Και έρχεται εκείνος ο καιρός, πάντα λίγο πριν τις γιορτές, που οι κινηματογραφικές αίθουσες γεμίζουν από την μάστιγα που λέγεται χριστουγεννιάτικες κωμωδίες. Ταινίες που προσπαθούν να σε γεμίσουν με γιορτινή διάθεση, αλλά το μόνο που καταφέρνουν είναι να σε κάνουν να θες χίλιες φορές να υπομείνεις 100 οικογενειακά γιορτινά τραπέζια μαζί. Φέτος η ανίερη αυτή παρέλαση ξεκινά με το «Μαμάδες με Κακή Διαγωγή: Χριστούγεννα Εκτός Ελέγχου».

Εχει περάσει ένας χρόνος από τότε που γνωρίσαμε τις «Μαμάδες με Κακή Διαγωγή» σε μια βουτηγμένη στα κλισέ και πνιγμένη στα ανέμπνευστα αστεία κωμωδία που κατάφερε να περάσει με… άριστα στο αμερικάνικο box office. Ετσι δεν χρειάστηκε να περιμένουμε αρκετά μέχρι να κάνει την εμφάνισή του ένα αχρείαστο σίκουελ το οποίο, αν και αυτή την φορά φοράει τα γιορτινά του και ετοιμάζεται για τα Χριστούγεννα, μοιάζει να συνεχίζει την παράδοση της κακογουστιάς και του γυμνασιακού χιούμορ.

Ολες οι wannabe milfs επιστρέφουν, αλλά αυτή την φορά φέρνουν μαζί τους και τις μητέρες τους, οι οποίες καθεμιά τους υπηρετεί με μαθηματική ακρίβεια στερεότυπα όπως «εκείνη που παραμελεί τα παιδιά της» (Σούζαν Σάραντον), «εκείνη που δεν σταματάει ούτε λεπτό να τα ελέγχει και να τα κατακρίνει όλα» (Κριστίν Μπαράνσκι) και «εκείνη που κάνει τα πάντα για να τραβήξει την προσοχή» (Τσέριλ Χάινς).

Μέσα σε μια γιορτινή χριστουγεννιάτικη ατμόσφαιρα, το «Μαμάδες με Κακή Διαγωγή: Χριστούγεννα Εκτός Ελέγχου» δεν ξέρει από την αρχή που θέλει να καταλήξει, με πολλούς νέους χαρακτήρες που δεν γνωρίζεις ποτέ, με τις γυναίκες σε ντεσιμπέλ υστερίας και τους άντρες να μοιάζουν απλά ως διακοσμητικά χριστουγεννιάτικα μπιμπελό, με τολμηρό (βλ. χυδαίο) χιούμορ, γεμάτο σεξ, καταχρήσεις και λίγο περισσότερο σεξ (γιατί, όπως και να το κάνουμε, πουλάει).

Η ταινία των Σκοτ Μουρ και Τζον Λούκας μπερδεύει τις σχέσεις μάνας και κόρης με την οικογενειακή ευτυχία και την κωμωδία με το δράμα (γιατί χριστουγεννιάτικη κωμωδία χωρίς δόσεις δράματος είναι σαν χριστουγεννιάτικό τραπέζι χωρίς μελομακάρονα), όλα σε έναν αυτόματο πιλότο που φυσικά καταλήγει δια μαγείας, ξανά, λίγο πριν το τέλος της, σε ένα «χριστουγεννιάτικό θαύμα».

Οπως λέει και μια χαρακτήρας στην ταινία: «δεν μπορώ να το παρακολουθήσω αυτό νηφάλια». Την καταλαβαίνουμε απόλυτα.