Θα ήταν ψέμα αν δεν παραδεχόμασταν ότι δεν υπάρχουν διασκεδαστικές στιγμές μέσα σε μια κατά βάση πρώτου επιπέδου κωμωδία για τα κακώς κείμενα μιας μικρής επαρχιακής ιταλικής πόλης που γνωρίζει για πρώτη φορά τις έννοιες της «νομιμότητας», της «αστυνόμευσης», των «κανόνων» που οφείλουν να διέπουν την καθημερινότητα των κατοίκων της.
Εχοντας να επιλέξουν ανάμεσα στο νυν δήμαρχο, ένα διεφθαρμένο καταχραστή και τον δάσκαλο που υπόσχεται πως αν μπει στη δημαρχία θα φέρει την αλλαγή, οι κάτοικοι της μικρής σικελικής πόλης επιλέγουν το «σωστό» χωρίς να ξέρουν τι τους περιμένει στην επόμενη γωνία. Αντιμέτωποι με πρόστιμα και κυρίως με ένα σύστημα που δεν βρίσκεται εκεί για να υπηρετεί τις «παρανομίες» τους αλλά να τις τιμωρεί, θα οργανώσουν μέχρι και group therapy για να συνέλθουν από το κακό που τους βρήκε, σίγουροι πως πρόκειται για μια φάρσα που δεν θα διαρκέσει για πολύ.
Δυστυχώς, η φάρσα διαρκεί πολύ και δεν εννοεί κανείς μόνο τη διάθεση του νέου δημάρχου να αλλάξει μια για πάντα τη ζωή σε αυτή την όχι και τόσο «φανταστική» πόλη. Η φάρσα θα διαρκέσει μέχρι και το τέλος μιας ταινίας που προσπαθεί πάρα πολύ να ανατρέψει τα ίδια κλισέ που αναπαράγει, να είναι τόσο πολύ αστεία που χάνει και σε αληθοφάνεια και σε πραγματικό χιούμορ και που αντιμετωπίζει το θέμα της ως ταυτόχρονα κάτι συνηθισμένο και κάτι ακραίο με αποτέλεσμα να δέχεσαι δραματουργίες και επιλογές που κανονικά θα προκαλούσαν ακούσιο γέλιο.
Σε μια μακριά παράδοση ταινιών που γυρίζονται σε κάθε χώρα και διασκεδάζουν με τις γραφικότητες του ίδιου του λαού τους, το δίδυμο των Φικάρα και Πικόνε εκμεταλλεύονται περισσότερο το γνώριμο των χαρακτήρων τους για να γίνουν οικείοι στο θεατή. Και μάλλον σοφά, αφού ούτε είναι πολύ αστείοι, ούτε αυτά που γράφουν είναι πολύ αστεία, ούτε η σκηνοθεσία τους καταφέρνει να μετουσιώσει μια απλοϊκή κωμωδία σε κάτι περισσότερο από μία παρωχημένη ιστορία - ακόμη κι όταν στο δεύτερο μέρος τα πράγματα δείχνουν να «ξεφεύγουν» όχι προς κάτι φευγάτο αλλά μάλλον προς κάτι αμήχανα διδακτικό.
Τεράστια επιτυχία στην Ιταλία, το φιλμ του κωμικού διδύμου θα μπορούσε να έχει γυριστεί και στην Ελλάδα – πράγμα που εξηγεί το λόγο για τον οποίο θα χαμογελάσεις περισσότερες από μία φορές κατά τη διάρκειά του αναγνωρίζοντας κομμάτια μιας ελληνικής πραγματικότητας που μένει άθικτη δεκαετίες ολόκληρες (στη ζωή και το σινεμά). Ακόμη κι αν είναι χαμόγελα που δεν τα αξίζει.