έχουμε μαζευτεί κινηματογραφιστές από όλα τα μήκη της γης (Κολομβία, Ισπανία, Ελλάδα) δουλέψαμε όλοι μαζί με έναν εντελώς συντονισμένο, καλοκουρδισμένο τρόπο. Ένα πολυπολιτισμικό συνεργείο, με τους Έλληνες τεχνικούς να επιδεικνύουν εξαιρετικό επαγγελματισμό κι ευρηματικότητα, μία παραγωγή που έλυνε όλα τα προβλήματα, ένα καστ ηθοποιών που στο μόνο που διέφεραν ήταν η μητρική τους γλώσσα. Όμως απέδειξαν ότι αυτό στο σινεμά δεν έχει καμία σημασία - η γλώσσα που καταλαβαίνουμε όλοι είναι η κινηματογραφική.
Δεν έχω λόγια για τους Έλληνες ηθοποιούς. Με ξάφνιασαν τόσο ευχάριστα με το ταλέντο, τη συνέπεια, τον επαγγελματισμό τους. Η Κίκα (Γεωργίου), ο Πολύδωρος (Βογιατζής), η Μαρίνα (Αργυροπούλου). Έχετε τόσα ταλέντα στα χέρια σας. Τους αγάπησα, θέλω να κρατήσω επαφή μαζί τους, να μην τους χάσω από τη ζωή μου! Όλοι μαζί δεθήκαμε σαν μία οικογένεια. Παραγωγή, συνεργείο, ηθοποιοί - ένα μεγάλο οικουμενικό χωριό.
Για τον Ματ Ντίλον Ηθελα έναν πολύ γοητευτικό άντρα, αλλά κάποιον που να πείθει ότι έχει και μία σκοτεινή, ανατριχιαστική αύρα. Είχα σπάσει το κεφάλι μου μέχρι που μου ήρθε η εικόνα του Ματ - κανείς δεν μπορεί να παίξει κάτι τέτοιο, τόσο εύστοχα όσο εκείνος. Ήταν το hot αγόρι των 80ς, παρέμεινε εξαιρετικά όμορφος και γοητευτικός, όμως παράλληλα η φιλμογραφία του έχει αποδείξει ότι μπορεί να γίνει σκοτεινός κι επικίνδυνος - από το «Drugstore Cowboy» και «To Die For» έως το «The House That Jack Built». Παράλληλα, έχει κι αυτό το σαρδόνιο μαύρο χιούμορ που μου ήταν πολύ χρήσιμο.
Είχαμε γνωριστεί γιατί κι εκείνος αγαπά πολύ την Κουβανέζικη μουσική, ή μάλλον, εκείνος είναι μάστερ της Κουβανέζικης μουσικής - εσύ ξέρεις τα βασικά κι εκείνος γνωρίζει τον μπασίστα μιας μπάντας του 1944. Στο σπίτι του στην Νέα Υόρκη έχει ειδικό δωμάτιο αφιερωμένο στην κουβανέζικη μουσική. Αυτό αρχικά μάς έδεσε και είπαμε ότι στην πρώτη ευκαιρία θα συνεργαστούμε και - να! Το έφερε η μοίρα να είμαστε εδώ στην Ελλάδα και να δουλεύουμε μαζί. Με εντυπωσιάζει πόσο πειθαρχημένος είναι. Με πόση αγωνία μελετά τα κείμενα, πόσο διαβασμένος έρχεται, πόσες ερωτήσεις κάνει για να βρει ακριβώς το ρόλο, τη θερμοκρασία της σκηνής. Είναι παρών στα πάντα. Εργάτης.
