O Λεχ Βαλέσα, ένας ηλεκτρολόγος από το Γκντανσκ, συμμετέχει στις διαδηλώσεις των εργατών το 1970. Δέκα χρόνια αργότερα, το 1980 βρίσκεται στη θέση του ηγέτη της επανάστασης κατά του κομμουνιστικού καθεστώτος, ιδρυτή του κινήματος της «Αλληλεγγύης» και πρωτεργάτη της ανατροπής του. Μια δεκαετία μετά και ενώ έχει κερδίσει το Νόμπελ Ειρήνης, εξελέγη Πρόεδρος της Πολωνίας το 1990 για πέντε χρόνια.

Το «Βαλέσα, Η Δύναμη της Ελπίδας» είναι μια ταινία που περίμενες πως κάποια στιγμή θα γυριζόταν και μάλιστα μόνο από τον Αντρέι Βάιντα, τον σκηνοθέτη που εκτός από μέλος του κινήματος «Αλληλεγγύης» που ίδρυσε ο Βαλέσα στα τέλη της δεκαετίας του '70, υπήρξε ένας από τους πιο ισχυρούς υποστηρικτές του στη μεγάλη διαδρομή της αλλαγής μιας ολόκληρης χώρας προς τη Δημοκρατία.

Περισσότερο μια ταινία για το πως ένας ηλεκτρολόγος κατάφερε να εμπνεύσει μια ολόκληρη χώρα, παρά ένα πορτρέτο του Βαλέσα με όρους κοινωνικοπολιτικούς, ο «Ανθρωπος από Ελπίδα», όπως είναι ο πρωτότυπος τίτλος της ταινίας ως άτυπο κλείσιμο της τριλογίας που ξεκίνησε με τον «Ανθρωπο από Μάρμαρο» το 1977 και τον «Ανθρωπο από Σίδερο του 1981, αφηγείται το ξεκίνημα της δράσης του Λεχ Βαλέσα προσπαθώντας να χαρτογραφήσει ταυτόχρονα και την κατάσταση της εργατικής τάξης στην Πολωνία των αρχών της δεκατίας του '80, αλλά και τους ποικίλους τρόπους με τους οποίους η επανάσταση πήρε μορφή πριν γίνει ο ακρογωνιαίος λίθος για την πτώση του κομμουνισμού.

Ο Βάιντα σκηνοθετεί με κέφι παρά τα 87 του χρόνια, μιξάροντας με πανκ τραγούδια υλικό από την εποχή και τη fiction απεικόνιση μιας συνέντευξης του Βαλέσα στην Οριάνα Φαλάτσι με flash backs από το παρόν και το παρελθόν του Βαλέσα (με χρήση επικαίρων της εποχής), φτάνοντας μέχρι την εκλογή του ως Προέδρου της Πολωνίας. Το πορτρέτο του είναι νεανικό, δυναμικό και σε στιγμές σαν να έχει φτιαχτεί από έναν νεαρό επαναστάτη (όπως άλλωστε υπήρξε πάντα ο Βάιντα), αλλά ποτέ κάτι περισσότερο από μια διαδοχή σκηνών που εξηγούν την άνοδο του Βαλέσα και την ανάγκη μιας χώρας να πιστέψει στο όραμά του.

Ακόμη κι αν ο Βάιντα δεν κάνει μια αγιογραφία (ο Βαλέσα ήταν ένας άξεστος, όχι πάντα καλός οικογενειάρχης και υπερβολικά... καθολικός, πράγματα που έστω και επιφανειακά, φαίνονται στην ταινία), το φιλμ του δεν γίνεται ποτέ μια συναρπαστική βιογραφία, καθώς εκτός από τον εξαιρετικό Ρόμπερτ Βιέκεβιτς στον ομώνυμο ρόλο, όλοι οι περιφερειακοί χαρακτήρες δεν αναπτύσσονται ποτέ, παρά μόνο ως φιγούρες μιας συγκεκριμένης εποχής και ο ίδιος ο Βαλέσα χάνει όλη τη γοητεία της αμφιλεγόμενης προσωπικότητας που είναι ακόμη και σήμερα.

Ταυτόχρονα η δομή της αφήγησης, παρά την νευρική κάμερα και την πειστική σέπια της φωτογραφίας, θυμίζει περισσότερο τηλεταινια για (εντός Πολωνίας) εκπαιδευτική κατανάλωση, με τον Βάιντα να αρνείται κατηγορηματικά να εξηγήσει το πολιτικό περιβάλλον που ήθελε τον κομμουνισμό ως το απόλυτο κακό, δαιμονοποιώντας τον απέναντι στον ανυποψιάστο (πολιτικά) σημερινό θεατή που θα δει την ταινία σε μια εξίσου με τότε έκρυθμη πολιτικά εποχή.

Και παρόλο το δέος απέναντι σε έναν δημιουργό του μεγέθους του Βάιντα, δεν μπορείς παρά να παραδεχτείς πως το «Βαλέσα, Η Δύναμη της Ελπίδας» είναι οτιδήποτε άλλο παρά ένα αγωνιώδες, εκρηκτικό και σύνθετο κινηματογραφικό πορτρέτο ενός άντρα που άλλαξε την Ιστορία και που θα μπορούσε να αποτελεί ένα φιλμ - εμπνευση για κάθε σύγχρονη επανάσταση.


Διαβάστε ακόμη: