Η Ελένε κάποτε πίστευε. Ενιωθε το άγγιγμα του Θεού. Εγκλωβισμένη σ' έναν αδιέξοδο γάμο μ' έναν βίαιο άντρα νιώθει μουδιασμένη, εγκαταλειμμένη από τη θεία χάρη. Δεν κοιμάται τα βράδια, το μυαλό της δεν σταματά, το κορμί της δεν ηρεμεί. Στο ραδιόφωνο ακούει έναν διακεκριμένο ψυχολόγο να δίνει καθησυχαστικές παραινέσεις κι αποφασίζει να ταξιδέψει στο Αμβούργο και να τον συναντήσει σε μία διάλεξή του. Ο Εντουαρντ Γκλουκ όμως έχει τα δικά του ένοχα μυστικά. Παλεύει με τους δικούς του δαίμονες κι έχει κι αυτός την πίστη: στον εαυτό του. Δύο ραγισμένοι άνθρωποι, με φαινομενικά εντελώς διαφορετικές ανάγκες, ανακαλύπτουν στο προπατορικό αμάρτημα την αρχέγονη ευτυχία.

Πατώντας πάνω στο «Original Bliss» («Αρχέγονη Ευτυχία» 1997), τη συλλογή διηγημάτων της Σκοτσέζας Α. Λ. Κένεντι, ο Σβεν Ταντίκεν καταφέρνει κάτι αλλόκοτο, φρέσκο, οριακό. Μία ταινία που μπορεί να εξετάζει θέματα όπως η ενδοοικογενειακή βία, η χριστιανική πίστη και η ψυχαναλυτική της διάσταση, η πορνογραφία, η σεξουαλική διαστροφή και η απενοχοποίησή της - τίποτα όμως δεν αντιμετωπίζεται στρωτά, ακαδημαϊκά ή προβλέψιμα.

Η ταινία ακολουθεί τον τόνο της ηρωίδας της: επιφανειακά ήρεμη, αινιγματικά συγκρατημένη, με ένα ανήσυχο βλέμμα που κρύβει εσωτερικές θύελλες, σκοτάδια κι ένα πείσμα να ανακαλύψει τι αυτά κρύβουν - με όποιο κόστος.

Ο Ταντίκεν (με τη βοήθεια της εξαιρετικής φωτογράφου του Ντανιέλα Κνάπ) εστιάζει στην ηρωίδα του, την παρακολουθεί, κρέμεται λίγο περισσότερο πάνω στο πρόσωπο ή τις μπανάλ κινήσεις της σε στιγμές - σαν να της κάνει παρέα, σαν να περιμένει υπομονετικά, να χτίζει το ασφαλές περιβάλλον, για να του (μας) αποκαλυφθεί. Η Ελένε πρέπει να ξεκουμπώσει κάτι παραπάνω από το συντηρητικό της ζακετάκι για να καταλάβουμε τον πόνο και το αδιέξοδο του χαρακτήρα της.

Κι αυτός είναι φυσικά ένας ρόλος ζωής για την εξαιρετική Μαρτίνα Γκέντεκ («Οι Ζωές των Αλλων», «Μοstly Martha») που παραμένει πειθαρχημένα ακίνητη, όσο μέσα τις γίνονται εκρήξεις. Εύθραυστα δυνατή, μελαγχολικά χαμογελαστή στην ακλόνητη θλίψη της. Παγωμένη αλλά δυνητικά ηφαιστιογενής.

Εξίσου σπουδαίος ο Ούλριχ Τουκούρ - στην επίφαση ακαδημαϊσμού, στην καλυμμένη απελπισία του, στην τεντωμένη του ανάγκη για αγάπη. Ενας ρόλος-ναρκοπέδιο, αλλά εκείνος κινείται με την αυτοπεποίθηση της εμπειρίας του, και τη σιγουριά του σκηνοθέτη του, προσδίδοντας στον «Εντουαρντ Γκλουκ» («γκλουκ» σημαίνει «ευτυχία») αναγκαιότητα, τρυφερότητα και μία παιδική σχεδόν απαίτηση.

Ο Ταντίκεν ακροβατεί σε επικίνδυνες ισορροπίες, αλλά δεν τον ενδιαφέρει κάτι συμβατικό. Θέλει να εξετάσει τι κάνει τον άνθρωπο ευτυχισμένο, όχι να τον κρίνει για αυτό. Μπαίνει με την κάμερά του στο δάσος με την κοκκινοσκουφίτσα και τον κακό λύκο, χωρίς να καταδικάζει κανέναν και, σίγουρα, χωρίς να αθωώνει κανέναν.

Η ζωή είναι σύνθετη, πολύπλοκη, άδικη. Ο κάθε ένας από εμάς οφείλει να δοκιμαστεί για να αγαπηθεί, τίποτα δεν είναι δωρεάν. Κι η ευτυχία, αν πραγματικά την επιθυμούμε, μπορεί να κρύβεται στις πιο παράδοξες, ανομολόγητες, αφώτιστες στιγμές μας.

Διαβάστε ακόμη: Η Μαρτίνα Γκέντεκ αποκαλύπτει στο Flix το μυστικό της «παράδοξης» ευτυχίας