Συνέντευξη

Ο Γουές Αντερσον χτίζει παλάτια στην άμμο των Καννών με το Flix

στα 10

Τελευταίος των ρομαντικών, ένα αιώνιο παιδί, αλλόκοτος σκηνοθέτης που επέβαλε το weird cinema ή σοβαρός παρατηρητής των κοινωνικών θεσμών; Τι είδους πουλιού είναι ο Γουές Αντερσον; Διαβάστε τη συνέντευξη που παραχώρησε στο Flix.gr στο 65ο Κινηματογραφικό Φεστιβάλ των Καννών.

Ο Γουές Αντερσον χτίζει παλάτια στην άμμο των Καννών με το Flix
Ο Γουές Αντερσον φωτογραφίζεται στο Carlton Beach

Με τον «Ερωτα του Φεγγαριού» να παίζει ακόμα στο μυαλό μας -παστέλ εικόνες, αιώνια παιδικά βλέμματα, το τραγούδι της Φρανσουάζ Αρντί σε επίμονη λούπα- κατεβαίνουμε στην παραλία του Carlton όπου είναι και το ραντεβού μας με τον Γουές Αντερσον. Ιδανικό μέρος, σκεφτόμαστε. Ο ιδιοσυγκρασιακός σκηνοθέτης μπορεί να έχει ήδη φύγει από τους συγκεντρωμένους δημοσιογράφους και να παίζει στην άμμο με τα παιδιά των νότιων Γάλλων που κάνουν ανέμελες διακοπές. Να έχει παρατήσει αυτό που πρέπει να γίνει, για αυτό που όλοι θα θέλαμε να κάνουμε.

Ομως, η αληθινή ζωή είναι αμείλικτη στις αντιθέσεις της. Ο Αντερσον είναι επαγγελματίας. Σοβαρός μέσα στο μπεζ του κουστούμι (αλλά με μία νότα επανάστασης στις κατακόκκινες κάλτσες του), περιμένει υπομονετικά όσο συνάδελφοι από όλο τον κόσμο μπαινοβγαίνουν στην λευκή του τέντα δίπλα στο κύμα και απαντάει με ευγένεια αλλά και μία έμφυτη ντροπαλότητα στις ερωτήσεις μας.

Ο χρόνος ήταν αυστηρά περιορισμένος και για αυτό οι ερωτήσεις παρέμειναν μόνο στο σύμπαν της νέας ταινίας. Ποιος παραπονιέται; Είχαμε, έστω και για 8 λεπτά, απέναντί μας τον σκηνοθέτη που έχει χρωματίσει τα κινηματογραφικά όνειρα της ενηλικίωσής μας (ή της πεισμωμένης μας άρνησης να ενηλικιωθούμε - όπως το βλέπει κανείς). Κι αυτό υπήρξε μεγάλο δώρο. Το μοιραζόμαστε μαζί σας λοιπόν...

Κύριε Αντερσον συγχαρητήρια και σας ευχαριστούμε για αυτή την ταινία. Διαβάζουμε ότι είχατε την γενική ιδέα της για πάνω από 10 χρόνια στο πίσω μέρος του μυαλού σας. Τι σας ήταν ξεκάθαρο και τι σας παίδεψε μέχρι να πάρει μορφή;

Γουές Αντερσον: Πολλές φορές μου συμβαίνει αυτό: αρχικά, να έχω μόνο μία αφηρημένη ιδέα, ή μία εικόνα, χωρίς να υπάρχει ξεκάθαρο το πλαίσιο ή η υπόλοιπη ιστορία της ταινίας. Αυτό είναι υπέροχο (γιατί ξέρεις ακριβώς τον άξονά σου) αλλά και ενοχλητικό, όταν, καλή ώρα, δεν μπορείς να βρεις πώς ακριβώς να το εντάξεις μέσα σ' ένα στόρι. Στην προκειμένη περίπτωση ήθελα να διηγηθώ μία ιστορία για το πρώτο ερωτικό συναίσθημα - πώς χτυπάει η καρδιά σου όταν είσαι μικρός. Οι δύο κεντρικοί μου ήρωες είναι 12 χρονών, ερωτεύονται και είναι τόσο αποφασισμένοι να το ζήσουν που εγκαταλείπουν τις «οικογένειές» τους: το κορίτσι φεύγει από το σπίτι της, το αγόρι από την κατασκήνωσή του. Το μόνο που θέλουν είναι να ζήσουν μόνοι τους, μακριά από τους μεγάλους. Αυτό είχα λοιπόν στο πίσω μέρος του μυαλού μου για πολύ καιρό, αλλά χρειαζόμουν βοήθεια. Ετσι ο φίλος μου Ρόμαν Κόπολα (σ.σ. ο γιος του Φράνσις Φορντ Κόπολα) ήρθε στην ομάδα και με βοήθησε να συνδέσουμε όλα τα κομμάτια του παζλ. Μαζί βρήκαμε ένα στόρι που λειτουργεί.

Μιλώντας για «οικογένειες». Ολες οι ταινίες σας μοιάζουν να εξετάζουν τι ακριβώς συνθέτει μία οικογένεια. Κι αυτό δεν είναι το DNA...

