Συνέντευξη

Ο Ζμπίγκνιου Πράισνερ επιμένει πως θα έπρεπε να μετράμε το χρόνο με τους χτύπους της καρδιάς

στα 10

Με αφορμή τις συναυλίες του στις 3 και 4 Νοεμβρίου στο Μέγαρο Μουσικής, ο Ζμπίγκνιου Πράισνερ μιλάει στο Flix για τον Κριστόφ Κισλόφσκι, την ελληνική μουσική και την πολωνική κυβέρνηση που δεν διστάζει να τη χαρακτηρίσει ως δικτατορία.

Ο Ζμπίγκνιου Πράισνερ επιμένει πως θα έπρεπε να μετράμε το χρόνο με τους χτύπους της καρδιάς

Oταν ο Ζμπίγκνιου Πράισνερ μιλά για τον Κριστοφ Κισλόφσκι, το πρόσωπό του φωτίζεται με τον ίδιο μεταφυσικό τρόπο που ο Πολωνός σκηνοθέτης αναδείκνυε το εσωτερικό φως της ψυχής των ηρώων του. Oταν από την άλλη μιλά για την κυβέρνηση της χώρας του και την πολιτική της απέναντι στους πρόσφυγες, ο διάσημος συνθέτης εξοργίζεται και το πρόσωπό του σκοτεινιάζει. Αλλά αυτός ο συναισθηματισμός είναι μάλλον αναμενόμενος από έναν καλλιτέχνη που έχει δηλώσει ότι «ζούμε με συναισθήματα, όχι με τις ώρες στο ηλιακό ρολόι» κι ότι «θα έπρεπε να μετράμε το χρόνο με τους χτύπους της καρδιάς».

Ο δημιουργός μερικών από τις πιο αξέχαστες μελωδίες που έχουν ακουστεί στη μεγάλη οθόνη έρχεται στις 3 και 4 Νοεμβρίου στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών για να παρουσιάσει δύο εφ’ όλης της ύλης συναυλίες μαζί με την Λίζα Τζέραρντ των Dead Can Dance, αλλά και την Μαρία Φαραντούρη, η οποία μάλιστα θα τραγουδήσει τον εμβληματικό «Υμνο για την Ενοποίηση της Ευρώπης», το κορυφαίο ίσως κομμάτι στην καριέρα του Πράισνερ από το «Τρία Χρώματα: Μπλε». Το Flix συνάντησε τον Πολωνό συνθέτη κατά την πρόσφατη επίσκεψή του στην Αθήνα για τις προετοιμασίες της συναυλίας και μίλησε μαζί του για τη μουσική, τον κινηματογράφο και - φυσικά, τι άλλο;- τον Κριστόφ Κισλόφσκι.

Zbigniew Preisner

Μιλήστε μου για την παράσταση που ετοιμάζετε στο Μέγαρο Μουσικής στις 3 και 4 Νοεμβρίου.

Είναι πολύ ιδιαίτερη αυτή η συναυλία, γιατί έρχομαι μετά από δέκα σχεδόν χρόνια. Την προηγούμενη φορά η Ελλάδα είχε πληγεί από φονικές πυρκαγιές. Τώρα διάβασα ότι δυστυχώς συνέβη το ίδιο. Αλλά έχουν συμβεί και πολλά όμορφα πράγματα στο μεσοδιάστημα, μέσα σ’ αυτά τα δέκα χρόνια έχουν αλλάξει πολλά. Ξεκίνησε η συνεργασία μου με την Λίζα Τζέραρντ, ανακάλυψα στη χώρα μου μια καταπληκτική νέα σοπράνο, την Εντίτα Κρσέμιεν και πάνω απ’ όλα κατάφερα επιτέλους να πείσω την Μαρία Φαραντούρη να τραγουδήσει. Για μένα λοιπόν αυτή η συναυλία στην Ελλάδα είναι πάρα πολύ σημαντική, όπως κάθε φορά που έρχομαι στη χώρα σας. Ας μην ξεχνάμε ότι ο «Υμνος για την ενοποίηση της Ευρώπης» που συνέθεσα για τα «Τρία Χρώματα: Μπλε» του Κισλόφσκι είναι γραμμένος στα Ελληνικά. Το ίδιο το “Και Καιρός” στο Ρέκβιεμ για τον φίλο μου που συνέθεσα για τον Κισλόφσκι. Ο ελληνικός πολιτισμός και ελληνική κουλτούρα παίζουν μεγάλο ρόλο στη ζωή μου.

