Ο κύριος Βερντού χάνει τη δουλειά του εξαιτίας της μεγάλης οικονομικής κρίσης. Για να συντηρήσει την ανάπηρη γυναίκα του και το γιο του, αρχίζει να παντρεύεται πλούσιες χήρες και ύστερα να τις εξαφανίζει.

Μια από τις καλύτερες ταινίες του Τσάρλι Τσάπλιν και σίγουρα εντελώς διαφορετική από την πλειοψηφία των έργων του, «ο Κύριος Βερντού» είναι μια κατάμαυρη σάτιρα που ξένισε το αμερικάνικο κοινό, θεωρήθηκε «κομμουνιστική» και υπήρξε μεγάλη εμπορική αποτυχία, τουλάχιστον στη χώρα της.

Βασισμένη στην αληθινή ιστορία του Ανρί Λαντρί που σκότωνε πλούσιες χήρες την εποχή του πρώτου παγκοσμίου πολέμου και σε μια ιδέα του Ορσον Γουέλς, η ταινία μεταφέρει τη δράση στην Αμερική της δεκαετίας του '30 και του οικονομικού κραχ, μια επιλογή ξεκάθαρα πολιτική.

Ο ήρωας που υποδύεται ο Τσάπλιν έχει χάσει τη δουλειά του και κάθε ελπίδα κι ο μόνο τρόπος για να φροντίσει την οικογένειά του, την ανάπηρη γυναίκα του και το γιο του είναι η απάτη και τελικά το έγκλημα. Οι πράξεις του δεν είναι δικαιολογημένες αλλά είναι απόλυτα κατανοητές κι όταν η δικαιοσύνη θα κάνει το καθήκον της, εκείνος, αν και κατηγορούμενος, θα εξαπολύσει το δικό του κατηγορώ: «Ενας φόνος σε κάνει δολοφόνο, εκατομμύρια σε κάνουν ήρωα. Οι αριθμοί καθαγιάζουν».

Κατάμαυρο, πεσιμιστικό και με ένα αιχμηρό χιούμορ που έμοιαζε με σφαλιάρα σε ένα κοινό που είχε αγαπήσει τον Τσάπλιν για την τρυφερή του συναισθηματικότητα, το φιλμ του, πολιτικό, βαθιά αντικαπιταλιστικό, έμοιαζε εκτός εποχής, σχεδόν βέβηλο στα μάτια μιας κοινωνίας που είχε μόλις βγει από μια μεγάλη οικονομική κρίση κι έναν μεγάλο πόλεμο και που δόξαζε την ανάπτυξη και την αναγέννηση του «αμερικανικού ονείρου».

Σήμερα, ακόμη κι αν η κινηματογραφική του γλώσσα υπενθυμίζει την εποχή του και το σενάριό του κάποτε πλατειάζει, ο «ο Κύριος Βερντού» κρατά σχεδόν αμείωτη τη δύναμή του και παραμένει ένα ορόσημο του αμερικάνικου σινεμά και μια διαφορετική ματιά στο ταλέντο του Τσάπλιν.