Γ. Α.: Ακριβώς. Η οικογένεια είναι τις περισσότερες φορές μία από τις θεματικές των ταινιών μου, αλλά δεν έχει πάντα την συμβατική της μορφή. Για μένα οικογένεια δεν είναι μόνο το περιβάλλον στο οποίο γεννήθηκες, αλλά κι αυτό που δημιούργησες ο ίδιος με ό,τι σου έφερε στην πορεία της η ζωή. Φτιάχνεις την «οικογένειά» σου με τους φίλους σου, με τους συνεργάτες σου. Κι αυτές οι εναλλακτικές οικογένειες είναι ακόμα πιο δυνατές, πιο συγκινητικές, πιο αποφασισμένες. Τουλάχιστον εμένα μου ταιριάζουν πολύ περισσότερο...

Σ' αυτή την ταινία κάνετε κάτι εξαιρετικό: γκρεμίζετε όλους τους θεσμούς (οικογένεια, κοινωνική πρόνοια, αστυνομία, μέχρι την πραγματική ισοπέδωση της Εκκλησίας!) και τους ξανακολλάτε αντισυμβατικά - αν η αγάπη μπορεί να θεωρηθεί κάτι αντισυμβατικό. Εχετε ακόμα πίστη στην ανθρωπότητα;

Γ. Α.: Ναι, ναι, ω ναι. Βέβαια! Δεν έχω πίστη στους θεσμούς - τουλάχιστον με την άκαμπτη εφαρμογή τους στις ζωές μας. Ομως εμείς οι άνθρωποι είμαστε οι θεσμοί. Κι ένας από εμάς μπορεί να κάνει τη διαφορά - κι αυτό διασώζω μέσα από τους χαρακτήρες του Μπρους Γουίλις και του Εντουαρντ Νόρτον. Αυτό που με ενδιέφερε στην ταινία ήταν τα δύο μου πιτσιρίκια. Είμαι πολύ προστατευτικός με τους χαρακτήρες μου πάντα. Ηθελα να τα οδηγήσω κάπου που θα ήταν ασφαλή. Μπορεί λοιπόν να επιτέθηκα στο σύστημα στο οποίο καλούνται να μεγαλώσουν τα παιδιά, αλλά άφησα μία διέξοδο. Γιατί πρέπει κάποια στιγμή να εμπιστευθούμε και τους ανθρώπους.

Μιλήστε μας λίγο για τους ηθοποιούς σας. Ο πιστός σας Μπιλ Μάρεϊ είναι πάντα καταπληκτικός, αλλά αυτή τη φορά μας δώσατε κι έναν συγκλονιστικό, τσαλακωμένο Μπρους Γουίλις, έναν Εντουαρντ Νόρτον σε εξαιρετικό come back...

Γ. Α.: O Εντουαρντ κι εγώ αλληλογραφούσαμε εδώ και καιρό, προσπαθώντας να βρούμε ένα κοινό πρότζεκτ συνεργασίας. Είμαι μεγάλος θαυμαστής του χρόνια ολόκληρα - ειδικά από τότε που τον είδα στο θέατρο στην Νέα Υόρκη και έμεινα άφωνος! Τον θαυμάζω και τον σέβομαι ιδιαίτερα! Οπως και την Τίλντα Σουίντον, την οποία δεν γνώριζα προσωπικά αλλά φυσικά ήξερα τη δουλειά της. Επικοινωνούσαμε και με την Τίλντα αρκετά χρόνια, χωρίς να έχουμε βρει μια ευκαιρία για να ενώσουμε δυνάμεις. Τον Μπρους Γουίλις τον σκέφτηκα ως σύμβολο όσων ήθελα να πω: ήθελα δηλαδή να κρατήσει κάτι από την περσόνα που όλοι ξέρουμε, αλλά να πετάξει τα υπόλοιπα. Τον ήθελα μοναχικό, θλιμμένο, ανασφαλή. Πίστευα ότι αυτές οι αντιθέσεις θα βγάλουν κάτι, και νομίζω ότι είχα δίκιο. Ολα όμως ξεκίνησαν από την Φραν (ΜακΝτόρμαντ) και τον Μπιλ (Μάρεϊ). Στο μυαλό μου είχα την εικόνα αυτών των δύο μαζί. Να ξυπνάνε το πρωί σ' ένα σπίτι με παιδιά....

Μόνο ένας πραγματικά ρομαντικός μπορεί να αποτυπώσει την παιδική ή εφηβική ηλικία με τον τρόπο που το κάνετε στις ταινίες σας. Εμείς οι μεγάλοι καταλήγουμε να ξεχνάμε. Νιώθετε ακόμα ο ίδιος παιδί; Σας επιτρέπει το σινεμά να παραμένετε παιδί;

Γ. Α.: Οχι καθόλου. Ο κόσμος μπερδεύεται επειδή στις ταινίες μου εξετάζω την παιδική ηλικία. Οχι, δεν νιώθω καθόλου παιδί, ούτε έχω καμία νοσταλγία για την παιδική μου ηλικία. Θυμάμαι όμως έντονα κάποια πράγματα από όταν ήμουν παιδί και τα χρησιμοποιώ. Πιστεύω ότι ο κόσμος όπως τον πρωτοαντιληφθήκαμε είναι ο πιο ενδιαφέρων κόσμος που θα γνωρίσουμε ποτέ. Μεγαλώνοντας ξεθωριάζει. Αλλά, όχι, δε θα ήθελα να γυρίσω πίσω στα παιδικά χρόνια. Προτιμώ τη ζωή μου τώρα από το να πηγαίνω σχολείο. Από την άλλη, ναι φυσικά: το σινεμά μας επιτρέπει ακόμα να θυμόμαστε την πραγματική μας φύση. Αυτή που, αν το σκεφτείτε, δεν έχει ηλικία. Δεν μεγαλώνει ποτέ...

Περισσότερα για τον «Ερωτα του Φεγγαριού»