Πώς ήταν η γνωριμία με την Μαρία Φαραντούρη; Ποιά είναι η επαφή σας με την ελληνική μουσική γενικότερα;

Ας αρχίσουμε από την ελληνική μουσική, η οποία υπάρχει παντού. Δεν υπάρχει άνθρωπος που να μην ξέρει τη μουσική του Ζορμπά από τον Μίκη Θεοδωράκη, έναν υπέροχο συνθέτη που θαυμάζω βαθύτατα. Μετά υπάρχει κι ο Vangelis, ο πρωτοπόρος της ηλεκτρονικής μουσικής. Επίσης, βρίσκω εκπληκτικό το γεγονός ότι η μουσική βρίσκεται παντού στη χώρα σας. Την ακούς στο δρόμο, στα μαγαζιά, στις ταβέρνες. Ακούς κόσμο να τραγουδάει στο δρόμο. Οσον αφορά τη Μαρία Φαραντούρη, την είχα δει στην πολωνική τηλεόραση στη δεκαετία του 70, σε μια μαγνητοσκοπημένη συναυλία με τον Μίκη Θεοδωράκη στην Επίδαυρο. Σε μια εποχή όπως η τωρινή, στην οποία, αν κι η Πολωνία έχει γίνει μέλος της Ευρωπαϊκής Ενωσης, η κυβέρνηση της χώρας μου είναι αντι-ευρωπαϊκή, ήθελα η Μαρία Φαραντούρη να τραγουδήσει τον «Υμνο για την ενοποίηση της Ευρώπης». Κι ήθελα να το κάνει αυτό μια Ελληνίδα γιατί η χώρα σας είναι η γενέτειρα του ευρωπαϊκού πολιτισμού, από εδώ ξεκίνησαν όλα.

Zbigniew Preisner

Αναφέρατε τον Υμνο για την Ενοποίηση της Ευρώπης και θέλω σας ρωτήσω για τη στάση της πολωνικής κυβέρνησης απέναντι στην Ευρωπαϊκή Ενωση και κυρίως για την εχθρική της στάση απέναντι στους πρόσφυγες.

Η Πολωνία ήταν ανέκαθεν χώρα προσφύγων Εκατό εκατομμύρια περίπου είναι οι Πολωνοί μετανάστες στην Αμερική και ένα εκατομμύριο στην Αγγλία. Πολωνικές κοινότητες υπάρχουν σε όλο τον κόσμο, ακόμα και στην Ελλάδα. Για όλους αυτούς τους μετανάστες από τη χώρα μου η γνώμη των ντόπιων, ειδικά στην Αμερική των αρχών του προηγούμενου αιώνα ήταν αρνητική, ότι πίνουν, ότι είναι τεμπέληδες κι εγκληματίες. Είναι επομένως τραγικό και ειρωνικό η κυβέρνηση της χώρας μου να συμπεριφέρεται τόσο εγκληματικά απέναντι στους πρόσφυγες. Η συμπεριφορά της χώρας μου είναι απάνθρωπη. Το κόμμα που αυτή τη στιγμή στην εξουσία έχει μόνο το 18% των ψήφων, αλλά δεν θέλω να το προβάλλω αυτό ως δικαιολογία. Υπάρχει μεγάλη δημαγωγία αυτή τη στιγμή στην Πολωνία κι αυτό με ανησυχεί πολύ για το μέλλον της χώρας. Και θα πω ανοιχτά ότι ναι, αυτό που γίνεται τώρα στην Πολωνία είναι δικτατορία!

Η μουσική του «Τρία Χρώματα: Μπλε» είναι ίσως και η πιο γνωστή και δημοφιλής στην πολυετή συνεργασία σας με τον Κριστόφ Κισλόφσκι. Αναπόφευκτα κι επειδή αυτή η συνέντευξη δίνεται για ένα κινηματογραφικό site, θα ήθελα να εστιάσω σ΄αυτόν. Πώς είναι να ντύνεις μουσικά τις εικόνες του και αντίστροφα πώς είναι να συντρφεύουν τόσο μοναδικές εικόνες τους ήχους σου;