ΜΑΤ ΝΤΙΛΟΝ - «Μαξ»
O Μαξ είναι ένας εσωστρεφής, βασανισμένος ρομαντικός Δεν μπορώ να σας αποκαλύψω πολλά γιατί θα χαλάσω την ανατροπή της ταινίας. Ο ήρωας μου είναι ένας Αμερικανός που θέλοντας να ξεφύγει από το παρελθόν του κατέφυγε στην Ελλάδα, σ’ ένα μικρό απομακρυσμένο τόπο. Έχει γίνει αποδεκτός από την μικρή κοινότητα, έχει αυτή την ταβέρνα και το μικρό του σπίτι πάνω στο νερό. Έχει χτίσει το ουτοπικό του «κάστρο», την πανοπλία του, προσπαθεί να βρει τη γαλήνη. Μέχρι που μία γυναίκα θα ξυπνήσει τους δαίμονες του.
O Tρουέμπα, η τζαζ, η Κούβα, το κλασικό σινεμά Είχα δει το «Chico & Rita» και είχα πει «αυτός ο σκηνοθέτης αγαπάει την τζαζ και την Κουβανέζικη μουσική όπως εγώ». Και πριν από χρόνια τον γνώρισα τυχαία σ’ ένα εστιατόριο στο Λος Αντζελες. Έτρωγε με την Πενέλοπε Κρουζ, τον Τομ Κρουζ και τον Σαντιάγκο Σεγκούρα και έκατσα μαζί τους. Κρατήσαμε μία επαφή και πάντα θέλαμε να συνεργαστούμε σε κάτι. Μου έστειλε αυτό το σενάριο και μου πρότεινα να κάνουμε την ταινία μαζί. Ενθουσιάστηκα - ένα τόσο ρομαντικό, σκοτεινό σενάριο μού ταίριαζε. Ο Φερνάντο είναι ένας εξαιρετικά στιβαρός σκηνοθέτης κι ένας απίστευτα γλυκός άνθρωπος. Το σετ είναι γαλήνιο, ήρεμο γιατί εκείνος ξέρει πολύ καλά τι θέλει και σου εμπνέει τη σιγουριά του. Εμπιστεύομαι την ικανότητα του να διηγηθεί ιστορίες, είναι υπέροχος παραμυθάς, αλλά ταυτόχρονα κατασκευάζει ταινίες που έχουν την αύρα του κλασικού. Κι εγώ είμαι κλασικός. Ακόμα κι όταν δοκιμάζω -και δοκιμάζομαι με- πειραματικούς σκηνοθέτες, θέλω το αποτέλεσμα να είναι κάτι που έχει μία βαρύτητα.
Εσωτερικό σπιτιού του Μαξ
Μιλώντας για πειραματικούς σκηνοθέτες, πώς βρήκε τον Γιώργο Λάνθιμο; Είναι ιδιοφυής. Είναι καλλιτέχνης με όλην την έννοια του όρου. Είναι ο σκηνοθέτης που όλοι οι ηθοποιοί έχουμε στραμμένα τα μάτια μας πάνω του αυτή την εποχή. Οπότε αισθάνθηκα πολύ τυχερός που με επέλεξε για το «Νimic». Λυπάμαι μόνο που ήταν κάτι τόσο σύντομο και μικρό. Θα ήθελα πολύ να ξαναδουλέψουμε μαζί και σε μια μεγάλου μήκους. Ο Λάνθιμος με προκαλεί - το μυαλό του, η κινηματογραφική του γλώσσα. Και μου αρέσουν οι προκλήσεις.
Το ελληνικό φως Έχω ερωτευτεί τη χώρα σας, έχω ερωτευτεί το Πήλιο. Έχω ερωτευτεί τους ανθρώπους, το χιούμορ, το φαγητό σας. Αυτό τον ουρανό, αυτή τη θάλασσα, αυτό το φως. Με επηρεάζει πολύ το γεγονός ότι ζωγραφίζω και συνηθίζω να κοιτάω και με αυτό το βλέμμα τα χρώματα, το περιβάλλον, το φως - δεν υπάρχει το ελληνικό φως έτσι όπως πέφτει πάνω στη φύση, το νερό, το απέραντο μπλε, τις ελιές, το βουνό. Έχει κάτι αυτό το βουνό. Μία ενέργεια μαγική. Διάβαζα ότι το Πήλιο ήταν το βουνό των Κενταύρων. Του ταιριάζει τόσο. Μπορεί κανείς να νιώσει αυτή την αρχαία, ιερή ενέργεια.
