Δεν είναι ότι τα ντοκιμαντέρ για την Βόρεια Κορέα είναι έτσι κι αλλιώς συχνό φαινόμενο, όμως σίγουρα το «Under The Sun» δεν ρίχνει με κανένα τρόπο μια συνηθισμένη ματιά στην κρυφή καθημερινότητα ίσως του μεγαλύτερου κοινωνικοπολιτικού αξιοπερίεργου της Γης.
Και αυτό γιατί ο Βιτάλι Μάνσκι, μέσα από την ιστορία της Ζιν Μι και της «τέλειας οικογένειάς» της στην Πιονγκγιάνγκ της Λαοκρατικής Δημοκρατίας της Κορέας, δεν ακολουθεί μια κραυγαλέα κριτική αφήγηση, ούτε επιχειρεί να ξεσκεπάσει με θόρυβο οτιδήποτε μπορεί να κρύβεται πίσω από την λαμπερή επιφάνεια. Αντιθέτως, η ταινία του ακολουθεί όλους τους κανόνες, συμμορφώνεται με το σενάριο που της έχει επιβληθεί και αποθεώνει με ευλάβεια κάθε πτυχή αυτής της «ιδανικής» κοινωνίας, από την εργασία και την εκπαίδευση μέχρι την οικογενειακή ζωή και το λαμπρό μέλλον των παιδιών της. Το «Under The Sun» είναι μια ταινία που όχι απλά γυρίστηκε στη Βόρεια Κορέα αλλά και κάθε πλάνο της εγκρίθηκε εκ των υστέρων από τους υπεύθυνους της εκεί παραγωγής, θεωρώντας ότι το τελικό υλικό όντως συμβαδίζει την εικόνα που θέλουν να προβληθεί προς τον «έξω κόσμο». Μόνο που τα πράγματα δεν είναι ακριβώς έτσι.
Γιατί ο Βιτάλι Μάνσκι, έμπειρος ντοκιμαντερίστας με εμπειρία στην πιεστική σκιά που ρίχνουν η ιστορία και οι κάθε λογής κοινωνικές πιέσεις στον σύγχρονο άνθρωπο, βρίσκει τον τρόπο μέσα από το σενάριο απόλυτης ευτυχίας μιας νέας «υποσχόμενης για το μέλλον της χώρας της» κοπέλας να ξεφλουδίσει σταδιακά την επιφάνεια μέχρι να αποκαλύψει την αλήθεια, αποδομώντας στην πορεία τον προπαγανδιστικό μηχανισμό και εκθέτοντας κάθε κρατική παρέμβαση στη δημιουργία αυτής της ψεύτικης ουτοπίας. Είτε ανοίγοντας την κάμερά του λίγο πιο νωρίς για να αποτυπώσει την προετοιμασία των γυρισμάτων, είτε αρνούμενος να φωνάξει το «cut» τη στιγμή που θεωρητικά η σκηνή έχει ολοκληρωθεί, είτε εστιάζοντας στα γεμάτα τρόμο παιδικά μάτια που γεμίζουν δάκρυα κάτω από την ένταση, είτε ξεσκεπάζοντας το σκοτάδι μέσα στις τελετουργικές εκρήξεις χρωμάτων και χαράς, η ματιά του Μάνσκι βρίσκει τον τρόπο να δει πίσω από το φανταχτερό προσωπείο, αποκαλύπτοντας όλα όσα ο φανατισμός θεωρεί πως κρατεί καλά κρυμμένα.
Με αυτόν τον τρόπο, το φιλμικό του πείραμα συνορεύει εξίσου με το θρίλερ όσο και με την μαύρη κωμωδία, αποτυπώνοντας στιγμιότυπα όπου το παράλογο συμπορεύεται με τον τρόμο μιας πραγματικότητας που ξεπερνά την φαντασία και όπου ο σουρεαλισμός αποτελεί αναπόσπαστο στοιχείο της καθημερινότητας.
Στην πορεία, ακόμα και η πραγματική ταυτότητα των γονιών της Ζιν Μι θέτονται υπό αμφιβολία, όπως και κάθε πιθανή πτυχή της ζωής τους, ως ένα τελευταίο χτύπημα σε μια ιδανική κοινωνία που έχει εγκλωβιστεί με τρόμο στην βιτρίνα της. Τελικά όμως, όσο κι αν προσπαθεί κανείς να καλύψει τις όποιες «κοινωνικές ανισορροπίες», δεν μπορεί να τιθασεύσει με κανένα τρόπο το παιδικό συναίσθημα, το οποίο αποδεικνύεται τελικά και ο Δούρειος Ίππος του Μάνσκι.
Ουσιαστικά, η επιτυχία του «Under The Sun» έγκειται στο γεγονός ότι καταφέρνει να γίνει άμεσο χωρίς να είναι προφανές και ότι επιτυγχάνει να δώσει τόσες πολλές σαφείς πληροφορίες χωρίς να λέει τίποτα ευθέως στην πραγματικότητα! Η θλιμμένη μουσική που συνοδεύει την εξιστόρηση αναιρεί κάπως την νατουραλιστική αυθάδεια του Μάνσκι, όμως στο τέλος η ταινία του παραμένει ένα από τα πιο ενδιαφέρονται ντοκιμαντέρ που έχουν δημιουργηθεί τελευταία, πρόθυμη να ανατρέψει τις συμβάσεις του είδους αλλά και να αποδείξει ότι τελικά ο μεγαλύτερος τρόμος είναι αυτός της αλήθειας.