Το πιο σημαντικό πράγμα που μπορεί να συμβεί στη ζωή σου είναι να βρεις τους σωστούς συνοδοιπόρους και συνεργάτες. Ενας από αυτούς, ο σημαντικότερος, ήταν ο Κριστόφ Κισλόφσκι. Ολα ξεκίνησαν όταν ήρθε να με ακούσει στο καμπαρέ «Piwnica Pod Baranami» της Κρακοβίας, ένα μέρος που σύχναζαν μποέμ, καλλιτέχνες και διανοούμενοι της εποχής, η πνευματική ελίτ της χώρας. Η εμπειρία μου στο καμπαρέ είχε μεγάλη σημασία στη μετέπειτα συνεργασία μου με τον Κριστόφ, γιατί κι εκεί έγραφα μουσική πάνω σε κείμενα στο πνεύμα των οποίων έπρεπε να εντρυφήσω, όπως έκανα και με τις ιδέες και το όραμα του Κισλόφσκι. Η καλή κινηματογραφική μουσική είναι πάντα προϊόν ανάλυσης και διαλόγου με τον σκηνοθέτη. Ετσι ξεκίνησε η συνεργασία μας. Είναι αστείο, αλλά ο Κισλόφσκι δεν είχε καθόλου αυτό που λέμε «μουσικό αυτί». Προσπαθούσε να τραγουδήσει μια μελωδία που είχα συνθέσει κι έλεγε κάτι τελείως διαφορετικό. Τον κορόιδευα ότι δεν μπορεί να ακούσει σωστά τίποτα. Το μεγάλο προσόν του Κισλόφσκι όμως ήταν ότι ήξερε τη λειτουργεία της μουσικής, τη συναισθηματική της δύναμη. Αρκούσε μια μελωδία, μερικές νότες μόνο, για να μπει ο Κισλόφσκι στο κλίμα. Θυμάμαι πώς αστειευόταν και μου έλεγε πως θέλει να συνθέτω μελωδίες που ακόμα κι αυτός θα μπορούσε να τραγουδήσει παρά την παραφωνία του. Μου έδειχνε τυφλή εμπιστοσύνη, ήμασταν οικογένεια.

Zbigniew Preisner

Καμία τέχνη δεν μπορεί να αλλάξει τον κόσμο. Αυτό θα ήταν κάτι το εκπληκτικό. Αν όλος ο κόσμος άκουγε όσα έχουν να μας πουν η ποίηση, η λογοτεχνία και η ζωγραφική, θα ζούσαμε σίγουρα σε έναν καλύτερο κόσμο. Αλλά ξέρω επίσης ότι αν ο κόσμος καταστρέψει την τέχνη, τότε θα καταστραφεί και ο ίδιος.»

Zbigniew Preisner

Υπήρχαν περιπτώσεις που γράψατε μουσική για τον Κισλόφσκι πριν ξεκινήσουν τα γυρίσματα; Μπορείτε να μας αφηγηθείτε κάποια ανέκδοτη ιστορία από τη συνεργασία σας;

Στη «Διπλή Ζωή της Βερόνικα» η μουσική γράφτηκε σε μεγάλο βαθμό πριν την ταινία. Ο «Υμνος για την Ενοποίηση της Ευρώπης», επίσης. Το τέλος που οραματιζόταν ο Κισλόφσκι για την «Μπλε ταινία» ήταν τελείως διαφορετικό. Την εποχή εκείνη ήταν δεκαέξι τα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης και ο Κριστόφ ήθελε σε κάθε μία από τις πρωτεύουσες αυτών των χωρών να υπάρχει μια ορχήστρα και μια χορωδία που θα τραγουδούσε τον Υμνο και τα λόγια από την Επιστολή προς Κορινθίους του Απόστολου Παύλου. Θα ξεκινούσε από την Αθήνα, θα συνέχιζε στο Λονδίνο, μετά στο Παρίσι και θα κορυφωνόταν όλο αυτό ενώνοντας τις 16 χώρες σε μία οθόνη. Σήμερα αυτό θα ήταν πολύ εύκολο να γίνει, αλλά τότε το κόστος ήταν τεράστιο και απαγορευτικό, το γύρισμα σε 16 χώρες ανερχόταν περίπου στα 27 εκατομύρια δολάρια, όσο τρεις ταινίες του Κριστόφ.

Εχετε ποτέ σκεφτεί να συνεργαστείτε ξανά τόσο στενά με κάποιον άλλο σκηνοθέτη; Ποιές θα ήταν οι προϋποθέσεις για να γίνει αυτό;

