Αν και αποτελεί μια από τις λιγότερο σπουδαίες και ιδιοσυγκρασιακές δουλειές του Ντέιβιντ Φίντσερ, το «Κορίτσι με το Τατουάζ» υπήρξε εκείνη η στιγμή όπου ο περφεξιονισμός του συνάντησε το mainstream γεννώντας ένα αν μη τι άλλο συναρπαστικό, κατάμαυρο και άκρως στιλιζαρισμένο αστυνομικό θρίλερ, που ωστόσο δεν έχανε ποτέ την επαφή του με τους χαρακτήρες του, συστήνοντας την ηρωίδα της Λίσμπετ Σαλάντερ ως ένα πλάσμα τραυματισμένο ανεπανόρθωτα αλλά αποφασισμένο να επιβιώσει πάση θυσία σε έναν κόσμο που μοιάζει ακόμα ανίκανος να απελευθερωθεί από το παρελθόν.

Παρά τις αρχικές προσδοκίες, η ταινία δεν μετατράπηκε ποτέ στο πρώτο μέρος του αυστηρά ενήλικου franchise που υποσχέθηκε, αφήνοντας στο ράφι τα υπόλοιπα βιβλία της σειράς Millennium του Στιγκ Λάρσον και τη σκανδιναβική τριλογία ταινιών (με πρωταγωνίστρια τη Νούμι Ραπάς) ως τη μοναδική πλήρη κινηματογραφική μεταφορά τους.

Και να που, επτά χρόνια αργότερα, η Λίσμπετ Σαλάντερ βρίσκεται αντιμέτωπη με την ολική επαναφορά της – ούτε ακριβώς σίκουελ, ούτε πραγματικά reboot – με νέα πρωταγωνίστρια και διαφορετικό σκηνοθέτη, βασισμένη αυτή τη φορά σε ένα τέταρτο βιβλίο που υπογράφει πλέον ο Ντέιβιντ Λάγκερκραντζ. Και με κάποιον περίεργο τρόπο όλα μοιάζουν ίδια και ταυτόχρονα τόσο μα τόσο διαφορετικά.

Εχοντας δώσει τα διαπιστευτήριά του με το αιματοβαμμένο ριμέικ του «Evil Dead» και με το μινιμαλιστικής πλοκής αλλά εξόχως κλειστοφοβικό θρίλερ «Μην Ανασαίνεις», ο ουρουγουανικής καταγωγής Φέντε Αλβάρεζ παίρνει τη σκυτάλη φαινομενικά από εκεί που την είχε αφήσει ο Φίντσερ και (επανα)συστήνει τη Λίσμπετ Σαλάντερ ως δαιμόνια χάκερ και υπερασπίστρια γυναικών που πέφτουν θύματα ανδρικής βίας.

Ξεμπερδεύοντας στα γρήγορα με τη Λίσμπετ τιμωρό, ήδη από την αρχή, βάζοντάς την να εισβάλλει σε ένα διαμέρισμα και να γλιτώνει μια γυναίκα από την έκρηξη βίας του συζύγου της, το σενάριο θέτει στη συνέχεια σε εφαρμογή τη νέα κινηματογραφική πορεία της ηρωίδας του, που δεν είναι άλλη από τη Λίσμπετ… Τζέιμς Μποντ: Η νέα της αποστολή είναι να κλέψει ένα πρόγραμμα που δίνει στον κάτοχό του πρόσβαση στα πυρηνικά όπλα ολόκληρου του πλανήτη και να βοηθήσει τον δημιουργό του να το καταστρέψει προκειμένου να μην πέσει σε λάθος χέρια. Οταν εκείνος πέφτει θύμα μιας μυστηριώδης ομάδας που προσπαθεί να το αποκτήσει, η Λίσμπετ θα πρέπει να προστατεύσει με κάθε τρόπο τον γιο του, ο οποίος αποτελεί το κλειδί για την αποκωδικοποίηση του προγράμματος.

Ο Αλβάρεζ έχει θαρρείς βάλει πείσμα να μιμηθεί τη δεξιοτεχνία και το στιλιζάρισμα του Φίντσερ, όμως οι όποιες ομοιότητες σταματούν εδώ, καθώς οι προσπάθειές του μοιάζουν απλά με φτηνή απομίμηση - κάτι από το οποίο δυστυχώς δεν καταφέρνει να ξεφύγει ούτε η πρωταγωνίστρια Κλερ Φόι, η οποία υπηρετεί ιδανικά την εξωτερική εμφάνιση της Σαλάντερ αλλά τίποτα πιο ουσιαστικό από την περίπλοκη ψυχοσύνθεσή της.

Οι δυο τους μοιάζουν να κληρονόμησαν μια δημοφιλή, ξεχωριστή ηρωίδα αλλά κανένα από τα στοιχεία εκείνα που την έκαναν πειστική και αληθινά ανθρώπινη. Κι ομολογουμένως, δύσκολα θα μπορούσαν να κάνουν κάτι καλύτερο: Με ένα επιφανειακά σύνθετο αλλά στην πραγματικότητα παιδαριώδες σενάριο, γεμάτο απιθανότητες και εξοργιστικές ευκολίες που κάνουν τις ταινίες του Bourne να μοιάζουν με ντοκιμαντέρ, αυτό εδώ το «Κορίτσι» θα μπορούσε να έχει ξεπηδήσει από οποιαδήποτε ταινία δράσης του σωρού.

Ο Αλβάρεζ σκηνοθετεί στο ίδιο πνεύμα ιλουστρασιόν και ταυτόχρονα «βρώμικης» αισθητικής, το παγωμένο σκηνικό παραμένει θεαματικό, και η δράση εναλλάσσεται μεταξύ ατμοσφαιρικών εγκαταλελειμμένων κτιρίων και πανάκριβων στιλάτων διαμερισμάτων, όμως τα πάντα έχουν χάσει το νόημά τους, σε ένα συνονθύλευμα κενού εντυπωσιασμού. Ακόμα και οι όποιες αναφορές στο παρελθόν της Σαλάντερ, με έναν παντελώς άχρωμο Μίκαελ Μπλόμκβιστ (εξίσου πρωταγωνιστική παρουσία στην ταινία του Φίντσερ) να μην έχει καν λόγο ύπαρξης και την αδελφή της να εμφανίζεται σαν στερεοτυπική villain – top model, είναι απλά η αφορμή για μερικές πινελιές στρογγυλεμένου σαδισμού και ψυχανάλυσης περιπτέρου.

Αν αυτή είναι η ταινία που θα καταφέρει να δημιουργήσει ένα αγγλόφωνο franchise με ηρωίδα τη Λίσμπετ Σαλάντερ, τότε είμαστε μάλλον άξιοι της τύχης μας.