Μετά το θάνατο της καλύτερής της φίλης Λόρα, η Κλερ πέφτει σε βαθιά κατάθλιψη. Το ίδιο κι ο σύζυγός της Λόρα, Νταβίντ, ο οποίος όμως βρίσκει τον δικό του τρόπο να κρατήσει την γυναίκα του λίγο περισσότερο κοντά του: φορώντας τα ρούχα της. Οταν η Κλερ ανακαλύψει το μυστικό του, το αρχικό σοκ θα δώσει τη θέση του σε μια συναρπαστική σχέση με μια καινούρια «καλύτερη φίλη», που όμως θα περιπλέξει τις ζωές και των δυο.

O Φρανσουά Οζόν υπήρξε ανέκαθεν ένας σκηνοθέτης που αναζητούσε το κρυμμένο στο γκαζόν, σπασμένο κομμάτι γυαλί στην «κανονικότητα» της ανθρώπινης ζωής. Σε πολλές από τις ταινίες του κατέληγε να βρίσκει κάτι λιγότερο αιχμηρό, ένα κομμάτι πλαστικό ή ένα μικρό σκουπίδι, αλλά ποτέ δεν σταμάτησε να ακολουθεί τον δικό του ανατρεπτικό με τον τρόπο του δρόμο στο σινεμά. Με αλλά λόγια η καριέρα του χτίστηκε κυρίως πάνω από μια σειρά από ταινίες που θα μπορούσαν να είναι σπουδαίες, αλλά συχνά δεν ήταν.

Η «Καινούρια Φιλενάδα», έρχεται πιο κοντά από ποτέ στο φιλμ που πάντα προσπαθούσε να κάνει, μια κοινωνικά «κοφτερή» ταινία που να ταιριάζει στα πλαίσια του δικού του σινεμά. Βασισμένη σε ένα σύντομο διήγημα της Ρουθ Ρέντελ, που ήταν πολύ πιο σκοτεινό κι έντονο σε «αστυνομικό» άρωμα, στα χέρια του Οζόν μετατρέπεται σε ένα mélange ειδών κι αναφορών που σε αφήνει να μαντεύεις κάθε τόσο τον δρόμο που θα ακολουθήσει στη συνέχεια.

Τοποθετημένο σε έναν κόσμο που μοιάζει βγαλμένος από την αμερικάνικη suburbia των τεχνικολόρ μελό του παλιού αμερικάνικου σινεμά, ειπωμένο με ένα ύφος που φλερτάρει ανάμεσα σε μια σκαμπρόζικη κωμωδία, ένα χιτσκοκικό θρίλερ κι ένα μπεργκμανικό ψυχόδραμα, το φιλμ μπλέκει τα διαφορετικά του πρόσωπα με ευκολία σε κάτι που είναι ιδιαίτερο κι αναμφίβολα απολαυστικό.

Ναι είναι αλήθεια πως η παραβολή για την ανεκτικότητα και τα όρια μας στο διαφορετικό που είναι φανερό πως ο Οζόν θέλει να διαπεράσει την ταινία του να μην λειτουργεί όσο πετυχημένα θα ήθελε, όμως το φιλμ είναι εκτός από μια απόλυτα πετυχημένη άσκηση πάνω στην ρευστότητα των κινηματογραφικών μηχανισμών και μια ενδιαφέρουσα παραβολή για την ρευστότητα της ανθρώπινης ταυτότητας και της ερωτικής επιθυμίας.

Κατά στιγμές αναπολογητικά camp, άλλες σχεδόν συγκινητικά ειλικρινής, σταθερά έξυπνη, συχνά απροσδόκητα αστεία, έτοιμη να βγάλει την γλώσσα στο «καθώς πρέπει», πρόθυμη να αποδεχτεί τις ατέλειες των ηρώων της, η «Καινούρια Φιλενάδα» είναι ίσως η πιο ώριμη ταινία του Οζόν μέχρι σήμερα, το σημείο όπου το πλήθος των διαφορετικών καλλιτεχνικών εαυτών του βρίσκει την κοινή τους συνιστώσα.

Εξακολουθεί να μην φτάνει την κομψότητα ενός Ντάγκλας Σέρκ ή την τρυφερή αυθάδεια ενός Αλμοδόβαρ, αλλά κατορθώνει να συνθέσει τις αναφορές και τις ιδέες που διατρέχουν όλα αυτά τα χρόνια σύμπαν του δημιουργού της σαν άτακτοι κομήτες, σε έναν σύνθετο, θεαματικό, πλούσιο, κινηματογραφικό «γαλαξία».