Η Βισλάβα Σιμπόρκσα (σ.σ. διάσημη Πολωνή ποιήτρια, βραβευμένη με το Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1996), έγραψε κάποτε ότι «Τίποτα δεν συμβαίνει δύο φορές». Δε νομίζω πως θα βρεθεί ποτέ ξανά άλλος σκηνοθέτης με τον οποίο θα μπορέσω να συνεργαστώ τόσο στενά. Από την άλλη η ζωή είναι απρόβλεπτη, ποτέ δεν ξέρεις τι θα συμβεί στο μέλλον. Αν εγώ ήμουν πάντως στη θέση κάποιου σκηνοθέτη, δεν θα με επέλεγα για συνθέτη της ταινίας μου. Ο ήχος μου, η μουσική μου γλώσσα είναι τόσο χαρακτηριστικές κι έχουν ταυτιστεί με τις ταιίνιες του Κριστόφ. Η μουσική μου δεν είναι ποτέ αθώα, έχει ένα βαρύ σημειολογικό φορτίο. Πολλοί νέοι σκηνοθετες φοβούνται να δουλέψουν μαζί μου, γιατί η μουσική μου κουβαλάει αυτό το βάρως βάρος. Αν και υπάρχουν ακόμα κάποιοι τολμηροί που με εμπιστεύονται. Πρόσφατα πχ συνεργάστηκα με τον Νορβηγό σκηνοθέτη Γιόνας Γκούλμπραντσεν στην πρώτη του μεγάλου μήκους ταινία, το «Valley Of Shadows» και μάλιστα πειραματίστηκα με την ηλεκτρονική μουσική. Ηξερε τι ήθελε από εμένα και με έπεισε. Το αποτέλεσμα ήταν καταπληκτικό. Τα πάντα λοιπόν εξαρτώνται από την προσωπικότητα του σκηνοθέτη και τη χημεία που θα έχει με τη δική μου προσωπικότητα. Αν και πρέπει να παραδεχτώ ότι τίποτα δε συμβαίνει δύο φορές.

Zbigniew Preisner Με τον Κριστόφ Κισλόφσκι

Φαντάζομαι πως θα είχατε προτάσεις από μεγάλα στούντιο του Χόλιγουντ.

Ναι, δούλεψα για λίγο και εκεί.

Πώς ήταν η εμπειρία;

Δεν τίθεται θέμα σύγκρισης. Με τον Κισλόφσκι, αλλά και άλλους Ευρωπαίους σκηνοθέτες υπήρχε σύμπνοια στο κοινό μας όραμα, δεν υπήρχε περίπτωση να μας πείσει κάποιος παραγωγός ή κάποιο στέλεχος της εταιρίας παραγωγής να αλλάξουμε έστω και μια νότα από τη μουσική της ταινίας. Οταν ο Χάρβεϊ Γουάινσταϊν ανέλαβε τη διανομή της «Διπλής Ζωής της Βερόνικα» στην Αμερική, ήθελε να κάνουμε αλλαγές στην ταινία. Ο Κριστόφ άλλαξε μόνο μία λέξη, τίποτα άλλο. Του είπε αν δεν θέλει την ταινία, όπως ακριβώς είναι, τότε να μην την πάρει. Στην Αμερική κανένας δε λαμβάνει αποφάσεις σχετικά με την ταινία. Ο σκηνοθέτης παραπέμπει στον παραγωγός, ο παραγωγός στο στούντιο και το στούντιο στον διανομέα. Κανένας δεν αναλαμβάνει την ευθύνη για το καλλιτεχνικό αποτέλεσμα. Είχα σχέδια να πάω στο Χόλιγουντ, αλλά με τον Κριστόφ και όλη την ομάδα μου, όπως έκαναν ο Σέρτζιο Λεόνε και ο Ενιο Μορικόνε. Δυστυχώς ο Κριστόφ πέθανε νωρίς, μετά την επιτυχία της «Κόκκινης Ταινίας» που έφτασε μέχρι την υποψηφιότητα για Οσκαρ Καλύτερης Ταινίας οι όροι που του πρότειναν ήταν καταπληκτικοί, αλλά αυτός ήταν επιφυλακτικός και σε κάθε περίπτωση τον πρόλαβε ο θάνατος. Οταν μια ταινία έχει μικρό budget, το πιθανότερο είναι ότι θα βγουν τα λεφτά της παραγωγής. Οταν αρχίζουμε να μιλάμε για εκατομμύρια δολάρια, εμφανίζεται ο φόβος της αποτυχίας και τότε το καλλιτεχνικό όραμα περιορίζεται σε όλους τους τομείς, ακόμα και στη μουσική. Αυτό είναι το πρόβλημα του Χόλιγουντ κι εγώ δεν θα μπορούσα να δημιουργήσω σε καθεστώς φόβου. Το πιο σημαντικό για έναν καλλιτέχνη είναι η ελευθερία.

Η σχέση σας με τον κινηματογράφο ποιά είναι πλέον; Βλέπετε ταινίες;

Δεν πάω στο σινεμά. Νομίζω πως τελευταία φορά που πήγα στο σινεμά ήταν το 1989! Μισώ την κουλτούρα του ποπ κορν. Προτιμώ να βλέπω ταινίες στο σπίτι μου.

