Αφορμή είναι μια ενδοοικογενειακή υιοθεσία, που επιπλέον μένει για χρόνια κρυφή. Αιτία είναι οι διεστραμμένες, λαβυρινθώδεις, συναισθηματικά εκβιαστικές σχέσεις που συνθέτουν την παραδοσιακή ελληνική οικογένεια, εδώ και γενιές. Αποτέλεσμα είναι η έκρηξη, σε τακτά χρονικά διαστήματα, μιας κοινωνίας που τελεί υπό αυξανόμενη πίεση. Η ταινία παρακολουθεί την ιστορία της στερεοτυπικής ελληνικής οικογένειες διατρέχοντας τρεις γενιές, του ’50, του ’70 και του σήμερα και καταλήγει στα πιο συγκινητικά και ταυτόχρονα απελπιστικά συμπεράσματα.

Εξαπάτησε – Πρόδωσε – Τρομοκράτησε είναι το tag line της ταινίας, που αναφέρεται όχι βέβαια σε διεθνή κατάσκοπο, αλλά στην καρδιά της νεοελληνικής οικογένειας, που με τον συντηρητισμό, της εθελοτυφλία και το βόλεμά της κατέστρεψε το εκάστοτε παρόν και μέλλον της. Ο Σύλλας Τζουμέρκας κάνει κατά μέτωπο επίθεση στην παράδοση και με εξαιρετικά φιλόδοξη πρόθεση εκθέτει όσα χαιρόμαστε να θεωρούμε τακτοποιημένα και κρυφά. Η αυστηρότητα των παπούδων που οδηγεί στο κουκούλωμα των γονιών που οδηγεί στην επανάσταση των παιδιών είναι ο σκελετός αυτής της σύνθετης ταινίας, που με πρωτότυπη αφηγηματική δομή βγάζει τα λάθη μας ακτινογραφία.

Η ταινία έχει συγκεκριμένα πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα: την Αμαλία Μουτούση σ’ έναν συγκλονιστικά γραμμένο conceptual ρόλο και στην καλύτερή της ερμηνεία, τον Θάνο Σαμαρά και την Ιωάννα Τσιριγκούλη να νομιμοποιούν με θαυμάσιο τρόπο τις μανιέρες τους, ένα ταξίδι στο χρόνο που αναδεικνύει το πόσο τα πρότυπα παραμένουν σταθερά, αλλά και μια αμετροέπεια που κάνει ενδεχομένως το σύνολο να μοιάζει μπερδεμένο και σύνθετο όσο μια πολυμελής ελληνική οικογένεια. Μπορεί κανείς να βρει μπόλικα «λάθη» σε μια τόσο πλούσια ιδέα – μπορεί να μιλήσει για την πρόθεση να καταπιαστεί με τα πάντα, για ένα μοντάζ που γίνεται πολύπλοκο αντί να διαχωρίζει καταστάσεις, για μια πρόθεση μεγάλου κυνισμού ή απαισιοδοξίας.

Αυτά μπορεί κανείς να τα πει αν η ταινία δεν καταφέρει να τον πιάσει απ’τον λαιμό και να σφίξει τα δάχτυλα. Στην αντίθετη περίπτωση, η «Χώρα Προέλευσης» έχει την πολύ σπάνια δύναμη να προκαλέσει την παράλυση του κορμιού και την πνευματική αγωνία. Να γεμίσει τη σκέψη με μια καθηλωτική αίσθηση της απόγνωσης, του «την πατήσαμε, παιδιά», του «τόσα χρόνια καταστρέψαμε την κοινωνίας μας και τώρα είναι πολύ αργά για σωτηρία», του «η όμορφη Ελλάδα της εθνικής γιαγιάς δεν είναι παρά ένα παρασκεύασμα, όπως και τα λαδερά»… Πώς είναι όταν φας ένα πολύ δυνατό χαστούκι και για αρκετά δευτερόλεπτα μένεις βωβός, με κομμένη την αναπνοή, μέχρι να ξεσπάσεις σε κλάματα σοκ και απελπισίας, έτσι νοιώθεις αν είσαι αρκετά τυχερός ώστε η «Χώρα Προέλευσης» να περάσει κάτω απ’ το πετσί σου. Κι ανακαλύπτεις μια ταινία που κάνει δυνατό πολιτικό σινεμά, χωρίς τη σιωπηλή παραδοχή που μας οδήγησε εδώ που είμαστε, μια ταινία που απευθύνεται πρωτογενώς όχι στο μυαλό, αλλά στις αισθήσεις και στα ένστικτα, σ’ αυτά, άλλωστε, όπου ανταποκρίνεται σταθερά «νεοέλληνας» της κάθε εποχής.