Τρία χρόνια μετά τις δονήσεις που δημιούργησαν ένα φονικό τσουνάμι στα νορβηγικά φιόρδ, ο γεωλόγος Κρίστιαν Είκγιορντ προσπαθεί ακόμη να ξεπεράσει το σοκ εκείνης της εμπειρίας όταν αντιλαμβάνεται ότι ένας ακόμη μεγαλύτερος σεισμός επίκειται κι ότι αυτή τη φορά το επίκεντρο θα είναι το Οσλό. Με την πλειοψηφία των ανθρώπων γυρω του να δυσκολεύονται να πιστέψουν ότι μια τέτοια καταστροφή μπορεί να επαναληφθεί, ο Κρίστιαν θα κάνει ότι μπορεί για να σώσει την οικογένειά του και να προειδοποιήσει τις αρχές για τον ΄κινδυνο.

Ηταν το 2015 όταν το «Κύμα» του Ρόαρ Ουτχαουγκ απέδειξε πως το ευρωπαϊκό σινεμά μπορεί όχι μόνο μπορεί να κάνει μια ταινία καταστροφής, αλλά να την κάνει καλύτερα από τα χολιγουντιανά στούντιο. Διότι για κάθε γνώριμο συστατικό της συνταγής μιας disaster movie που μπορούσες να ανιχνεύσεις στο τελικό αποτέλεσμα υπήρχαν επίσης χαρακτήρες που δεν έμοιαζαν καρικατούρες και ένα δράμα που γινόταν πιστευτό. Και κυρίως παρά την εξωφρενική μανία της φύσης και τα ειδικά εφέ (που δεν ήταν καθόλου κακά), το φιλμ κατόρθωνε να έρχεται τελικά στα μέτρα των ανθρώπινων πρωταγωνιστών του.

Ο «Σεισμός», μπορεί να αλλάζει σκηνοθέτη, αλλά κρατά τους ίδιους πρωταγωνιστές και απαράλλαχτη την βασική φόρμουλα, μιας ταινίας καταστροφής που θέλει να είναι μαζί ένα οικογενειακό δράμα. Ο βασικός του ήρωας είναι ένας άνθρωπος που κουβαλάει ακόμη νωπό ένα τραύμα και το αντίθετο ενός ήρωα χολιγουντιανών προδιαγραφών και το φιλμ ενδιαφέρεται να σκιαγραφήσει εξίσου την ψυχολογική του κατάσταση όσο και την συνεχώς αυξανόμενη αγωνία του να αποτρέψει έναν όλεθρο.

Το φιλμ του Γιον Αντρέας Αντερσεν δεν δείχνει να βιάζεται να φτάσει στο κρεσέντο του τέλους και στην συμφωνία των ειδικών εφέ που θα το μεγεθύνουν, αλλά παίρνει τον χρόνο του για να χτίσει μια σταδιακά αυξανόμενη αίσθηση απειλής μέσα από μικρές δονήσεις -κυριολεκτικές και μεταφορικές. Η ατμόσφαιρα που χτίζει μέσα από την ατμοσφαιρική φωτογραφία, τον ηχητικό σχεδιασμό του φιλμ, μερικά εντυπωσιακά σετ και μια μετρημένη δόση ειδικών εφέ λειτουργεί εξαιρετικά αποτελεσματικά ακόμη κι αν υπάρχουν στιγμές που απλά ανυπομονείς να δεις αυτό που ξέρεις ότι έρχεται.

Οταν τελικά ο σεισμός θα χτυπήσει, το θέαμα θα είναι εντυπωσιακό και η αγωνία χορταστική ειδικά όταν το φιμ κλείνει έξω από το κάδρο του τα γενικά πλάνα κτιρίων που καταρρέουν και του εδάφους που σχεδόν εκρήγνυται και κρατά στο κέντρο του τους ήρωες του και την προσπάθειά τους για επιβίωση.

Ναι μπορεί οι χαρακτήρες του να μην είναι όσο σύνθετοι ή τρισδιάστατοι θα ήθελες και λίγο πολύ η δραματική τους τροχιά λίγο πολύ προδιαγεγραμμένη, καθώς το φιλμ δεν γκρεμίζει σχεδόν καμία από τις συμβάσεις του είδους, αλλά τουλάχιστον παραδίδει κάτι γνώριμο δίχως εξωφρενικές υπερβολές ή σαχλό μελοδραματισμό.

Η συνταγή μπορεί να είναι γνώριμη, όπως τελικά και το αποτέλεσμα, αλλά κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί πως η εκτέλεση είναι άψογη. Και μερικές φορές αυτό είναι αρκετό όταν το ζητούμενο από δυο ώρες σινεμά είναι το αντίστοιχο ενός καλοφτιαγμένου comfort food.