Πείτε μου κάποιες ταινίες που θαυμάζετε για τη μουσική τους.

Είμαι μεγάλος θαυμαστής του Ενιο Μορικόνε. Λατρεύω επίσης τη μουσική που έχει γραφτεί για τον «Νονό», το «Κάποτε στην Αμερική». Ο,τι έγραψε ο Νίνο Ρότα για τον Φελίνι. Τον τρόπο με τον οποίο χρησιμοποίησε ο Κιούμπρικ τη μουσική στις ταινίες του. Σου έδινε την αίσθηση ότι έχει γράψει αυτός ο ίδιος τη μουσική. Από πιο σύγχρονες ταινίες, μου άρεσε η μουσική στο «Περλ Χάρμπορ» και στον «Μονομάχο». Αλλά το πρόβλημα στις σύγχρονες ταινίες είναι ότι η μουσική είναι υπερβολική, ακούγεται παντού. Κανείς δεν εκτιμά πλέον τη σιωπή. Θα έλεγα στους σύγχρονους σκηνοθέτες ότι πρέπει να περιορίσουν τη δραματική χρήση της μουσικής. Η σιωπή είναι η καλύτερη μουσική. Εχω την αίσθηση ότι μπορείς να ανταλλάξεις τη μουσική ανάμεσα σε δύο υπερπαραγωγές και να μην καταλάβεις καμία διαφορά. Πάρε πχ τη μουσική της «Τροίας» και του «Μονομάχου» και άλλαξε τες μεταξύ τους. Το αποτέλεσμα θα είναι το ίδιο, δεν υπάρχει καμία ειδοποιός διαφορά πλέον, καμία ιδιαίτερη ταυτότητα.

Zbigniew Preisner Με τη Λίζα Γκέραρντ

Πιστεύετε ότι η μουσική και η τέχνη γενικότερα μπορούν να αλλάξουν τον κόσμο;

Καμία τέχνη δεν μπορεί να αλλάξει τον κόσμο. Αυτό θα ήταν κάτι το εκπληκτικό. Αν όλος ο κόσμος άκουγε όσα έχουν να μας πουν η ποίηση, η λογοτεχνία και η ζωγραφική, θα ζούσαμε σίγουρα σε έναν καλύτερο κόσμο. Αλλά ξέρω επίσης ότι αν ο κόσμος καταστρέψει την τέχνη, τότε θα καταστραφεί και ο ίδιος.

Κλείνοντας αυτή τη συνέντευξη, θέλω να μου εκμυστηρευτείτε τι θα λέγατε στον Κριστόφ Κισλόφσκι σήμερα.

Θα του έλεγα «Είχες άδικο που σταμάτησες να κάνεις ταινίες. Ο κόσμος χρειζόταν το όραμά σου, το μεταφυσικό τρόπο με τον οποίο αποκάλυπτες τη ζωή μέσα από τις ταινίες σου. Τα πάντα πλέον και το σινεμα κυρίως έχουν βυθιστεί στη μετριότητα και σε έναν ρηχό τρόπο κινηματογράφησης που δεν έχει καμία πνευματικότητα, κανένα όραμα για το μέλλον». O Κισλόφσκι είχε πολλά πράγματα ακόμα να πει. Αλλά δυστυχώς δεν πρόλαβε.


Ο Ζμπίγνκιου Πράισνερ έρχεται στην Αθήνα για δυο συναυλίες στο Μέγαρο Μουσικής, στις 3 και 4 Νοεμβρίου. Στις συναυλίες συμμετέχουν η τραγουδίστρια των Dead Can Dance Λίζα Γκέραρντ, η Μαρία Φαραντούρη, η σοπράνο Εντίτα Κρζέμιεν, ο πιανίστας Κόνραντ Μαστίλο και ο βιολονίστας Ζμπίνγκιου Παλέτα. Ερμηνεύουν η Νέα Συμφωνική Ορχήστρα Θεσσαλονίκης και η Μικτή Χορωδία «Νίκος Αστρινίδης». | Τιμές εισιτηρίων: Ε Ζώνη: €28, Πολυτέκνων, φοιτητικό, 65+, ανέργων: €22. Δ Ζώνη: €36. Γ Ζώνη: €44, Β Ζώνη: €54. Α Ζώνη: €64. Διακεκριμένη Ζώνη: €80 | Ισχύουν ειδικές τιμές για ομαδικά εισιτήρια | Πληροφορίες: 210 7282367 | Προπώληση Εισιτηρίων: 2107282333, Public και ηλεκτρονικά στο επίσημο site του Μεγάρου Μουσικής.