Ο Φράνσις Φορντ Κόπολα, η 40 χρόνων καριέρα, το σήμερα Χρωστάω τα πάντα στον Φράνσις. Με πήρε από κάτι teen idol ταινίες και με έκανε ηθοποιό. Εκείνος έβγαλε από μέσα μου όλα όσα έκρυβα, εκείνος τα αναγνώρισε. Τον αισθάνομαι σαν πατέρα μου. Είμαι μέλος της οικογένειας του.
Δεν είχα ποτέ στρατηγική με την καριέρα μου. Δεν σκέφτηκα ποτέ «τώρα θα κάνω κωμωδία για να ξεφύγω από τους σκοτεινούς ρόλους», ή «τώρα θα κάνω κάτι διαβολικό, να ξεφύγω από την εικόνα του ωραίου». Απλώς πάντα αγαπούσα τις προκλήσεις. Βαριόμουν να επαναλαμβάνω τα ίδια και τα ίδια. Και πάντα είχα μεγάλο ενδιαφέρον για τους σκηνοθέτες, τους auteurs. Ήθελα να σκαλίζω το μυαλό τους, ήθελα να είμαι κομμάτι του έργου τους. Και είμαι τυχερός γιατί έχω συνεργαστεί με τους καλύτερους - από τον Κόπολα μέχρι τον Γκας Βαν Σαντ, από τον Κάμερον Κρόου μέχρι τον Μποντ Χάμερ, από τον Τρίερ μέχρι τον Λάνθιμο. Και τώρα κάνω Γουες Άντερσον (το 2022 δεν είχε ακόμα γυριστεί το «Asteroid City») έναν σκηνοθέτη που είχα στη λίστα με τα απωθημένα μου!
Σε δύο χρόνια γίνομαι 60 χρονών (σ.σ. το γύρισμα ήταν το 2022). Μου φαίνεται αδιανόητο αλλά προσπαθώ να μην το σκέφτομαι. Ναι, οι ηθοποιοί είμαστε και ανασφαλείς και νάρκισσοι, δε θα σας πω ψέματα. Σε κανέναν δεν αρέσει να μεγαλώνει. Ευτυχώς όμως είμαι σε πλήρη αρμονία με το γεγονός ότι η τέχνη μου δεν έχει να κάνει με την επιδερμίδα των πραγμάτων, ούτε καν τη δική μου. Μου αρέσει που τσαλακώνομαι, μου αρέσει που η μεγαλύτερη ηλικία μου προσφέρει ευκαιρίες για διαφορετικούς ρόλους. Σήμερα, μετά από χρόνια εμπειρίας στο σινεμά, μετά από αρκετά χιλιόμετρα στο προσωπικό μου κοντέρ, μπορώ να παίξω πολύ διαφορετικά, να δώσω άλλο βάθος σ’ έναν ρόλο. Γιατί έχω ζήσει παραπάνω. Οπότε, ας καλωσορίσουν τα 60 - κάτι χάνεις και κάτι κερδίζεις (γελάει).
ΑΪΝΤΑ ΦΟΛΚ - «Αλεξ»
Μου άρεσε πολύ η ηρωίδα μου. Είναι ένα δυναμικό, χαρούμενο, γεμάτο ζωή κορίτσι. Είχε μία κακή σχέση στη χώρα της κι αποφάσισε να έρθει στην Ελλάδα και να πιάσει δουλειά στην ταβέρνα του Μαξ για να ξεχάσει, για να γυρίσει σελίδα. Έχει ευαίσθητες κεραίες και πιάνει ότι ο Μαξ είναι ξεχωριστός. Κάπως έτσι αρχίζει να ενδιαφέρεται για αυτόν. Το ερωτικό τρίγωνο που σχηματίζεται μεταξύ της Άλεξ, του Μαξ και του Τσίκο, οι ανατροπές και η πυκνή ατμόσφαιρα ειδικά στο τρίτο μέρος της ταινίας, μού έδωσαν την ευκαιρία να εκφράσω όλη τη δραματική μου γκάμα ως ηθοποιός. Κι αυτό με έκανε πολύ χαρούμενη.
