Η μοίρα φέρνει κοντά μια έξυπνη, αισιόδοξη έφηβη με έντονες επιστημονικές αναζητήσεις με ένα πρώην παιδί θαύμα και νυν απογοητευμένο, γκριζομάλλη εφευρέτη. Οι δυο τους θα αναλάβουν μια επικίνδυνη αποστολή, καθώς θα αποκαλύψουν τα μυστικά ενός αινιγματικού μέρους, κάπου στον χώρο και στον χρόνο, που ακούει στο όνομα «Η Χώρα του Αύριο». Αυτό που καλούνται να κάνουν, θα αλλάξει τον κόσμο και τους ίδιους για πάντα.

Φαίνεται δύσκολο να κάνει κάποιος μια ταινία βασισμένη στο ίσως πιο δημοφιλές θεματικό πάρκο της Disneyland. Οχι όμως για τον Μπραντ Μπερντ, ο οποίος μας έχει δώσει μερικές από τις καλύτερες ταινίες κινουμένων σχεδίων των τελευταίων ετών («The Incredibles», «Ratatouille»), και τον σεναριογράφο Ντέιμον Λίντελοφ («Lost») που ξέρει κάποια πράγματα για καταστροφές και άλλους, μακρινούς και μελλοντικούς κόσμους. Και ίσως γι’ αυτό η Disney διάλεξε αυτό το δίδυμο για την δική της εκδοχή της καταστροφής του κόσμου. Μιας καταστροφής όμως που, πέρα από το όποιο δυσοίωνο χαρακτήρα που μπορεί να έχει ως θέμα, αποφασίζουν να της δώσουν χρώμα, μπόλικη φαντασία αλλά και δόσεις αρκετής ηθικολογίας έτσι ώστε να είναι όσο το δυνατόν περισσότερο family friendly.

Ο Μπερντ επιστρατεύει όλες τις γνώσεις τις οποίες απόκτησε από τον «Ατσάλινο Γίγαντα» του 1999, δημιουργώντας κι εδώ μια περιπέτεια φουλ στα ρετροφουτουριστικά στοιχεία, με έντονο το αίσθημα της νοσταλγίας να επικρατεί σχεδόν καθ’ όλη την διάρκεια του φιλμ, ενώ οι επιρροές από παλιότερες ταινίες του Στίβεν Σπίλμπεργκ, ή ακόμα και από ταινίες που επηρεάστηκαν από τον ίδιο στην δεκαετία του ’80, να είναι αρκετά εμφανείς. Ομως ο Μπερντ πάντα βρίσκει τον τρόπο να συνδυάσει όλα αυτά με νέες γεμάτες φαντασία ιδέες (όπως όταν η Κέισι πιάνει για πρώτη φορά την καρφίτσα - θα καταλάβετε βλέποντας την ταινία), κάνοντας έτσι όλο αυτό το γνώριμο αίσθημα που νιώθεις βλέποντας τον κόσμο αυτόν να ξετυλίγεται μπροστά σου να μοιάζει κάτι ως τελείως φρέσκο και συναρπαστικό.

Ο Μπερντ κάνει σαν ένα μικρό παιδί που θέλει να εξερευνήσει τα πάντα, να μην αφήσει τίποτα που να μην έχει δει, ψάξει, ανακαλύψει. Και σε αυτή την του εξερεύνηση σε παίρνει μαζί του, κρατώντας σου σφιχτά το χέρι, σε κάνει να νιώθεις κι εσύ ως ένα μικρό παιδί που μοιάζει μαγεμένο ενώ παρακολουθεί με δέος και θαυμασμό τα όσα εξελίσσονται στην μεγάλη οθόνη. Νιώθεις πως βρίσκεσαι σε μια από αυτές τις μεγάλες ατραξιόν του πάρκου, όμως δέκα φορές πιο εντυπωσιακές, μιας και η κάμερα στις σκηνές δράσης δεν αφήνει τίποτα εκτός και η ένταση χτυπάει κόκκινο.

Δεν λειτουργούν όμως όλα τόσο τέλεια. Μερικές φορές η ταινία φαίνεται να χάνει αρκετά από τον ρυθμό της. Ολη αυτή την παιδική υπερένταση που έχει ο Μπερντ σε αρκετές σκηνές, φαίνεται πως εξαντλείται γρήγορα κάνοντας την μερικές στιγμές αρκετά υποτονική. Ακόμα και οι σχέσεις των χαρακτήρων δεν έχουν το ίδιο βάθος με το οποίο μας έχει συνηθίσει ο Μπερντ σε παλιότερες του ταινίες και μοιάζουν ως τελείως επιφανειακές και απλά διεκπεραιωτικές, ενώ η σχέση του Φρανκ (του χαρακτήρα του Τζορτζ Κλούνεϊ) με την μικρή Αθηνά φτάνουν στα όρια του περίεργου και θα κάνει πολλούς να νιώσουν ίσως λίγο άβολα.

Το σενάριο μοιάζει μέχρι το τέλος να χωλαίνει, να γίνεται πολύ επεξηγηματικό – για το δικό του καλό – και στο φινάλε ο Λίντελοφ δείχνει για ακόμη μια φορά πως δεν είναι το πιο δυνατό του στοιχείο μιας και προσπαθεί να τελειώσει άρον άρον τις ιστορίες των χαρακτήρων κάνοντας το να μοιάζει αρκετά βεβιασμένο και άνισο.

Παρόλα αυτά όμως το καστ δείχνει να διασκεδάζει κάθε λεπτό. Ο Τζόρτζ Κλούνεϊ, που μάλλον είχε δώσει όρκο να μην ξαναπαίξει σε ταινία φαντασίας/περιπέτεια μετά το φιάσκο του «Μπάτμαν και Ρόμπιν», τα καταφέρνει περίφημα στον ρόλο του πεσιμιστικού και μίζερου Φρανκ. Αλλά αυτό που εντυπωσιάζουν περισσότερο είναι το γυναικείο στοιχείο της ταινίας. Η Μπριτ Ρόμπερτσον και η μικρή Ράφεϊ Κάσιντι έχουν τις πιο δυναμικές παρουσίες στην ταινία, ενώ δεν έχουν κανένα απολύτως πρόβλημα να κρατήσουν και ολόκληρες σκηνές μόνες τους και η χημεία τους με τον Κλούνεϊ είναι εμφανής.

Μπορεί αυτή η Χώρα του Αύριο να έχει κάποια προβλήματα, και με ένα άκρως politically correct φινάλε που μοιάζει λες και βγήκε από διαφήμιση της Benetton, αλλά δεν παύει να είναι μια όμορφη περιπέτεια γεμάτη φαντασία και φρέσκιες ιδέες που θα ικανοποιήσει μικρούς και μεγάλους. Θα σε κάνει να αναπολείς αυτές τις παλιές καλές ταινίες φαντασίας και τις μέρες αυτές που πίστευες ότι τα πάντα είναι δυνατά, ακόμα και το να πετάξει κάποιος σαν τον «Rocketeer».

Κριτική: Χρήστος Μπακατσέλος


Διαβάστε ακόμη: