Tο πλήρωμα του Εντερπράιζ, με επικεφαλής τον ατρόμητο κυβερνήτη Τζέιμς Τ. Κερκ, εξερευνά τις πιο απόμακρες περιοχές του αχαρτογράφητου διαστήματος. Απομονωμένοι σε έναν άγνωστο πλανήτη, έρχονται αντιμέτωποι με έναν νέο, μυστηριώδη εχθρό που απειλεί να αφανίσει το πλήρωμα, την ίδια στιγμή που τους κάνει να αμφισβητήσουν όλα όσα γνωρίζουν για την Ομοσπονδία και τα ιδανικά που αυτή πρεσβεύει.

Μπορεί το πλήρωμα του θρυλικού Εντερπράιζ να παραμένει σταθερά οικείο, όμως η αλλαγή φρουράς πίσω από τις κάμερες είναι παραπάνω από εμφανής στο «Star Trek Beyond». Η μεταφορά του σκηνοθέτη Τζάστιν Λιν από τους κακόφημους δρόμους των «Fast & Furious» στη διάσημη διαγαλαξιακή σάγκα, αλλά και η αντικατάσταση της σεναριακής ομάδας από τον (και πρωταγωνιστή) Σάιμον Πεγκ και τον Νταγκ Γιουνγκ, μοιάζουν να φέρουν εξ ολοκλήρου την ευθύνη τόσο για τις θετικές όσο και για τις αρνητικές αλλαγές στο κλίμα αυτής της δεύτερης συνέχειας στο επιτυχημένο reboot του Τζέι Τζέι Εϊμπραμς, ο οποίος εδώ κρατά πλέον ρόλο παραγωγού.

Γιατί, ομολογουμένως, η πορεία που παίρνει εδώ το Εντερπράιζ δεν αποδεικνύεται ιδιαίτερα ριψοκίνδυνη. Αποφεύγοντας τις περίπλοκες χωροχρονικές μανούβρες της πρώτης ταινίας, το νέο αυτό επεισόδιο στο αναγεννημένο franchise παραδίδεται αμαχητί στην ξέφρενη ικανότητα του Λιν να στήνει φρενήρεις σκηνές δράσης και επικής σχεδόν καταστροφής, και στις γερές δόσεις χιούμορ που επιφυλάσσει η υπογραφή του Πεγκ, στοιχεία που δίνουν στο σύνολο μια σαφέστατα πιο ανάλαφρη αίσθηση, στα πρότυπα της κλασικής τηλεοπτικής σειράς, αναβαθμισμένα φυσικά από το γιγαντιαίο μπάτζετ και τα εξελιγμένα ειδικά εφέ.

Επειτα από μια επιχείρηση διάσωσης που καταλήγει σε θανάσιμη ενέδρα για το Εντερπράιζ και τον Αστροστόλο της Ομοσπονδίας, το πλήρωμα βρίσκεται διασκορπισμένο σε έναν άγνωστο πλανήτη, στο έλεος του αδίστακτου Κραλ (Ιντρις Ελμπα) και των ακολούθων του, οι οποίοι αναζητούν ένα μυστηριώδες εξωγήινο κειμήλιο που αναμενόμενα θα αποτελέσει όπλο μαζικής καταστροφής στα λάθος χέρια.

Αυτό το –ευπρόσδεκτο από μία πλευρά- απλό περιπετειώδες σενάριο, σε σχέση με τα ενίοτε περισσότερο σοβαροφανή και ατέρμονης διάρκειας απ' όσο αντέχουν σύγχρονα μπλοκμπάστερ, παραμένει ωστόσο μάλλον στοιχειώδες και υπερβολικά ανώδυνο για τα δεδομένα μιας μεγάλου μήκους ταινίας ιλιγγιώδους μπάτζετ και υψηλών προσδοκιών.

Οι Πεγκ και Γιουνγκ προσπαθούν –και εν μέρει το καταφέρνουν– να διανθίσουν τα μάλλον τετριμμένα τεκταινόμενα με μερικές καλοφτιαγμένες σκηνές μεταξύ των ηρώων, από εκείνες που πάντα έδιναν χαρακτήρα στην εναλλακτική «οικογένεια» του σύμπαντος του Star Trek: οι αμήχανες στιγμές ανάμεσα στον Κάπτεν Κερκ (Κρις Πάιν) και τον Σποκ (Ζάκαρι Κουίντο), που για ολότελα διαφορετικούς λόγους φλερτάρουν με τη «λιποταξία» τους από την πενταετή αποστολή τους, οι διασκεδαστικές στιχομυθίες ανάμεσα στους άσπονδους Σποκ και Δρ. Μπόουνς (Καρλ Ερμπαν), η πολυσυζητημένη φευγαλέα εμφάνιση του συντρόφου και της μικρής κόρης του Σούλου (Τζον Τσο) και η συμμαχία ανάμεσα στον Σκότι (Πεγκ) και την εξωγήινη Τζέιλα (Σοφία Μπουτέλα) με το ατίθασο ταμπεραμέντο και την αγάπη για τους Beastie Boys (της οποίας το ασπρόμαυρο μακιγιάζ θυμίζει έντονα εκείνο της πρωτόγονης Ντάριλ Χάνα στο, ξεχασμένο πια, προϊστορικό έπος «Η Αμαζόνα της Χαμένης Φυλής», αλλά που κατ’ ομολογία του Πεγκ είναι εμπνευσμένη από τον δυναμικό χαρακτήρα της Τζένιφερ Λόρενς στο «Στην Καρδιά του Χειμώνα»), και η οποία αποτελεί την πιο ενδιαφέρουσα νέα προσθήκη στην καθιερωμένη πινακοθήκη χαρακτήρων του «Star Trek».

Ολα αυτά, όμως, λιγότερο ή περισσότερο αξιομνημόνευτα, δεν είναι αρκετά για να απογειώσουν το στερεοτυπικό και ελάχιστα ευρηματικό στόρι των ηρώων που συμμαχούν εναντίον σατανικού κακού με τη φιλοδοξία να καταστρέψει τον κόσμο, που ταλανίζει ανεξήγητα τόσα και τόσα σύγχρονα μπλοκμπάστερ (όπως το πρόσφατο «X-Men: Απόκαλιψ») και το οποίο θα αρκούσε και με το παραπάνω για ένα παραδοσιακό επεισόδιο της διαστημικής σειράς, αλλά όχι για το αστρικό χολιγουντιανό έπος που φιλοδοξεί να είναι το «Star Trek Beyond».

Αυτό που μένει τελικά, πέρα από τις εκάστοτε «μικρές» στιγμές ανάμεσα στους χαρακτήρες του, είναι τα κατακλυσμιαία ειδικά εφέ, που στις καλύτερες στιγμές τους, όπως η καταστροφική επίθεση των όμοιων με σμήνος μελισσών πολεμικών σκαφών του Κραλ εναντίον του Εντερπράιζ, ή η θεαματική απεικόνιση της κολοσσιαίας γαλαξιακής αποικίας του Γιορκτάουν όπου εκτυλίσσεται η τελική αναμέτρηση, μοιάζουν ενδεικτικά του σε τι θα μπορούσε να εξελιχθεί το «Star Trek Beyond» αν δεν παρέμενε δέσμιο των σεναριακών του περιορισμών. Ως έχει, αποτελούν σκόρπιες στιγμές μιας μεγαλειώδους περιπέτειας που δεν τηλεμεταφέρθηκε ποτέ ολόκληρη στις οθόνες μας.