Είναι η 3η συνεργασία μου με τον Φερνάντο Τρουέμπα. Με τον Φερνάντο δεν χρειάζεται καν να μιλάμε - απλώς κοιταζόμαστε και ξέρω τι θέλει από μένα. Τον αγαπώ πολύ και τον θεωρώ δάσκαλο, κινηματογραφικό μου πατέρα. Έκανα την πρώτη μου ταινία μαζί του όταν ήμουν 14 χρονών. Σε εκείνον χρωστάω την καριέρα μου, με εμπιστεύτηκε, με πρόσεξε. Κάθε ταινία του είναι μια πρόκληση για μένα, κι εδώ είναι η πρώτη φορά που μου βάζει το βαθμό δυσκολίας να ερμηνεύσω έναν ρόλο στα αγγλικά. Αυτό σημαίνει ότι θα δει την ταινία ένα ευρύτερο, διεθνές κοινό και θα έχω την ευκαιρία να επιδείξω πιο μαζικά τι μπορώ να κάνω.
Ο Φερνάντο ήθελε την ταινία οπωσδήποτε στην Ελλάδα Κι αυτό με ξετρέλανε. Δεν είχα έρθει ποτέ στη χώρα σας και ανυπομονούσα. Εψαξα στο google για εικόνες από την Αγία Κυριακή και το Τρίκερι κι ομολογώ ότι όσα βρήκα αδικούσαν τα πραγματικά μέρη. Το πρωί ξυπνάω και πέφτω στη θάλασσα, κολυμπάω και κοιτάω το βουνό και βουρκώνω - είναι παράδεισος. Πάντως, ένιωσα αμέσως σαν στο σπίτι μου. Έτσι κι αλλιώς η Βαρκελώνη και η Ελλάδα έχουν μια κοινή μεσογειακή ρίζα. Επίσης μου αρέσει πολύ να βγαίνω εκτός Ισπανίας για το γύρισμα μιας ταινίας. Καταφέρνω να απομονώνομαι καλύτερα και να είμαι συγκεντρωμένη στη δουλειά, όταν δεν επιστρέφω κάθε μέρα σπίτι και στην καθημερινότητά μου.
Η συνεργασία με τον Ματ Ντίλον Στον Φερνάντο δεν αρέσουν οι πρόβες. Ομως συναντηθήκαμε 3 φορές πριν ξεκινήσουν τα γυρίσματα για να σπάσουμε τον πάγο, να εξετάσουμε αν έχουμε χημεία μεταξύ μας. Είναι πολύ γλυκός, απλός, στηρίζει πολύ γενναιόδωρα τους συμπρωταγωνιστές του. Είδα ξανά όλη τη φιλμογραφία του πριν έρθω στην Ελλάδα. Ηθελα να μελετήσω πώς αντιδρά, πώς χειρίζεται τον διάλογο.
KIKA ΓΕΩΡΓΙΟΥ - «Ίλια»
Η Ιλια είναι το κορίτσι του Τσίκο, πριν έρθει η Αλεξ στο νησί. Και η δική της ιστορία είναι μπερδεμένη - μία γυναίκα που ζει μόνη της στο νησί, σερβιτόρα για χρόνια στην ταβέρνα του Μαξ, ένιωσε ανασφάλεια και δέχθηκε την πρόταση γάμου ενός πολύ μεγαλύτερου άντρα. Βρήκε το αποκούμπι της κι εκείνος την αφήνει ελεύθερη να κάνει τη ζωή της, γνωρίζοντας ότι έχει εραστή. Οταν τη χωρίζει ο Τσίκο, τη χάνουμε από την ιστορία...
Ο Φερνάντο είναι ο ήρεμος και ήσυχος σκηνοθέτης που έχω ζήσει Επλασε ένα περιβάλλον αποδοχής και αγάπης. Μπόλιασε το έδαφος για να ανθίσουμε εμείς. Ενας άνθρωπος που προσφέρει τεράστια ελευθερία αποδοχή κ αγάπη. Η παρουσία του το έκανε αυτό. Ανάμεσα στις λήψεις, μας μιλούσε - κι όχι για τις σκηνές ή τους ρόλους. Δούλευε τις σχέσεις. «Αυτή τη τζαζ τραγουδίστρια την ξέρεις;» Κι όλη αυτή η επικοινωνία ήταν πολύ γόνιμη για εμάς. Δημιουργούσε ασφάλεια - μπορείς να υπάρχεις, όπως υπάρχεις αυτή τη στιγμή.
Πολύ δύσκολα γυρίσματα για μένα καθώς ταυτόχρονα αντιμετώπιζα την πιο δύσκολη περίοδο της ζωής μου - είχε μόλις διαγνωστεί ο γιος μου με λευχαιμία. Γύριζα τις σκηνές μου και μόλις ακουγόταν το cut, ένα αυτοκίνητο με περίμενε να με οδηγήσει στην Αθήνα για να είμαι δίπλα του. Η «Ιλια» βέβαια ήταν ένας πολύ φωτεινός ρόλος και τον ερωτεύτηκα από την πρώτη στιγμή. Ομως ένιωθα ένα άδειο σώμα που περιφερόταν, στηριζόταν κι ακουμπούσε στους υπέροχους συναδέλφους μου για να μπορέσω να κάνω τη δουλειά μου. Ημουν πάρα πολύ τυχερή που βρέθηκα σε αυτή την ομάδα.
ΧΟΥΑΝ ΠΑΜΠΛΟ ΟΥΡΕΓΚΟ - «Τσίκο»
Ο ήρωας μου είναι ένας ανέμελος νεαρός Βραζιλιάνος - μέχρι που του τελειώνει η ανεμελιά απότομα Ο Τσίκο είναι ένα νεαρό αγόρι από την Βραζιλία. Ιστιοπλόος, ταξιδιώτης, περιπετειώδης, αυθόρμητος, λίγο τυχοδιώκτης, ανέμελος. Βρέθηκε στην Ελλάδα για να κάνει επισκευές στο σκάφος του και έμεινε στο νησί γιατί το αγάπησε κι έπιασε δουλειά στην ταβέρνα του Μαξ. Οταν καταφθάνει η Αλεξ, μπλέκεται στο ερωτικό τρίγωνο ανάμεσα σε εκείνη και τον Μαξ. Και κάπου εκεί τελειώνει η ανεμελιά του, απότομα.
Είναι η 2η φορά που συνεργάζεται με τον Τρουέμπα Ναι, η πρώτη ήταν το «El Olvido Que Seremos». Ο Φερνάντο είναι εξαιρετικά προσεκτικός σκηνοθέτης και αυτό δημιουργεί ένα δίχτυ προστασίας σε κάθε ηθοποιό. Γιατί νιώθεις ότι είναι εξαιρετικά συγκεντρωμένος, ξέρει ακριβώς τι θέλει - από το πλάνο, το συνεργείο, εσένα. Δεν υπάρχουν αβεβαιότητες. Σκηνοθετεί με μία μεταδοτική αυτοπεποίθηση.
Πώς ήταν η εμπειρία σε ελληνικό σετ Μου αρέσει η πολυπολιτισμικότητα του συνεργείου και του καστ. Κάνει την εμπειρία πολύ πιο πλούσια, βγαίνεις από τη βολή σου, την ασφάλεια σου, μαθαίνεις από όλους καινούργια πράγματα. Στην αρχή ήταν δύσκολη η μετάφραση που μεσολαβούσε για να στηθεί μία λήψη - ελληνικά, αγγλικά, ισπανικά. Σταδιακά όμως κι όσο μαθαίναμε ο ένας τον άλλον, όλα απλοποιήθηκαν. Εχει πλάκα γιατί όλοι μοιάζει να έχουμε μία κοινή ρίζα, αυτή του Νότου, όπου οι άνθρωποι είναι έξω καρδιά και μιλάνε πολύ με τα χέρια.
ΠΟΛΥΔΩΡΟΣ ΒΟΓΙΑΤΖΗΣ - «Δημήτρης»
Υπάρχει ένας υποβόσκων ερωτισμός με τον Μαξ Ο Δημήτρης είναι ο μετρ στην ταβέρνα του Μαξ - μία θέση που προοριζόταν για την Αλεξ, όμως καθώς εκείνη έφτασε καθυστερημένη στο νησί, για λόγους που θα δείτε, πήρε εκείνος τη δουλειά. Είμαστε φίλοι με τον Μαξ, με εκτιμά, με εμπιστεύεται. Μάλιστα, καθώς εκείνος κρατά τα χαρτιά του κλειστά για το παρελθόν του, υπάρχει και μία ελαφρά υποψία ότι μπορεί να είναι γκέι και η σχέση τους να είναι ερωτική. Ομως όλα αυτά συμβαίνουν στο πρώτο κομμάτι της ταινίας - στο ελληνικό, φωτεινό, χαρούμενο καλοκαίρι. Σε αυτό το κομμάτι παίζω.
Ο Τρουέμπα μάς αγκάλιασε όλους Πέραν από εξαιρετικός σκηνοθέτης είναι και καταπληκτικός άνθρωπος. Εχει μία απίστευτη ηρεμία, μία γαλήνη κι έτσι σκηνοθετεί. Τα γυρίσματα ήταν δώρο. Έφερε στο σετ μία απαλότητα, υπήρχε μια διάχυτη χαρά που ήμασταν όλοι εκεί και γυρίζαμε την ταινία. Οι Ελληνες ηθοποιοί έχουμε πολύ μικρούς ρόλους, όμως εκείνος μάς έκανε να αισθανθούμε όλοι πολύ σημαντικοί και δίνει μεγάλη σημασία στις σκηνές μας, στις ερωτήσεις μας. Μάς έδειξε τεράστιο σεβασμό και γλυκύτητα. Μπήκε στις καρδιές όλων μας. Μάλιστα κρατήσαμε επαφή και θα ξαναβρεθούμε και στο Παρίσι. Χάρηκα πολύ αυτή την εμπειρία μαζί του - και επαγγελματικά, αλλά κυρίως προσωπικά. Είναι υπέροχος.
Ο Ματ Ντίλον είναι συγκινητικά δοτικός Η απομόνωση στο μαγικό αυτό μέρος στο Πήλιο δημιούργησε σχέσεις πολύ πιο έντονες και προσωπικές με όλους - όλοι μαζί δουλεύαμε, όλοι μαζί τρώγαμε, όλοι μαζί κάναμε μπάνιο στη θάλασσα. Ο Ματ Ντίλον με εντυπωσίασε με την απλότητα και τη γενναιοδωρία του. Μπορεί να κάτσει ώρα να συζητήσει τη σκηνή που θα μοιραστεί μαζί σου, να σε ακούσει, να σου προτείνει πράγματα. Ασχολείται πολύ. Αλλά η γενναιοδωρία του ξεπερνά και τα όρια του σετ. Του άρεσε πολύ το πρόσωπο μου (γιατί είναι και ζωγράφος και κοιτά και μέσα από αυτό το καλλιτεχνικό φίλτρο τα πάντα) και μου χάρισε μία αγιογραφία που έφτιαξε με το δικό του στιλ - εμπνευσμένος από ένα ξωκλήσι του Αγίου Νικόλα που επισκέφτηκε.
Δείτε περισσότερες φωτογραφίες από το γύρισμα
Η «Στοιχειωμένη Καρδιά» κυκλοφορεί στις ελληνικές αίθουσες την Πέμπτη 29 Αυγούστου από την Tanweer